Ανησυχία για τις παγίδες που κρύβει ο «γαλάζιος μετασχηματισμός»

Πολλά και ενδιαφέροντα ήταν τα συμπεράσματα που προέκυψαν από τις εργασίες της 36ης Συνόδου της Επιτροπής Αλιείας (COFI) του Παγκόσμιου Οργανισμού Τροφίμων και Γεωργίας (FAO) του ΟΗΕ, η οποία πραγματοποιήθηκε στη Ρώμη από τις 8 έως τις 12 Ιουλίου.
Εκπρόσωποι του ΟΗΕ από όλο τον πλανήτη, μαζί με εκπροσώπους εθνικών κυβερνήσεων, σημαντικές ΜΚΟ και οργανώσεις κοινοτήτων συγκεντρώθηκαν για να συζητήσουν συστάσεις πάνω σε μία ευρεία δέσμη θεμάτων, από την καταπολέμηση της παράνομης αλιείας έως τις κατευθυντήριες γραμμές για τη βιώσιμη υδατοκαλλιέργεια.
Κατά την έναρξη της συνδιάσκεψης στο εν λόγω παγκόσμιο διακυβερνητικό φόρουμ, οι σύνεδροι και οι εκπρόσωποι των κρατών εξήραν τη συμβολή των χωρών τους στην παγκόσμια παραγωγή ψαριών, άγριων και υδατοκαλλιέργειας. Το «παρών» έδωσαν υπουργοί από τη Νορβηγία, το Περού, τις Μαλδίβες, την Ακτή Ελεφαντοστού (ο εν λόγω εκπρόσωπος ζήτησε να περιλαμβάνονται οι αφρικανικές χώρες στη λήψη αποφάσεων), την Τανζανία, το Νότιο Σουδάν, την Ισπανία, την Γκάνα (η οποία ζήτησε μία πιο περιφερειακή προσέγγιση), το Αμάν (το οποίο έχει 28 έργα υδατοκαλλιέργειας διαφορετικών ειδών), καθώς και τη Λιβερία, τις Φιλιππίνες και τις ΗΠΑ. Ο εκπρόσωπος της Ινδίας ανέφερε ότι ναι μεν η χώρα του πιστεύει σε κοινή, αλλά διαφοροποιημένη ευθύνη για την προστασία των θαλασσών, ενώ μια εκπρόσωπος αφρικανικής περιφερειακής ομάδας ανέφερε ότι οι αφρικανικές χώρες ακολουθούν τον κανονισμό δεοντολογίας ανεξάρτητα από το επίπεδο ανάπτυξής τους.
Άνευ εκπροσώπησης η Ελλάδα
Αξιοσημείωτο ήταν ότι, παρά τη σημασία της αλιείας και της ιχθυοκαλλιέργειας για την Ελλάδα, ως ο μεγαλύτερος παραγωγός τσιπούρας και λαβρακιού στην ΕΕ, δεν υπήρχε εκπρόσωπος από την ελληνική πολιτεία στην Ολομέλεια.
Σύμφωνα με την ετήσια έκθεση της ΕΛΟΠΥ, η Ελλάδα είναι η μεγαλύτερη παραγωγός χώρα στην ΕΕ-27 σε παραγωγή τσιπούρας και λαβρακιού και η δεύτερη διεθνώς. Ακόμα, η Ελλάδα βρίσκεται στις δύο πρώτες χώρες παραγωγής ψαριών μεσογειακής υδατοκαλλιέργειας, αντιπροσωπεύοντας το 22% της παραγωγής τους διεθνώς.
Παρούσες ήταν από την Καθετή, τον μη κερδοσκοπικό φορέα που έχει έδρα στο νησί του Πόρου, οι συνιδρύτριες Φαίη Ορφανίδου και Εύα Δουζίνα, οι οποίες εκπροσώπησαν και το Πανελλήνιο Δίκτυο για την Προστασία του Θαλάσσιου Περιβάλλοντος από τις Υδατοκαλλιέργειες ΑΚΤΑΙΑ, και από το Ίδρυμα Rauch (στο οποίο τρέχουσα πρόεδρος είναι η Εύα Δουζίνα) η Patti Schaefer, εκτελεστική διευθύντρια, και η Ann Golob, επικεφαλής Έρευνας.
«Όπως έχουμε διαπιστώσει και στην Ελλάδα, έτσι και σε παγκόσμια κλίμακα, οι τοπικές κοινωνίες αντιμετωπίζουν το ίδιο πρόβλημα, αυτό της απόκρυψης πληροφοριών και τον αποκλεισμό των αλιέων μικρής κλίμακας από τη διαδικασία λήψης αποφάσεων από τις κυβερνήσεις, χωρίς τη συμμετοχή των άμεσα ενδιαφερομένων, ενώ οι άνθρωποι χάνουν τα μέσα βιοπορισμού τους»
«Αλιείς εκδιώκονται από τα σπίτια και τους ψαρότοπούς τους, μεγάλες εταιρείες τους κλέβουν τα ψάρια»
Κατά τη διάρκεια των εργασιών, ακούστηκαν όλες οι διαδεδομένες λέξεις-«κλειδιά», όπως η βιωσιμότητα, η ανάπτυξη, ο «γαλάζιος μετασχηματισμός» που προωθεί ο FAO και η καταπολέμηση της πείνας παγκοσμίως.
Η ομάδα της Καθετής και του ιδρύματος Rauch είχε συναντήσεις με εκπροσώπους αλιέων μικρής κλίμακας από όλο τον κόσμο, διαπιστώνοντας τη μεγάλη ανησυχία τους για το γεγονός ότι οι αλιείς μικρής κλίμακας αφαιρέθηκαν από την επίσημη θεματολογία της συνεδρίασης του COFI και αντικαταστάθηκαν από την αυξανόμενη προώθηση της υδατοκαλλιέργειας.
Ωστόσο, η υδατοκαλλιέργεια επηρεάζει τις κοινότητές τους σε όλο τον κόσμο με τρόπους που δεν είχαμε συνειδητοποιήσει. Δεν προκάλεσε έκπληξη, λοιπόν, το γεγονός ότι αρκετοί εκπρόσωποι των αλιέων κυκλοφορούσαν στους χώρους των εργασιών του φόρουμ με ένα ταμπελάκι που ανέγραφε: «Οι ψαράδες μικρής κλίμακας δεν γίνεται να αγνοούνται, θα πρέπει να βρίσκονται στην ημερήσια διάταξη της COFI».
Αρχικά, ο Gaoussou Gueye, πρόεδρος της CAOPA, που έχει έδρα τη Σενεγάλη και εκπροσωπεί 26 ομάδες παραδοσιακής αλιείας από όλη την Αφρική, εξέφρασε τις ανησυχίες του σχετικά με τα εργοστάσια ιχθυάλευρων στη Δυτική Αφρική και τις επιπτώσεις τόσο στην απώλεια τροφίμων για την περιοχή όσο και σε κοινωνικό-οικονομικό επίπεδο.
Οι επόμενες τοποθετήσεις πραγματοποιήθηκαν από τον Herman Kumara από τη Σρι Λάνκα, γενικό γραμματέα του World Forum of Fisher People (WFFP), και τη Margaret Nakato από την Ουγκάντα, επικεφαλής του World Forum of Fish Harvesters and Fish Workers (WFF). Αυτές οι δύο ομάδες μαζί εκπροσωπούν πάνω από 10.000.000 αλιείς μικρής κλίμακας και παραδοσιακούς αλιείς σε όλο τον κόσμο. Αμφότερες εξέφρασαν τις σοβαρές ανησυχίες τους για τον τρόπο με τον οποίο η υδατοκαλλιέργεια επηρεάζει τις ομάδες τους. Στη Σρι Λάνκα, πάνω από 4.000 στρέμματα παράκτιας γης διατίθενται για υδατοκαλλιέργειες. Η Margaret Nakato ανέφερε ότι οι ιχθυοκαλλιέργειες έχουν εισβάλει στη λίμνη Βικτόρια και οι ψαράδες πρέπει να διανύουν μεγάλες αποστάσεις τώρα, ώστε να τις αποφύγουν και να έχουν πρόσβαση στο νερό.
Και οι δύο εκπρόσωποι επιβεβαίωσαν τους κινδύνους για τους ψαράδες που συλλαμβάνονται σε περίπτωση που πλησιάσουν τα δίχτυα. Επίσης, τέθηκαν ζητήματα «αρπαγής» των ωκεανών, στέρησης των δικαιωμάτων σε δημόσια γη και ύδατα, καθώς και κλοπής τοπικών ψαριών για να μετατραπούν σε ιχθυάλευρα.
Συναντήσεις και ανταλλαγή απόψεων
Η ομάδα της Καθετής και του ιδρύματος Rauch πραγματοποίησε συναντήσεις και αντάλλαξε απόψεις με εκπροσώπους από μεγάλους οργανισμούς, όπως η Nadine Orchid Nembhard από το Μπελίζ –μοιράζεται την προεδρία του World Forum of Fisher Peoples (WFFP) και του Caribbean Network of Fisherfolk Organizations (CNFO)–, οι οποίοι δήλωσαν ότι οι υδατοκαλλιέργειες δεν τους έχουν επηρεάσει ακόμη σημαντικά και ότι υπάρχουν μόνο οι εκείνες υδρόβιων φυτών, που δεν προκαλούν προβλήματα, ωστόσο ανησυχούν για το μέλλον.
Σύνεδροι από τη Σρι Λάνκα, την Αντίγκουα, τη Βραζιλία, τη Σενεγάλη, την Κένυα και τη Μαλαισία μετέφεραν το μήνυμα ότι ο περίφημος «γαλάζιος μετασχηματισμός» μετατρέπεται σε κάτι κακό στα μάτια τους.
FAO
|
Το σχόλιο της Καθετής
«Γνωρίζαμε ότι οι υδατοκαλλιέργειες πλήττουν τις αναπτυσσόμενες χώρες, κυρίως της Δυτικής Αφρικής, επειδή τους στερούν τα μικρά πελαγικά ψάρια που αλιεύονται για να μετατραπούν σε ιχθυάλευρα για τις τροφές των ψαριών υδατοκαλλιέργειας. Ωστόσο, τώρα, ανακαλύπτουμε επιπρόσθετα ότι ειδικά η Μαλαισία και η Ινδονησία έχουν άμεσο αντίκτυπο από δραστηριότητες υδατοκαλλιέργειας, πέρα από την υπεραλίευση που γίνεται. Σε άλλες χώρες δεν έχει αναπτυχθεί ακόμα τόσο η υδατοκαλλιέργεια, αλλά επίκειται.
Όπως έχουμε διαπιστώσει και στην Ελλάδα, έτσι και σε παγκόσμια κλίμακα, οι τοπικές κοινωνίες αντιμετωπίζουν το ίδιο πρόβλημα, αυτό της απόκρυψης πληροφοριών και τον αποκλεισμό των αλιέων μικρής κλίμακας από τη διαδικασία λήψης αποφάσεων από τις κυβερνήσεις, χωρίς τη συμμετοχή των άμεσα ενδιαφερομένων, ενώ οι άνθρωποι χάνουν τα μέσα βιοπορισμού τους.
Ακούσαμε ιστορίες για τις οποίες λίγα γνωρίζουμε, όπως ότι τα μέλη των κοινοτήτων που συναντήσαμε εκδιώκονται από τα σπίτια και τους ψαρότοπούς τους, μεγάλες εταιρείες κλέβουν τα ψάρια τους, το περιβάλλον τους, ενώ ακόμα και προστατευόμενη μαγκρόβια βλάστηση καταστρέφεται από τις υδατοκαλλιέργειες.
Στη Σενεγάλη, οι ψαράδες πουλάνε ψάρια σε εταιρείες, αλλά όταν συνειδητοποιούν τη ζημιά που συμβαίνει στα χωριά, στις γυναίκες και τις αδελφές τους, που χάνουν τις θέσεις εργασίας που είχαν στη μεταποίηση, σταματούν. Ακούσαμε ιστορίες, σύμφωνα με τις οποίες, ψαράδες περιοχών της Αφρικής, παρότι είναι υποχρεωμένοι να διαθέτουν ένα μέρος των ψαριών που ψαρεύουν για ανθρώπινη κατανάλωση, εκείνοι προτιμούν να αφήνουν τα ψάρια να χαλάσουν, κατά τη διάρκεια της νύχτας, ώστε αυτά να κατευθυνθούν προς την παραγωγή ιχθυάλευρων. Κι αυτό, καθώς οι εταιρείες παραγωγής ιχθυάλευρων τους δίνουν υψηλότερη τιμή από εκείνη που μπορούν να εξασφαλίσουν αν τα διαθέσουν για ανθρώπινη κατανάλωση. Με αυτά τα ιχθυάλευρα, θα ταϊστούν οι τσιπούρες και τα λαβράκια ιχθυοτροφείου της Ελλάδας και άλλων χωρών.
Την πηγή των ιχθυάλευρων, καθώς και τις συνέπειες στις τοπικές κοινωνίες της Αφρικής, έχει αναδείξει ο Ιταλός δημοσιογράφος Francesco Di Augustinis στο δημοσιογραφικό ντοκιμαντέρ Until The End of The World, το οποίο βραβεύτηκε με το “Βραβείο για το Περιβάλλον”, στο πλαίσιο του 21ου International Ocean Film Foundation, που πραγματοποιήθηκε στην Καλιφόρνια τον Απρίλιο, ενώ έλαβε υποστήριξη από τον ευρωπαϊκό οργανισμό διασυνοριακής δημοσιογραφικής έρευνας Journalismfund».