Βαμβάκι-Ηλιανθος: Δύο καλοκαιρινές μελιτοφορίες

του Βασίλη Αηδόνη, γεωπόνου-επόπτη μελισσοκομίας
στο Κέντρο Μελισσοκομίας Στερεάς Ελλάδας

Κάθε εποχή στο ημερολογιακό έτος παρουσιάζει τις ιδιαιτερότητές της, όσον αφορά την άσκηση της μελισσοκομίας. Η άριστη θεωρητική κατάρτιση του μελισσοκόμου, σε συνδυασμό με την εμπειρία της πράξης που αποκτά χρόνο με τον χρόνο, καθώς και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που τον διακρίνουν, όπως η παρατηρητικότητα, η αμεσότητα των χειρισμών του και η προσαρμογή στα νέα περιβαλλοντικά δεδομένα, έχουν ως αποτέλεσμα τη δημιουργία μιας κατάλληλα διαμορφωμένης φυσιολογικής καμπύλης ανάπτυξης των μελισσοσμηνών του, η οποία έχει ως συνιστώσα τους μήνες του ημερολογιακού έτους και τις συνθήκες θερμοκρασίας και φωτός που επικρατούν στο καθένα.

Διασφαλίζει κατ’ αυτόν τον τρόπο τη διατήρηση του μελισσοκομικού του κεφαλαίου, ελαχιστοποιώντας τις απώλειες και εκμεταλλεύεται την εποχική δυναμικότητα των μελισσιών, μεγιστοποιώντας την παραγωγή των προϊόντων της κυψέλης και κυρίως του μελιού.

Το καλοκαίρι, τα μελίσσια, σύμφωνα με τη φυσιολογική καμπύλη ανάπτυξής τους, βρίσκονται στο μέγιστο σημείο, έχοντας τον μεγαλύτερο πληθυσμό και τη μεγαλύτερη παρουσία γόνου. Παράλληλα, οι καιρικές συνθήκες που επικρατούν την εποχή αυτή δεν ευνοούν την ανθοφορία φυτών, δίχως το γεγονός αυτό να αποκλείει την παρουσία μελισσοκομικής χλωρίδας.

Δύο αξιόλογες μελιτοφορίες του καλοκαιριού είναι αυτές του βαμβακιού και του ηλίανθου οι οποίες, κάτω από ευνοϊκές συνθήκες, μπορούν να δώσουν σημαντικές ποσότητες μελιού ανά κυψέλη.

Βαμβάκι

Αποτελεί αρδευόμενη καλλιέργεια, με συνολική έκταση περίπου 2,5 εκατ. στρεμμάτων σε εθνικό επίπεδο, κυμαινόμενη κάθε χρόνο. Κύριες περιοχές παραγωγής του βαμβακιού αποτελούν η Θεσσαλία, η Κεντρική και Ανατολική Μακεδονία, η Θράκη και η Ανατολική Στερεά Ελλάδα.

Η άνθιση πραγματοποιείται από τον Ιούλιο έως τα μέσα Αυγούστου, περίοδος η οποία έχει μελισσοκομικό ενδιαφέρον τόσο για εξωανθικά νεκτάρια, και όχι καθ’ αυτό το άνθος του βαμβακιού, που επισκέπτονται οι μέλισσες, όσο και τις μελιτώδεις εκκρίσεις που μπορεί να συλλέξουν από αφίδες που παρασιτούν πάνω στα φυτά. Ιδανικές συνθήκες νεκταροέκκρισης είναι ο μαλακός καιρός με θερμοκρασίες 25-35οC και υψηλή εδαφική υγρασία. Η συλλογή γύρης στο βαμβάκι δεν είναι σημαντική, γιατί η γύρη του δεν ελκύει ιδιαίτερα τις μέλισσες.

Η καλλιέργεια νέων υβριδίων τα τελευταία χρόνια έχει παρατηρηθεί ότι αποδίδει μειωμένες ποσότητες νέκταρος στις μέλισσες, ενώ η αλόγιστη, πολλές φορές, χρήση εντομοκτόνων σκευασμάτων, ιδιαίτερα μελισσοτοξικών, προκαλεί εκατόμβες νεκρών στα μελισσοσμήνη που μεταφέρουν οι μελισσοκόμοι στις καλλιέργειες βαμβακιού.

Τα δύο αυτά δεδομένα οδηγούν αρκετούς μελισσοκόμους στην απόφαση να αποφεύγουν τη μεταφορά αυτή. Εδώ πρέπει να τονιστεί ότι, σύμφωνα με μελέτη του ΑΠΘ, ο κίνδυνος επιβάρυνσης του παραγόμενου προϊόντος, του βαμβακόμελου, κατά τη χρήση των σκευασμάτων αυτών, εμφανίζεται μειωμένος, δηλαδή το μέλι δεν επιβαρύνεται με επικίνδυνες δραστικές ουσίες.

Ωστόσο, λόγω της μείωσης του πληθυσμού, μειώνεται και η παραγόμενη ποσότητα μελιού.

Χαρακτηριστικά του βαμβακόμελου

Το μέλι από βαμβάκι αποτελεί αμιγή κατηγορία ελληνικού μελιού και οι φυσικοχημικές παράμετροί του ορίζονται από την ΚΥΑ αριθμ. 127/2004 (ΦΕΚ239/Β/23-2-2005). Χαρακτηρίζεται από κίτρινο πορτοκαλί χρώμα και μέτρια ένταση στο άρωμα και στη γεύση.

Το μέλι από βαμβάκι κρυσταλλώνει γρήγορα και το γεγονός αυτό αποτελεί άλλον ένα αποτρεπτικό παράγοντα για τους μελισσοκόμους και τη μετακίνησή τους στις βαμβακοκαλλιέργειες, αφού ο Έλληνας καταναλωτής εσφαλμένα αποφεύγει το κρυσταλλωμένο μέλι, θεωρώντας το κατώτερης ποιότητας ή ακόμα και νοθευμένο. Η κρυστάλλωση αποτελεί φυσικό φαινόμενο των ανθόμελων και ο λόγος των σακχάρων φρουκτόζη/γλυκόζη που περιέχει το μέλι καθορίζει την ταχύτητα εκδήλωσης αυτού.

Το βαμβακόμελο έχει υψηλή συγκέντρωση υπεροξειδίου του υδρογόνου, την υψηλότερη σε σχέση με άλλα μέλια, δεδομένο που του προσδίδει έντονη βακτηριοστατική δράση. Χρησιμοποιείται στην παρασκευή καλλυντικών, ενώ θεωρείται ιδιαίτερα ευεργετικό για την ωφέλιμη χλωρίδα του παχέος εντέρου. Οι μελισσοκόμοι, τέλος, κάνουν χρήση του μελιού από βαμβάκι στην παρασκευή μελισσοτροφών, δίνοντας έτσι σχετική ποιότητα στη διατροφή των μελισσιών τους όταν η φύση, λόγω ιδιαίτερων συνθηκών, δεν τους παρέχει νέκταρ.

Ηλίανθος

Αποτελεί ξηρική ή ποτιστική καλλιέργεια ενεργειακού φυτού και τα τελευταία χρόνια έχει αποκτήσει δυναμική με τις καλλιεργούμενες εκτάσεις να προσεγγίζουν το 1 εκατ. στρέμματα. Η Μακεδονία και η Θράκη είναι οι κύριες περιοχές καλλιέργειας του ηλίανθου, ενώ παρατηρείται η επέκταση της καλλιέργειας στη Θεσσαλία και στη Στερεά Ελλάδα. Η ανθοφορία λαμβάνει χώρα κυρίως τους μήνες Ιούλιο και Αύγουστο.

Ιδανικές συνθήκες νεκταροέκκρισης είναι η απουσία ξηρασίας με θερμοκρασίες 30-35οC. Η γύρη του ηλίανθου είναι χαμηλής ποιότητας και το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με την έντονη νεκταροέκκριση, αλλά και την έλλειψη γυρεοδοτικών κηπευτικών καλλιεργειών πλησίον, καθιστά επιτακτική τη μεταφορά των μελισσιών μετά τον τρύγο σε γυρεοδοτική ανθοφορία, για την αναζωογόνησή τους σε γέννα και πληθυσμό.

Στην καλλιέργεια του ηλίανθου σπάνια εφαρμόζονται φυτοθεραπευτικά σκευάσματα. Ως εκ τούτου, δεν ενέχει κίνδυνο η μεταφορά των μελισσιών σε αυτήν, όπως αντίστοιχα στο βαμβάκι. Οι ποσότητες του παραγόμενου μελιού κυμαίνονται από 15-20 κιλά ανά κυψέλη και με ευνοϊκές συνθήκες μπορεί να ξεπεράσει τα 40 κιλά, κάνοντάς τη μία εξαιρετική επιλογή για τον μελισσοκόμο.

Όμως, η συλλογή του μελιού αποτελεί κοπιαστική εργασία για τις μέλισσες αφού το κόμμι, η κολλώδης ουσία που εκκρίνεται στις ταξιανθίες και στα φύλλα του φυτού, κολλά στο σώμα των συλλεκτριών, προκαλώντας τραυματισμούς και μείωση του προσδόκιμου ζωής.

Το μέλι ηλίανθου αποτελεί αμιγή κατηγορία ελληνικού μελιού και οι φυσικοχημικές παράμετροί του ορίζονται από την ΚΥΑ αριθμ. 127/2004 (ΦΕΚ239/Β/23-2-2005). Έχει ιδιαίτερο κίτρινο χρώμα, λεπτό άρωμα και γλυκιά γεύση. Το μέλι ηλίανθου κρυσταλλώνει γρήγορα, αποκτώντας βουτυρώδη υφή και είναι ευαίσθητο στη θέρμανση.

Είναι πλούσιο σε πολυφαινόλες, οι οποίες είναι γνωστό ότι έχουν αντιφλεγμονώδεις και αντικαρκινικές ιδιότητες.