Ο αγροδιατροφικός τομέας στην Ελλάδα: Προκλήσεις και προοπτικές

Aerial view of farmland, Johannesburg, South Africa

των Ευτύχιου Σαρτζετάκη, καθηγητή Οικονομικών του Περιβάλλοντος, Πανεπιστήμιο Μακεδονίας και Αριστείδη Χατζηνικολάου, υπεύθυνο Γραφείου Περιβαλλοντικής Διαχείρισης, Πανεπιστήμιο Μακεδονίας

Το άρθρο αυτό είναι αποτέλεσμα των εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων του προγράμματος AgriEco (Erasmus+) στο οποίο συμμετέχουν οι συγγραφείς. Βρείτε ΕΔΩ περισσότερες πληροφορίες

Ο αγροτικός τομέας στην Ελλάδα παρουσιάζει τα γνωστά χρόνια προβλήματα, τα οποία όμως υπάρχει η δυνατότητα να μετουσιωθούν σε ευκαιρίες, καθώς αλλάζουν οι διατροφικές προτιμήσεις και δίνεται πολύ μεγαλύτερη βαρύτητα στην βιολογική και περιβαλλοντικά φιλική παραγωγή.

Στο άρθρο αυτό, υποστηρίζουμε ότι ο αγροτικός τομέας έχει τις δυνατότητες να εξελιχθεί σημαντικά, δίνοντας ώθηση στην ελληνική οικονομία και τονώνοντας την κοινωνική συνοχή, εκμεταλλευόμενος τις νέες ευκαιρίες που παρουσιάζονται στις αγορές. Για να γίνει αυτό, βασικός παράγοντας είναι κατ’ αρχήν η ενημέρωση των αγροτών και στην συνέχεια η κατάρτισή τους στα νέα και απαραίτητα εργαλεία παραγωγής, πιστοποίησης και πρόσβασης στις αγορές. Η προσέλκυση νέων με υψηλό επίπεδο εκπαίδευσης/κατάρτισης, η ανάπτυξη των συνεταιρισμών και η άμεση σύνδεση με άλλους τομείς της οικονομίας, όπως ο τουρισμός, θα μπορούσαν να παίξουν καθοριστικό ρόλο στην ανάπτυξη του αγροτικού τομέα.

Η σημαντικότητα του πρωτογενούς τομέα εν μέσω κρίσης

Ο αγροτικός τομέας αποτελεί, παραδοσιακά, έναν από τους σημαντικότερους τομείς της ελληνικής οικονομίας και ιδιαίτερα των εξαγωγών της. Παρά τη σταδιακή μείωση της συμβολής του τομέα στο συνολικό ΑΕΠ της χώρας τις τελευταίες δεκαετίες, η σημασία του στην οικονομική ανάπτυξη αλλά και στην κοινωνική συνοχή της χώρας έγινε και πάλι σαφής στην περίοδο της οικονομικής κρίσης: Για παράδειγμα, το 2016 ο αγροτικός τομέας συνεισέφερε το 17,2% των εξαγωγών, ενώ απασχόλησε το 12% του συνόλου των εργαζομένων της χώρας, ποσοστό που υπερβαίνει κατά πολύ τον μέσο όρο της ΕΕ, όπως δείχνει το Διάγραμμα 1.

Παρότι η αγροτική παραγωγή είναι σημαντική, ιδιαίτερα σε κάποια προϊόντα όπως το ελαιόλαδο (η Ελλάδα είναι 3η στην παγκόσμια παραγωγή), τα φρούτα & λαχανικά, το βαμβάκι και το σιτάρι, ο τομέας παρουσιάζει μια σειρά χρόνιων προβλημάτων, που αποτρέπουν την πλήρη ανάπτυξή του. Τα σημαντικότερα από αυτά είναι η μεγάλη κατάτμηση των καλλιεργήσιμων εδαφών σε μικρές οικογενειακές ιδιοκτησίες και η πολύ μικρή συμμετοχή των συνεταιρισμών στη συνολική παραγωγή (μικρότερη από 20%, ένα τα χαμηλότερα ποσοστά στην Ευρώπη, όπως φαίνεται στο Διάγραμμα 2).

Αντί για επιχειρείν, επιδοτήσεις

Πέρα από τα παραπάνω δύο χρόνια προβλήματα, σημαντικές είναι οι επιπτώσεις διαρθρωτικών οικονομικών προκλήσεων, όπως η προσήλωση της πλειονότητας των παραγωγών στο χονδρικό εμπόριο, αντί να έχουν μια ξεκάθαρη επιχειρηματική στρατηγική και μάρκετινγκ που να καλύπτει και την λιανική αγορά. Παράλληλα, προβληματικό είναι και το χαμηλό ποσοστό επώνυμων προϊόντων (ενδεικτικά, μόνο το 27% της παραγωγής ελληνικού ελαιόλαδου φτάνει στο στάδιο της επώνυμης ετικέτας συγκριτικά με το 50% στην Ισπανία και 80% στην Ιταλία).

Οι ευρωπαϊκές επιδοτήσεις, παρά τα θετικά στοιχεία τους, έχουν διατηρήσει σε λειτουργία αρκετές μικρού κυρίως μεγέθους ελλειμματικές μονάδες, χωρίς όμως να τους παρέχουν κίνητρα αύξησης της παραγωγικότητάς τους. Το αποτέλεσμα είναι η μείωση της προστιθέμενης αξίας του ελληνικού αγροτικού προϊόντος κατά 13% την εικοσαετία 1995-2015, αφαιρώντας τις επιδοτήσεις, ενώ σε άλλες μεσογειακές χώρες έχει αυξηθεί κατά περίπου 15%.

Επομένως, η εξάρτηση από τις επιδοτήσεις έχει χειροτερέψει ραγδαία την ανταγωνιστικότητα του ελληνικού αγροτικού τομέα. Επίσης, η Ελλάδα πληρώνει συχνά πρόστιμα μη συμμόρφωσης με την Ευρωπαϊκή νομοθεσία. κυρίως λόγω της κακοδιαχείρισης των πόρων και των ελλιπών μηχανισμών ελέγχου. Τέλος, η χώρα μας, το 2007-2012 απορρόφησε μόνο το 41% των διαθέσιμων κεφαλαίων των προγραμμάτων περιφερειακής ανάπτυξης, μεταξύ άλλων και λόγω της ελλιπούς σχετικής ενημέρωσης των παραγωγών.Αντιεπαγγελματικό θεσμικό πλαίσιο

Σε εθνικό επίπεδο, το θεσμικό πλαίσιο του αγροτικού τομέα είναι απολύτως συγκεντρωτικό, με κέντρο το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης, ιεραρχικό, πολιτικοποιημένο και αντι-επαγγελματικό. Η συχνή αλλαγή του ονόματος και των υπουργών του, καθώς και η απουσία ξεκάθαρης στρατηγικής, είναι ενδεικτικά στοιχεία για το ότι πρόκειται για ένα αναποτελεσματικό όργανο που οδηγεί τους παραγωγούς που χρειάζονται συμβουλευτική στο να στρέφονται σε ιδιωτικές πολυεθνικές εταιρίες ή σε ένα δίκτυο ιδιωτών αγρονόμων, που έχουν σαν κυρίαρχο κίνητρο το δικό τους όφελος.

Η συνεχώς αυξανόμενη χρήση τεχνολογικών εφαρμογών που αυξάνουν την παραγωγικότητα στον αγροτικό τομέα σε συνδυασμό με τις απαιτήσεις γνώσεων λειτουργίας των αγορών κάνει ολοένα πιο εμφανές το τεράστιο κενό στο δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα όσον αφορά την γεωργική παραγωγή:

Στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση δεν υπάρχει καμία αναφορά στον τομέα αυτό, ενώ κάποια υποστελεχωμένα και υποχρηματοδοτούμενα δημόσια και ιδιωτικά ΙΕΚ, με ελλιπή σύνδεση με την διεθνή αγορά, την τεχνολογία και το παρόν νομοθετικό πλαίσιο, καλούνται να αναπληρώσουν το κενό αυτό. Η εικόνα είναι διαφορετική στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, όπου 11 ΑΕΙ προσφέρουν προπτυχιακά και μεταπτυχιακά προγράμματα εκπαίδευσης ή μαθήματα σχετικά με την αγροτική/ζωική παραγωγή και τεχνολογία, την τεχνολογία τροφίμων και την αγροτική επιχειρηματικότητα.

Δυστυχώς όμως το επίπεδο των επενδύσεων σε έρευνα & ανάπτυξη είναι εξαιρετικά χαμηλό (11€/εκτάριο στην Ελλάδα, με τον μέσο όρο της ΕΕ να είναι στα 33€/εκτάριο). Το ίδιο συμβαίνει και με τις επενδύσεις σε καινοτομία και προγράμματα κατάρτισης: όπως δείχνει το Διάγραμμα 3, μόνο το 7% των εργαζομένων του κλάδου έχουν επαγγελματική κατάρτιση, ενώ ο μέσος όρος στην ΕΕ είναι 50%.Προτάσεις βελτίωσης και ανάκαμψης

Από την παραπάνω σύντομη παρουσίαση των κύριων προβλημάτων, προκύπτει μια σειρά από προτάσεις για την βελτίωση του αγροτικού τομέα. Πολύ σημαντικός παράγοντας είναι η αύξηση των επενδύσεων σε έρευνα και ανάπτυξη και η ταυτόχρονη σύνδεση των ερευνητικών δομών με την παραγωγή. Εξίσου σημαντικός παράγοντας είναι η δημιουργία εκπαιδευτικών δομών για παροχή επαγγελματικής κατάρτισης των εργαζομένων στον γεωργικό τομέα και η παροχή συνεχούς συμβουλευτικής από επαγγελματίες.

Για τη βελτίωση της παραγωγικότητας και την ενίσχυση της διαπραγματευτικής δύναμης των μεμονωμένων μικρο-ιδιοκτητών, ιδιαίτερα δεδομένου του κατακερματισμού των ιδιοκτησιών, είναι απαραίτητη η δημιουργία κινήτρων και η θεσμική υποστήριξη για τον σχηματισμό και την λειτουργία συνεταιρισμών.

Τόσο η αύξηση των συνεταιρισμών, όσο και η βελτίωση της κατάρτισης, μπορούν να οδηγήσουν στην παραγωγή και προώθηση επώνυμων προϊόντων υψηλής προστιθέμενης αξίας, καθώς και προϊόντων Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης (ΠΟΠ). Οι συνέργειες με άλλους τομείς, όπως ο τουρισμός, καθώς και ορθές πρακτικές μάρκετινγκ μπορούν να συμβάλουν στην καθιέρωση των προϊόντων αυτών. Επιπλέον, ο αγροτικός τομέας θα ενισχυθεί εάν εστιάσει στην παραγωγή προϊόντων υγιεινής διατροφής, στην Μεσογειακή δίαιτα, στην χρήση νέων τεχνολογιών και στην μείωση του οικολογικού αποτυπώματος και των απορριμμάτων. Οι συνεταιρισμοί μπορούν να βοηθήσουν πολύ στην πιστοποίηση αυτών των προϊόντων και στην διάθεσή τους στην λιανική αγορά, ώστε να αυξηθεί το κέρδος και να μειωθεί η εξάρτηση από τις επιδοτήσεις.