ΕΛΣΤΑΤ: Απομακρύνεται από σιτηρά και καπνό η Ελλάδα, στρέφεται στις δενδρώδεις

Δημοσιεύθηκε από την ΕΛΣΤΑΤ στις 27/6 η ετήσια γεωργική στατιστική έρευνα για το 2017. Σύμφωνα με αυτήν, η συνολική καλλιεργούμενη γεωργική γη κατά το έτος αναφοράς ανήλθε σε 32.209.000 στρέμματα. Εξ αυτών, περίπου οι μισές εκτάσεις (53,3%) χρησιμοποιήθηκαν για αροτραίες καλλιέργειες, το 33,7% για μόνιμες καλλιέργειες, το 2% για κηπευτικά, ενώ το 11% ήταν αγραναπαύσεις.

Σε ό,τι αφορά τη φυτική παραγωγή ξεκάθαρη είναι η μείωση των καλλιεργούμενων εκτάσεων στα σιτηρά (-9.3%) με αντίστροφη, αυξητικά εικόνα στους ξηρούς καρπούς που σημείωσαν αύξηση 7,6%.

Αροτραίες καλλιέργειες

Ξεκινώντας από τις αροτραίες καλλιέργειες και συγκεκριμένα τα σιτηρά, μια μεγάλη μείωση στρεμμάτων παρατηρείται στα δύο πιο ευρέως καλλιεργούμενα προϊόντα της ελληνικής γης, μετά από τα ελαιόδεντρα και το βαμβάκι. Η μείωση που σημειώθηκε στο μαλακό σιτάρι προσέγγισε το 15%, ενώ ελάχιστα μικρότερη (14%) ήταν η μείωση στο σκληρό σιτάρι. Διόλου αμελητέα ήταν η μείωση καλλιεργούμενων εκτάσεων στο καλαμπόκι (-5%), συμπληρώνοντας τον… καταποντισμό των δημητριακών και αντανακλώντας το τέλμα στο οποίο έχει περιέλθει η αγορά με τις τιμές καθηλωμένες εδώ και αρκετά χρόνια.

Να σημειωθεί ότι μια και μιλάμε για το 2017 και με δεδομένες τις ασύμφορες για τους αγρότες τιμές στα ανωτέρω προϊόντα, δεν αναμένεται ιδιαίτερη ανάκαμψη στα στοιχεία του 2018, χρονιά που, βάσει του ρεπορτάζ της «ΥΧ», κράτησε τις τιμές σε σιτάρι και καλαμπόκι χαμηλά. Ενδιαφέρουσα είναι η αύξηση που σημειώθηκε το 2017 στα βρώσιμα όσπρια (+18%), αν και την επόμενη χρονιά η τάση αντιστράφηκε. Προβληματισμό δημιουργεί και η μείωση των εκτάσεων καπνού κατά 7%, ιδιαίτερα αν αναλογιστεί κάποιος ότι και την αμέσως επόμενη χρονιά οι καπνοπαραγωγοί της Μακεδονίας και της Θράκης χτυπήθηκαν σε μεγάλο βαθμό από υποβάθμιση και απώλειες στην παραγωγή τους. Ευχάριστη «νότα» στα βιομηχανικά φυτά η μεγάλη άνοδος στα αρωματικά (51%) με λίγα όμως καλλιεργούμενα στρέμματα πανελλαδικά (53.000).

Άλλες ετήσιες καλλιέργειες

Αλλάζοντας είδη καλλιεργειών, παρατηρείται μια εντυπωσιακή αύξηση στα κτηνοτροφικά φυτά (17%). Η μεταβολή αυτή μπορεί να αποδοθεί στην προσπάθεια των κτηνοτρόφων να αντιμετωπίσουν το διαρκώς αυξανόμενο κόστος παραγωγής σε συνδυασμό με τις διαρκώς φθίνουσες τιμές των προϊόντων τους, οι οποίες ξεκίνησαν εκείνη τη χρονιά την… ελεύθερη πτώση τους.

Ενδεικτική της μέχρι πρόσφατα αρνητικής κατάστασης στην πατάτα –η οποία έχει αρχίσει να ομαλοποιείται τελευταία– είναι η μείωση των εκτάσεων κατά 5 μονάδες.

Δενδρώδεις καλλιέργειες

Σε ό,τι αφορά τις μόνιμες φυτείες, παρατηρείται μια τάση εσωτερικής ανακατανομής. Αναμενόμενα σταθερές παρουσιάζονται και κατά το 2017 οι εκτάσεις στα εσπεριδοειδή, με τα λεμόνια να παραμένουν σταθερά λίγο πάνω από τα 43.000 στρέμματα, που όμως δεν συνάδει με τις προθέσεις φυτεύσεων που καταγράφονται στο ρεπορτάζ μας την τελευταία διετία.

Σημαντική αύξηση σημειώθηκε το ίδιο έτος στις μανταρινιές (+7,7%), που φαίνεται να προσέγγισαν τα 80.000 στρέμματα. Σταθερότητα παρατηρήθηκε και στα ροδάκινα. Το ενδιαφέρον ωστόσο σε αυτή την περίπτωση είναι στην αντίστοιχη παραγωγή, όπου κάποιος διαπιστώνει εντυπωσιακή αύξηση 21,2% με τα ίδια στρέμματα. Το 2017 ήταν, επομένως, μια καλή παραγωγικά χρονιά για τα ροδάκινα.

Εντυπωσιακά είναι τα στοιχεία που καταδεικνύουν τον δυναμισμό στις καλλιέργειες των ακρόδρυων, γεγονός που είχε αναδείξει με πρόσφατη αρθρογραφία της η «ΥΧ». Αμυγδαλιές (+8,6%) και καρυδιές (+15%) δείχνουν ότι τα νέα προϊόντα παραγωγικής εξειδίκευσης της χώρας είναι οι ξηροί καρποί. Παρά την ανάγκη να δοθεί προσοχή και να αποφευχθούν λάθη του παρελθόντος (άναρχες φυτεύσεις, επιλογή μη κατάλληλων ποικιλιών, έλλειψη συλλογικών σχημάτων), τα ακρόδρυα αποτελούν το νέο μεγάλο στοίχημα της ελληνικής γεωργίας.

Έκταση χρησιμοποιούμενης γεωργικής γης και ποσοστιαία μεταβολή (%) ανά κατηγορία καλλιέργειας (σύνολο χώρας) 2016-2017

Ελιές και αμπέλια

Σταθεροί και αμετάβλητοι παρέμειναν οι ελληνικοί ελαιώνες το 2017, στα 8 εκατομμύρια στρέμματα. Ωστόσο, υπήρξε μείωση της παραγωγής κατά 5%, η οποία παρ’ όλα αυτά ωχριά μπροστά στην καταστροφή του 2018, μία από τις χειρότερες χρονιές στην ελληνική ελαιοπαραγωγή, όπου αν συνυπολογιστεί και η ποιοτική υποβάθμιση του προϊόντος, δεν θα είναι υπερβολή να ειπωθεί ότι χάθηκε η μισή παραγωγή της χώρας. Στην περίπτωση των αμπελιών παρατηρείται μικρή μείωση σε σταφιδάμπελα (-1,4%) και αμπέλια για οινοποίηση (-1%) και αύξηση 1% στα επιτραπέζια σταφύλια.

Οριακή αύξηση ζώων, αλλά με μείωση παραγωγής

Αυξημένα παρουσιάζονται τα παραγωγικά ζώα για το 2017. Αναλυτικότερα, τα πουλερικά αυξήθηκαν κατά 4,8% και οι χοίροι κατά 2,7%. Οριακή ήταν η αύξηση των προβάτων (1,7%), ενώ αίγες και βοοειδή παρέμειναν αμετάβλητα (+0,3%). Ανατρέχοντας ωστόσο στην εξέλιξη της παραγωγής κρέατος τα στοιχεία είναι αντιφατικά: Αυτή η αντίφαση εντοπίζεται κυρίως στα βοοειδή όπου παρατηρείται αύξηση παραγωγής κρέατος 14,6% και μάλιστα στα μοσχάρια κάτω του έτους.

Tα παραπάνω στοιχεία εγείρουν ως ένα βαθμό ζήτημα ελληνοποιήσεων σε κάποια κτηνοτροφικά προϊόντα και εν προκειμένω στο μοσχαρίσιο κρέας. Σύμφωνα με την έρευνα της ΕΛΣΤΑΤ, η παραγωγή πρόβειου κρέατος μειώθηκε 6,2%, ενώ στις αίγες η πτώση ήταν σημαντικά μεγαλύτερη και έφτασε τις 13 ποσοστιαίες μονάδες. Σημαντική μείωση (-13%) παρατηρείται και στο κρέας των κουνελιών ενώ στα πουλερικά η μείωση έφτασε το 4,4%.