Αλλαγή χρήσεων γης και αποσυνδεδεμένες ενισχύσεις οδηγούν σε εγκατάλειψη και υποβάθμιση των εδαφών

ipovathmisi-edafon
  • Τη μεγαλύτερη συρρίκνωση παρουσιάζουν οι ευρωπαϊκές αγροτικές εκτάσεις ανάμεσα στις χώρες μέλη του ΟΟΣΑ
  • Ανατολικοευρωπαϊκές και μεσογειακές χώρες οι πιο καθοριστικοί συντελεστές στη μείωση των γεωργικών γαιών

Κατά τις τελευταίες δεκαετίες, η έκταση των αγροτικών γαιών έχει παρουσιάσει συνεχή μείωση σε όλες χώρες μέλη του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ). Ωστόσο, η συρρίκνωσή της είναι πιο εμφανής στην Ευρώπη, όπου μεταξύ 1961 και 2010 άγγιξε το 13%. Όπως διαπιστώθηκε σε μελέτη του Εθνικού Ινστιτούτου Αγροτικής Έρευνας της Γαλλίας (INRA), κατά την παρέλευση μισού αιώνα οι ευρωπαϊκές καλλιεργήσιμες εκτάσεις μειώθηκαν σημαντικά, από 141 σε 119 εκατομμύρια εκτάρια (-15,6%), ενώ κάτι παρόμοιο ισχύει και για τα μόνιμα λιβάδια και τους βοσκότοπους, από 78 σε 68 εκατομμύρια εκτάρια (-12,8%).

Για το ίδιο χρονικό διάστημα, η μείωση της αγροτικής γης στις υπόλοιπες χώρες μέλη του ΟΟΣΑ ήταν αισθητά μικρότερη. Ενδεικτικά, στον Καναδά η αγροτική γη μειώθηκε από 231 σε 207 εκατομμύρια εκτάρια (-10,4%), ενώ στις ΗΠΑ από 282 σε 264 εκατομμύρια εκτάρια (-6,4%).

Στην ΕΕ, αυτή η έντονα πτωτική τάση τροφοδοτήθηκε κυρίως από χώρες της Ανατολικής Ευρώπης και της Μεσογείου. Αντιθέτως, το φαινόμενο της επέκτασης των καλλιεργήσιμων εκτάσεων παρέμεινε αρκετά σποραδικό, κάνοντας την εμφάνισή του κυρίως σε χώρες της Βόρειας και Δυτικής Ευρώπης όπως η Ολλανδία, οι βόρειες περιοχές της Γερμανίας και ορισμένες περιοχές της Κεντρικής Γαλλίας και της Ιρλανδίας.

Το σιτάρι, το καλαμπόκι, η βρόμη, το κριθάρι, η ελαιοκράμβη και η σόγια έχουν εξελιχθεί σταδιακά στις καλλιέργειες που καλύπτουν την πλειονότητα των καλλιεργήσιμων εκτάσεων. Όσον αφορά τη ζωική παραγωγή, η εκτροφή βοοειδών και ιδιαίτερα η γαλακτοκομική παραγωγή έχουν σημειώσει ταχεία άνοδο, δίχως όμως να αυξάνονται οι εκτάσεις των βοσκότοπων. Αυτό έχει καταστεί εφικτό χάρη στην αύξηση των αποδόσεων, στις εισαγωγές ζωοτροφών, στη γεωγραφική συγκέντρωση και στην αυξανόμενη εξειδίκευση των σιτηρεσίων, των ειδών και των συστημάτων.

Οι ανωτέρω συνθήκες εξηγούν έως έναν βαθμό την πτωτική τάση που παρατηρείται στις χρησιμοποιούμενες αγροτικές γαίες στην Ευρώπη, καθώς σήμερα οι αγρότες έχουν την ευχέρεια να παράγουν περισσότερο προϊόν, αξιοποιώντας την ίδια ή μικρότερη έκταση από ό,τι στο παρελθόν.

Τσιμεντοποίηση του εδάφους και εγκατάλειψη της γης

Αυτή, ωστόσο, είναι η μισή αλήθεια. Στη μελέτη του με τίτλο «Η χρήση της γης και η επισιτιστική ασφάλεια το 2050: Ένας στενός δρόμος» το Γαλλικό Ινστιτούτο INRA εξηγεί ότι στην Ευρώπη, τη Βόρεια Αμερική και την πρώην Σοβιετική Ένωση, οι εκτάσεις υψηλής παραγωγικότητας αντιστοιχούν μόλις στο 28% των συνολικών εκτάσεων. Αυτές οι περιοχές επηρεάζονται σε καθημερινή βάση από τις αγροτικές πρακτικές διαχείρισης της γης, την αστικοποίηση, ιδίως τη δημιουργία «αγροαστικών» περιοχών και την ανάπτυξη διάφορων υποδομών. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τη διάβρωση του εδάφους και την απώλεια οργανικής ύλης, αλλά και τη μόλυνσή του, την απώλεια βιοποικιλότητας, τη συμπύκνωση, την αλάτωση, πλημμύρες, κατολισθήσεις, σύμφωνα με την έκθεση. Οι αλλοιώσεις αυτές πρακτικά σημαίνουν ότι αρκετές από τις αξιοποιήσιμες αγροτικές εκτάσεις που ανήκουν στο παραπάνω 28% σύντομα θα απωλέσουν τα πολύτιμα στοιχεία που τις καθιστούν γόνιμες, θυσία στην αστική επέκταση και τις υποδομές μεταφορών. Είναι βέβαιο δε ότι η αδυναμία πολλών περιοχών να υιοθετήσουν μια αειφόρο προσέγγιση τις τελευταίες δεκαετίες έχει συντελέσει στη μείωση των εκτάσεων της αγροτικής γης.

Να σημειωθεί ότι στη Δυτική Ευρώπη έχει πάρει μεγάλη έκταση το φαινόμενο της «σφράγισης», δηλαδή της κάλυψης του εδάφους από στεγανά υλικά – όπως η άσφαλτος ή το σκυρόδεμα. Την ίδια στιγμή, η Ανατολική Ευρώπη ταλανίζεται κυρίως από το φαινόμενο της εγκατάλειψης των γαιών, ένα πρόβλημα που πηγάζει εν μέρει και από την πολιτική των αποσυνδεδεμένων πληρωμών.

Η Κομισιόν έχει προειδοποιήσει ότι η τσιμεντοποίηση του εδάφους αποτελεί μία από τις κύριες αιτίες υποβάθμισής του στην ΕΕ. Στο πλαίσιο της θεματικής στρατηγικής για το έδαφος, το εκτελεστικό όργανο της ΕΕ έχει επισημάνει την ανάγκη ανάπτυξης βέλτιστων πρακτικών για τον μετριασμό των αρνητικών επιπτώσεων της σφράγισης στις λειτουργίες του εδάφους. Ο περιορισμός του φαινομένου θα πρέπει να έχει προτεραιότητα έναντι των μέτρων μετριασμού ή αντιστάθμισης, καθώς η σφράγιση αποτελεί μια σχεδόν μη αναστρέψιμη διαδικασία.

«Η κλιματική αλλαγή θα μπορούσε να επιταχύνει την ένταση αυτών των απειλών για την ποιότητα του εδάφους. Εάν δεν υπάρξουν ριζικές αλλαγές στις πολιτικές και τις πρακτικές, το αγρονομικό δυναμικό της γης και της γεωργικής παραγωγικότητας θα επηρεαστεί αρνητικά σε όλο τον πλανήτη», προειδοποιεί η μελέτη του ινστιτούτου INRA.

Τέλος, στη μελέτη διαπιστώνεται ότι «υπάρχει αύξηση του βαθμού της ξένης ιδιοκτησίας των γεωργικών εκτάσεων». Η τάση αυτή είναι ιδιαίτερα αισθητή σε ορισμένες περιοχές της Μεσογειακής, Ανατολικής και Κεντρικής Ευρώπης. Οι μικροί αγρότες εκτοπίζονται κάθε χρόνο, ενώ οι μεγάλες εκμεταλλεύσεις και οι αγροτικές επιχειρήσεις διευρύνουν τη σφαίρα επιρροής τους με ταχύτατους ρυθμούς. Για παράδειγμα, στη Ρουμανία, το 0,4% των εκμεταλλεύσεων διαχειρίζεται το 49% της αγροτικής έκτασης της χώρας…