Αναθεώρηση ΚΑΠ: Νέοι συσχετισμοί, κόκκινες γραμμές και αδιέξοδα με ανοιχτά όλα τα ενδεχόμενα

Όλα παραμένουν ανοιχτά για την έναρξη της νέας προγραμματικής περιόδου. Σε αυτό το συμπέρασμα καταλήγουν οι πλέον αξιόπιστοι αναγνώστες της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής, καθώς με βάση τα μέχρι τώρα δεδομένα δεν μπορούν να αποκλείσουν και νέες καθυστερήσεις στην πορεία των διαπραγματεύσεων.

Δεν είναι λίγοι, μάλιστα, εκείνοι που καταλογίζουν ευθύνες στην Κομισιόν, η οποία, όπως εξηγούν, ενώ παρακολουθούσε τη διαδικασία να προχωρά με ιδιαίτερα αργά βήματα, δεν αντέδρασε άμεσα, αλλά άφησε να περάσει πολύτιμος χρόνος έως ότου υποβάλει (στις 31 Οκτωβρίου) τις προτάσεις της για τους μεταβατικούς κανόνες της ΚΑΠ.

Τις πταίει; Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή; Οι εθνικές αρχές των κρατών-μελών; Οι προεδρίες; Εξωτερικοί παράγοντες, όπως το brexit και οι ευρωεκλογές; Προς το παρόν, ουδείς αναλαμβάνει το βάρος της ευθύνης και ουδείς, βέβαια, επιθυμεί να ανατρέξει στο παρελθόν για να δώσει απαντήσεις.

Ένα είναι σίγουρο, ότι, αυτήν τη στιγμή, δεν γίνεται συζήτηση για μεταρρυθμιστική περίοδο από το έτος 2021, αλλά από το 2022, αφού τότε αναμένεται να ξεκινήσει η νέα ΚΑΠ, με βάση την πρόταση της Επιτροπής. Η κατάσταση, πάντως, θα αρχίσει να ξεκαθαρίζει στο πρώτο Συμβούλιο των υπουργών Γεωργίας για το 2020, που έχει προγραμματιστεί για τις 27 Ιανουαρίου.

Σενάρια

Εάν, αυτήν τη φορά, όλα προχωρήσουν με βάση το χρονοδιάγραμμα και εγκριθούν εγκαίρως οι δύο δέσμες της μεταβατικής πρότασης, τότε θα έχει επιτευχθεί ένας σημαντικός στόχος. Αυτό είναι το καλό σενάριο.

Υπάρχουν, όμως, φωνές, μεταξύ αυτών πολλών ευρωβουλευτών και εκπροσώπων κρατών-μελών, ότι η προτεινόμενη επέκταση κατά ένα έτος της τρέχουσας ΚΑΠ δεν αρκεί για να αντιμετωπιστούν οι καθυστερήσεις που σημειώνονται στην πορεία των διαπραγματεύσεων. Διότι, όπως λένε, δεν έχει κλείσει η συζήτηση ούτε για τον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό, ούτε και για το brexit.

Πιο συγκεκριμένα, εάν μέχρι τα μέσα του 2020 δεν υπάρξει μία οριστική συμφωνία για το επόμενο Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο, δεν πρόκειται να κλείσει ούτε η συζήτηση για τη νέα ΚΑΠ. Σε αυτό, άλλωστε, συμφωνεί η πλειονότητα των κρατών-μελών. Επιπλέον, σε εκκρεμότητα είναι το brexit που, εκ των πραγμάτων, εμποδίζει τις συζητήσεις για τον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό. Κρίσιμη αναμένεται η απόφαση, εάν θα δοθεί τελικά και νέα παράταση, πέραν της 31ης Ιανουαρίου για το θέμα.

Λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω, τότε θα χρειαστεί και μία νέα μεταβατική περίοδος. Αυτό σημαίνει ότι με ένα επιπλέον μεταβατικό έτος, η νέα ΚΑΠ μπορεί να τεθεί σε ισχύ από το 2023, σενάριο το οποίο πολλοί Ευρωπαίοι μελετητές της αγροτικής πολιτικής επιμένουν ότι θα επαληθευτεί. Αρκεί να θυμηθούμε ότι ο Γάλλος υπουργός Γεωργίας είχε ήδη από τον περασμένο Σεπτέμβριο εκφράσει την εκτίμησή του –σε συνέντευξη που είχε παραχωρήσει– ότι η μεταβατική περίοδος θα μπορούσε να διαρκέσει ακόμη και τρία χρόνια!

Στο σημείο αυτό, μπαίνει στο τραπέζι άλλη μία σημαντική παράμετρος. Εάν τα παραπάνω επιβεβαιωθούν, και με δεδομένο ότι η λήξη της επόμενης δημοσιονομικής περιόδου έχει οριστεί για το έτος 2027, είναι τελικά χρήσιμο να εφαρμοστεί η νέα ΚΑΠ για τρία ή το πολύ τέσσερα έτη;

Οι δύο επόμενες προεδρίες έχουν πολλή δουλειά να κάνουν και, κυρίως, να πετύχουν στα σημεία όσα δεν κατάφεραν οι δύο προηγούμενες, ιδιαίτερα δε η ρουμανική που είχε βάλει ψηλά τον πήχη των προσδοκιών. Τα ηνία από την 1η του μηνός ανέλαβε η Κροατία, για να τη διαδεχθεί την 1η Ιουλίου η Γερμανία. Μάλιστα, δεν είναι λίγοι εκείνοι που βλέπουν το τελικό ξεσκαρτάρισμα να γίνεται υπό την πίεση της γερμανικής προεδρίας, κάτι, όμως, που δεν θα ευνοούσε πολλά κράτη – μέλη, που έχουν βάλει κόκκινη γραμμή στη μείωση του προϋπολογισμού της ΚΑΠ.

Λάθος κατεύθυνση

Εν μέσω αυτής της αργής και χωρίς –προς το παρόν– διέξοδο διαπραγμάτευση, αθέμιτες πρακτικές και σκάνδαλα είδαν το φως της δημοσιότητας, αναδεικνύοντας τις αδυναμίες της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής. Το ποτήρι ξεχείλισε μετά τις αποκαλύψεις των New York Times. Στο στόχαστρο του δημοσιεύματος βρέθηκε η Ουγγαρία, με τον πρωθυπουργό, Βίκτορ Όρμπαν, να φέρεται ότι καταχράστηκε περίπου 1,3 δισ. ευρώ από τις ετήσιες επιχορηγήσεις που λάμβανε η χώρα του μέσω της ΚΑΠ, βοηθώντας φίλους και συγγενείς και προστατεύοντας τα πολιτικά του συμφέροντα.

Επίσης, στην Τσεχία, μόνο το 2018 ο πρωθυπουργός Αντρέι Μπάμπις φέρεται να έλαβε τουλάχιστον 42 εκατ. δολάρια (37,9 εκατ. ευρώ) από γεωργικές επιδοτήσεις, ενώ στη Σλοβακία και στη Βουλγαρία μέσω των επιδοτήσεων γινόταν υφαρπαγή αγροτικών εκμεταλλεύσεων με μαφιόζικους τρόπους. «Το άρθρο των New York Times φέρνει ντροπή σε όλους μας», δήλωσε η Βρετανίδα βουλευτής Sheila Ritchie, σημειώνοντας ότι «πρόκειται για κλοπή από τους μικρούς αγρότες και τις αγροτικές κοινότητες της Ευρώπης».

Σε απάντηση στις επικρίσεις, ο αρμόδιος για τον προϋπολογισμό επίτροπος, Johannes Hahn, επανέλαβε ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει «μηδενική ανοχή» σε τέτοια περιστατικά και ότι οι Ευρωπαίοι ελεγκτές ερευνούν την πιθανή κατάχρηση των κονδυλίων της ΕΕ στην Ουγγαρία και στην Τσεχία. Μάλιστα, τον Νοέμβριο, οι υπάλληλοι της Επιτροπής υπερασπίστηκαν την ΚΑΠ και τους κανόνες της, σημειώνοντας ότι την κύρια ευθύνη για τη σωστή χρήση των κονδυλίων της ΕΕ έχουν οι εθνικές αρχές.

Υπό αυτό το πρίσμα, οι προτάσεις της Κομισιόν για τη νέα ΚΑΠ είναι προβληματικές για κάποιους ευρωβουλευτές, καθώς προβλέπεται ότι τα κράτη-μέλη θα αποκτήσουν περισσότερη δύναμη και ευελιξία, όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο δαπανώνται οι επιδοτήσεις – συμπεριλαμβανομένων και των κρατών που φέρονται να κάνουν κατάχρηση.

Την ανησυχία του έχει εκφράσει και ο βετεράνος της αγροτικής πολιτικής De Castro σχετικά με την «υπερβολική ευελιξία» που θα αποκτήσουν τα κράτη-μέλη.

Ορισμένοι, μάλιστα, υποστηρίζουν ότι στη μεταρρύθμιση της ΚΑΠ πρέπει να τερματιστεί η βασική αρχή, σύμφωνα με την οποία οι γεωργοί πληρώνονται με βάση τη στρεμματική έκταση. «Χρειαζόμαστε μια σύγχρονη αγροτική πολιτική, με την οποία οι αγρότες θα λαμβάνουν ενισχύσεις με βάση την επίτευξη στόχων», δήλωσε η Ολλανδή ευρωβουλευτής Lara Wolters.

Πράσινη Συμφωνία

Στη δαιδαλώδη αυτήν περίοδο για το μέλλον της ΚΑΠ, όλες οι συζητήσεις θα πρέπει να έχουν στο επίκεντρό τους την Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία, για την υλοποίηση της οποίας θα απαιτηθεί η ανάληψη δράσης σε όλους τους τομείς της οικονομίας. Μάλιστα, στο πλαίσιο της Συμφωνίας, την ερχόμενη άνοιξη, η Επιτροπή θα παρουσιάσει τη στρατηγική «Από το αγρόκτημα στο πιάτο», με στόχο:

Την προμήθεια οικονομικά προσιτών και βιώσιμων τροφίμων στους Ευρωπαίους.

Την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.

Την προστασία του περιβάλλοντος.

Τη διατήρηση της βιοποικιλότητας.

Την αύξηση της βιολογικής καλλιέργειας.

Και είναι ξεκάθαρο πια ότι όλα τα εθνικά στρατηγικά σχέδια θα πρέπει να αντικατοπτρίζουν πλήρως τη φιλοδοξία της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας και της στρατηγικής της «Από το αγρόκτημα στο πιάτο».

Σε αυτή την προσπάθεια, κεντρικό ρόλο θα διαδραματίσουν οι δύο νέοι επίτροποι, ο Πολωνός Γιάνους Βοϊτσεχόφσκι και η Κύπρια Στέλλα Κυριακίδου. Ο μεν Γ. Βοϊτσεχόφσκι έχει στις προτεραιότητές του τη στήριξη των νέων αγροτών και των οικογενειακών εκμεταλλεύσεων, ενώ τάσσεται υπέρ της πρότασης της Επιτροπής για τον προϋπολογισμό. Η δε Στ. Κυριακίδου έχει επισημάνει ότι απαιτούνται ουσιαστικές αλλαγές και διαφάνεια σε ό,τι αφορά την παραγωγή των τροφίμων.