Αφρική: Οι καταχρηστικές πρακτικές μιας αιωνόβιας επιχείρησης φοινικέλαιου «κηλιδώνουν» τις ευρωπαϊκές αναπτυξιακές τράπεζες

Το 1911, ο Άγγλος υποκόμης William H. Lever απέκτησε 7.500.000 στρέμματα στο βελγικό Κονγκό, με σκοπό την παραγωγή σαπουνιού από φυτικά έλαια. Εκεί εξακολουθεί να βρίσκεται μέχρι σήμερα μία από τις μεγαλύτερες και παλαιότερες φυτείες φοινικέλαιου στην Αφρική, η Plantations et Huileries du Congo (PHC).

Ο Lever πέθανε, θεωρώντας την επιχειρήρησή του (σ.σ. προάγγελος του γίγαντα τροφίμων Unilever) ως παράδειγμα «ηθικού καπιταλισμού». Το 2019, σχεδόν έναν αιώνα μετά την ίδρυσή της, η PHC συνεχάρη τον εαυτό της για τον τετραπλασιασμό των μισθών των αγρεργατών της εντός μίας δεκαετίας σε διαφημιστική έκθεση με τίτλο «Κοινωνικοοικονομική σωτηρία στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό».

Η πραγματικότητα όμως φαίνεται ότι είναι πολύ διαφορετική. Σύμφωνα με εκτενές δημοσίευμα της εφημερίδας El Pais, που υποστηρίζεται από το Δίκτυο Ερευνών Τροπικών Δασών (RIN) του κέντρου Πούλιτζερ, οι αποικιακές φυτείες ευδοκίμησαν χάρη στην καταναγκαστική εργασία και το αντίτιμο που κατέβαλλαν μετά την αύξηση των μισθών το 2019 ήταν μόλις ένα ευρώ την ημέρα.

Την εποχή εκείνη, η αγροτική επιχείρηση ελεγχόταν από ευρωπαϊκά χρηματοδοτικά ιδρύματα ανάπτυξης που ανήκαν σε κυβερνήσεις όπως αυτή της Ισπανίας. Σαν να μην έφταναν αυτά, η αιωνόβια επιχείρηση εκθέτει τον ντόπιο πληθυσμό σε τόνους τοξικών αποβλήτων.

Τον Ιούνιο, η εταιρεία και δύο τοπικοί υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι της επαρχιακής κυβέρνησης συνεργάστηκαν για την «καταστροφή 20 τόνων φυτοϋγειονομικών, τοξικών, επικίνδυνων και ραδιενεργών προϊόντων που είχαν λήξει», σύμφωνα με έγγραφο περιβαλλοντικής υπηρεσίας της επαρχίας Τσόπο, που ήρθε στην κατοχή της ειδησεογραφικής πλατφόρμας InfoCongo και της El Pais.

Η καύση και η απόρριψη των βιομηχανικών αποβλήτων σε ανοιχτές χωματερές οδήγησε στη ρύπανση του νερού και του εδάφους και εξέθεσε τους κατοίκους της περιοχής σε τοξικά προϊόντα.

Να σημειωθεί ότι η επιχείρηση προχώρησε στις ανωτέρω ενέργειες, αφότου δεσμεύθηκε σε ευρωπαϊκές αναπτυξιακές τράπεζες ότι θα σέβεται τα ανθρώπινα δικαιώματα με αντάλλαγμα μια τεράστια περικοπή χρέους, ύψους πολλών εκατομμυρίων.