Kαι απαραίτητη και φθηνή η ΚΑΠ

Παρά τις διαδοχικές μειώσεις στον προϋπολογισμό που έχει υποστεί σε όλες τις τελευταίες αναθεωρήσεις, η Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ) συνεχίζει να απορροφά τη μερίδα του λέοντος από τον κοινοτικό προϋπολογισμό.

Το συνολικό κοινοτικό budget είναι 162,11 δισεκατομμύρια ευρώ (στοιχεία 2018) και για την ΚΑΠ ξοδεύονται 58 δισ. συνολικά. Αυτό συμβαίνει γιατί η ΚΑΠ είναι η μόνη πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης που χρηματοδοτείται αποκλειστικά μέσω της ΕΕ και με τη σειρά της χρηματοδοτεί έναν κλάδο που απασχολεί 22 εκατομμύρια ανθρώπους.

Όμως, το κόστος για κάθε Ευρωπαίο ατομικά δεν είναι υψηλό και υπολογίζεται στα 30 λεπτά την ημέρα, σημειώνεται σε έκθεση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που έχει στόχο να διαλύσει διάφορους μύθους για την ΚΑΠ, κυρίως σε όσους την πολεμούν, ισχυριζόμενοι ότι «είναι ακριβή για όσα προσφέρει».

«Οι Ευρωπαίοι αγρότες καλούνται να έχουν τα υψηλότερα στάνταρ στον κόσμο, να προσφέρουν τα πλέον ασφαλή τρόφιμα και επιπλέον να εγγυώνται την προστασία του περιβάλλοντος και την καλή διαβίωση των ζώων. Για να μπορούν να τηρούν αυτές τις προδιαγραφές και ταυτόχρονα να είναι ανταγωνιστικοί, το κόστος για την ΕΕ και τους Ευρωπαίους πολίτες που απολαμβάνουν αυτές τις προδιαγραφές δεν είναι υψηλό», αναφέρεται στην έκθεση.

Διαφάνεια στις ενισχύσεις

Πολλοί είναι εκείνοι που ισχυρίζονται, επίσης, ότι κανείς δεν γνωρίζει πού τελικά καταλήγουν τα χρήματα της ΚΑΠ και αν φτάνουν πραγματικά στα χέρια των αγροτών. Για αυτόν τον λόγο, τονίζεται στην έκθεση, υπάρχει η λίστα με τους δικαιούχους, η οποία είναι προσβάσιμη στο κοινό. Τα συγκεκριμένα στοιχεία αφορούν κάθε φορά μόνο τις πληρωμές των δύο τελευταίων ετών.

«Γιατί οι αγρότες να μην παλέψουν στην ελεύθερη αγορά, όπως κάθε άλλος επαγγελματίας; Δεν χρειάζονται οι απευθείας επιδοτήσεις», είναι επίσης μια ερώτηση που τίθεται συχνά, αλλά και σε αυτήν η ΕΕ έχει την απάντηση: «Η αγροτική παραγωγή δεν είναι το ίδιο με άλλες επιχειρηματικές εργασίες. Οι αγρότες έχουν να αντιμετωπίσουν τη φύση και τις καιρικές συνθήκες που μπορούν να έχουν δραματικές συνέπειες στην παραγωγή.

Οι ίδιοι έχουν συχνά μικρό έλεγχο στην παραγωγή τους, που είναι εκτεθειμένη σε πολλούς εξωγενείς και μεταβλητούς παράγοντες. Επίσης, κανένας δεν μπορεί να καθορίσει το ύψος της πρωτογενούς παραγωγής με βάση τη ζήτηση, γεγονός που όμως έχει επίδραση στις τιμές και άρα στο εισόδημα των αγροτών». Η ΚΑΠ εξασφαλίζει ένα βασικό εισόδημα στους αγρότες, έτσι ώστε να μπορέσουν να συνεχίσουν να παράγουν και να μείνουν στον τόπο τους οχυρωμένοι σε ένα βαθμό από μη ελεγχόμενες συνθήκες και μεταβλητές.

Οι πολέμιοι της ΚΑΠ ισχυρίζονται ότι ενώ οι αγρότες της Ευρωπαϊκής Ένωσης γερνούν, οι νέοι άνθρωποι δεν εισέρχονται στον τομέα. Όμως, τα στοιχεία δείχνουν ότι την περίοδο 2014-2020, 175.000 νέοι αγρότες αναμένεται να μπουν στο επάγγελμα επωφελούμενοι του προγράμματος νέων αγροτών και της οικονομικής στήριξης που προσφέρει.

Κλείνει η ψαλίδα των άμεσων ενισχύσεων

Όσον αφορά τις διαφορές στη χρηματοδότηση μέσω της ΚΑΠ ανάμεσα στα κράτη-μέλη, η έκθεση αναφέρει ότι πραγματικά υπάρχουν αποκλίσεις στα χρήματα που δίδονται ανά εκτάριο στους αγρότες στα διάφορα κράτη-μέλη, οι οποίες οφείλονται στα ιστορικά δεδομένα που χρησιμοποιήθηκαν στην τελευταία αναθεώρηση. «Αυτά τα δεδομένα χρησιμοποιήθηκαν για να μην αλλάξουν ξαφνικά οι συνθήκες για πολλούς αγρότες, δημιουργώντας ένα πρόβλημα που δεν θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν.

Όμως, σταδιακά, η ψαλίδα για τις άμεσες ενισχύσεις ανάμεσα στα κράτη-μέλη κλείνει, μέσω της διαδικασίας σύγκλισης» σημειώνεται στην έκθεση. Όπως τονίζεται, παρ’ όλα αυτά, θα συνεχίσουν να υφίστανται κάποιες διαφορές, εξαιτίας των διαφορών σε οικονομικές παραμέτρους που διαφοροποιούνται από κράτος σε κράτος, όπως π.χ το κόστος παραγωγής, αλλά και το κόστος των εισροών ειδικότερα.

Για το γεγονός ότι υπάρχει σπατάλη τροφίμων και πολλά τρόφιμα καταλήγουν στα σκουπίδια, η ΕΕ ρίχνει το βάρος στις αλυσίδες λιανικής διάθεσης και πώλησης των προϊόντων.

«Η ΕΕ ζητά προϊόντα με υψηλά στάνταρ, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι απαραίτητα πρέπει να έχουν συγκεκριμένη εμφάνιση. Σε εκείνους, όμως, που προωθούν τα προϊόντα, η αντίληψη για τις προτιμήσεις των καταναλωτών αποκλείει από τα ράφια των σούπερ μάρκετ τα άσχημα προϊόντα και συχνά τα οδηγεί στα σκουπίδια».

Δεν είναι λίγοι όσοι υποστηρίζουν, επίσης, ότι η ΚΑΠ τελικά στηρίζει τη βιομηχανική γεωργία και τις μεγάλες επιχειρήσεις και όχι τους μικρούς αγρότες. «Ναι μεν, αλλά…», φαίνεται να απαντά η Ευρωπαϊκή Ένωση σε αυτή την «κατηγορία». Συγκεκριμένα, αναφέρει ότι οι πληρωμές υπολογίζονται με βάση την καλλιεργούμενη έκταση. Πραγματικά, το 20% των μεγάλων εκμεταλλεύσεων καλλιεργούν το 80% της συνολικής έκτασης της ΕΕ. Ωστόσο, περισσότεροι από τους μισούς δικαιούχους της ΚΑΠ έχουν πολύ μικρές εκμεταλλεύσεις. Σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση, αναλογικά, οι επιδοτήσεις κατευθύνονται στις μεσαίου μεγέθους επαγγελματικές οικογενειακού τύπου εκμεταλλεύσεις και όχι στη βιομηχανική γεωργία.

Τελικά, υπάρχει πραγματικά ανάγκη για μια Κοινή Ευρωπαϊκή Αγροτική Πολιτική; «Χωρίς αμφιβολία», είναι η επίσημη γνώμη της ΕΕ. Η ΚΑΠ εξασφαλίζει ότι στόχοι στην αγροτική πολιτική επιτυγχάνονται σε ευρωπαϊκό επίπεδο και βοηθά στον δίκαιο ανταγωνισμό μεταξύ των παραγωγών. Επίσης, τα περιβαλλοντικά προβλήματα και τα προβλήματα αλλαγής του κλίματος δεν γνωρίζουν εθνικά σύνορα.

Τέλος, η Κοινή Αγροτική Πολιτική επιτρέπει στα κράτη-μέλη να μάθουν το ένα από το άλλο, και αυτό είναι πολύ σημαντικό, ιδιαίτερα για την ανάπτυξη των αγροτικών περιοχών.