Τα βασικά αποτελέσματα της μεγάλης πανελλαδικής αγροτικής έρευνας της GAIA ΕΠΙΧΕΙΡΕΙΝ

των Βικτωρίας Αποστολοπούλου, Αντώνη Ανδρονικάκη

Το ενδιαφέρον της αγροτικής αλλά και της ευρύτερης κοινής γνώμης συγκέντρωσε η εισαγωγική εκδήλωση πριν από την έναρξη του 8ου πανελλήνιου συνεδρίου της GAIA ΕΠΙΧΕΙΡΕΙΝ, µε θέµα «Το στρατηγικό σχέδιο της ΚΑΠ: προτεραιότητες και προϋποθέσεις για την πράσινη και ψηφιακή µετάβαση του συστήματος τροφίμων».

Κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης, παρουσιάστηκε µια µεγάλη καινοτοµία: «Η Πανελλαδική Αγροτική Έρευνα για την Ετοιµότητα και Ευαισθητοποίηση του Αγροτικού Πληθυσµού σε σχέση µε τον Πράσινο και Ψηφιακό Μετασχηµατισµό της Ελληνικής Γεωργίας».

Προκειμένου να γίνει ευρύτερα κατανοητός ο τρόπος με τον οποίο τόσο οι αγρότες όσο και οι γεωργικοί σύμβουλοι αντιλαμβάνονται τις προκλήσεις και τις πολιτικές προτεραιότητες που σχετίζονται με τον πράσινο και ψηφιακό μετασχηματισμό, η έρευνα είχε και ποιοτική διάσταση. Η κλιματική αλλαγή, ο αντίκτυπος των γεωργικών πρακτικών στο περιβάλλον, ο ρόλος της γνώσης, της καινοτομίας των ψηφιακών τεχνολογιών, των συλλογικών σχημάτων, αλλά και οι καταναλωτικές ανάγκες βρέθηκαν στο επίκεντρο της έρευνας, με τα κυριότερα αποτελέσματά της να παρουσιάζονται παρακάτω.

A

Η ποιοτική διάσταση

 

Η πρόκληση της βιωσιμότητας

Η πλέον αναγνωρίσιμη και δημοφιλής πολιτική μεταξύ των αγροτών είναι η ΚΑΠ, σύμφωνα με τις απαντήσεις των ερωτηθέντων, για την οποία, όμως, οι περισσότεροι θεωρούν ότι δεν είναι επαρκώς ενημερωμένοι. Επίσης, ελλιπέστατη είναι η ενημέρωση σχετικά με τη νέα ΚΑΠ, αλλά και με την Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία και τις στρατηγικές της ΕΕ «Από το Αγρόκτημα στο Πιάτο» και «Βιοποικιλότητα». Οι γεωπόνοι, από την άλλη πλευρά, είναι γνώστες των ευρωπαϊκών πολιτικών και συμβάλλουν στην ενημέρωση των αγροτών, οι οποίοι, όπως καταγράφεται, βασίζονται σε αυτούς, προκειμένου να ενημερωθούν για τα εν λόγω θέματα.

Όσον αφορά την εφαρμογή των ευρωπαϊκών στρατηγικών, η επιδότηση φαίνεται να είναι ένα κίνητρο στην πρόθεση των αγροτών να εμπλακούν σε πρακτικές όπως η μείωση χρήσης χημικών φυτοφαρμάκων, λιπασμάτων, αντιβιοτικών ή σε μικρότερο βαθμό η εφαρμογή αγρανάπαυσης. Επίσης, υποστηρίζουν ότι η μετάβαση σε «πράσινες» πρακτικές πρέπει να γίνει σταδιακά, ώστε να προσαρμοστούν χωρίς μεγάλες επιπτώσεις στο επάγγελμά τους.

Κλιματική αλλαγή

Τις αρνητικές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στις καλλιέργειες βλέπουν οι αγρότες, καθώς το σύνολο των ερωτηθέντων θεωρεί ότι η κλιματική αλλαγή τούς επηρεάζει ήδη αρνητικά, συχνά σε μεγάλο βαθμό. Επίσης, θεωρούν ότι η κλιματική αλλαγή επηρεάζει έντονα το επάγγελμα και την παραγωγή τους και επισημαίνουν ότι πρέπει να ληφθούν οικονομικά μέτρα για να μπορέσουν να αντεπεξέλθουν στις συνέπειές της. Τα μέτρα αυτά πρέπει να ληφθούν, σύμφωνα με τις απαντήσεις τους, τόσο από τους ίδιους τους αγρότες, αλλά και από τα κράτη και τις βιομηχανίες.

Κάποιες από τις προληπτικές παρεμβάσεις που καταγράφηκαν είναι η πραγματοποίηση αντιπλημμυρικών και αντιπυρικών έργων, η έγκαιρη ενημέρωση των αγροτών για απρόβλεπτα ακραία φαινόμενα και οι ψηφιακές εφαρμογές, οι οποίες παρέχουν τη δυνατότητα υπολογισμού των διαθέσιμων πόρων (π.χ. νερού) ανά περιοχή. Επίσης, όσοι είναι μέλη σε συνεταιρισμούς σημείωσαν ότι οι συνεταιρισμοί ήδη κάνουν προσπάθειες, προκειμένου να προσανατολίσουν τους παραγωγούς σε νέους, φιλικότερους για το περιβάλλον, βιώσιμους τρόπους καλλιέργειας/εκτροφής που ταυτόχρονα είναι αποδοτικοί οικονομικά.

Η σύνδεση των πρακτικών γεωργικής παραγωγής με τον αντίκτυπο σε περιβάλλον/κλίμα

Νέες καλλιεργητικές πρακτικές, ώστε να γίνει πιο φιλικός στο περιβάλλον ο τρόπος παραγωγής, πιστεύουν ότι πρέπει να αποκτήσουν οι συμμετέχοντες, σύμφωνα με τις απαντήσεις τους. Πιο συγκεκριμένα, οι περισσότεροι πιστεύουν ότι, παρά τη βελτίωση σε σχέση με το παρελθόν, ο τρόπος παραγωγής εξακολουθεί να μην είναι φιλικός προς το περιβάλλον και ότι θα πρέπει να καταβάλουν και οι ίδιοι περισσότερες προσπάθειες προς αυτή την κατεύθυνση.

Παραδείγματα νέων καλλιεργητικών πρακτικών που θα μπορούσαν να υιοθετήσουν είναι, σύμφωνα με τις απαντήσεις τους, η μείωση της χρήσης λιπασμάτων και της κατάχρησης του νερού. Ωστόσο, εκτιμούν ότι σε περίπτωση κάθετης εφαρμογής και χωρίς ορθή καθοδήγηση, θα υπάρξουν απώλειες σε αποδόσεις/παραγωγικότητα.

Βιολογική παραγωγή και ευφυής γεωργία

Πολλοί είναι οι αγρότες που γνωρίζουν τις βιολογικές μεθόδους παραγωγής, χωρίς όμως να τις εφαρμόζουν στις καλλιέργειές τους. Ένας βασικός λόγος φάνηκε πως είναι το υψηλό κόστος μετατροπής ή διατήρησης.

Από την άλλη, καταγράφηκε ότι όσοι εφαρμόζουν βιολογικές μεθόδους παραγωγής ανέφεραν τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν, όπως την εμφάνιση παραγόντων που δεν μπορούν να καταπολεμηθούν με μη επεμβατικό τρόπο. Ορισμένοι εκ των ερωτηθέντων που έχουν εφαρμόσει βιολογικές μεθόδους παραγωγής στο παρελθόν θα ήθελαν να τις συνδυάσουν με την ευφυή γεωργία, προσδοκώντας ενισχυμένα οφέλη. Όσον αφορά τη χρήση της ευφυούς γεωργίας, οι αγρότες, σύμφωνα με την έρευνα, είναι εν γένει θετικοί, καθώς πιστεύουν ότι θα προσφέρει στοχευμένη λύση στα προβλήματα που αντιμετωπίζουν, εξοικονομώντας εφόδια και πόρους.

Ως καταλυτικοί παράγοντες στη χρήση της ευφυούς γεωργίας καταγράφηκαν το κόστος εισόδου και η εκπαίδευση.

Γνώση, καινοτομία και ψηφιοποίηση

Η γνώση καταγράφηκε από όλους τους συμμετέχοντες ως ένα απαραίτητο εφόδιο για τη δουλειά τους, που θα τους επιτρέψει να είναι αποδοτικοί και να προσαρμόζονται στις μεταβαλλόμενες συνθήκες. Ορισμένοι τόνισαν την ανάγκη πρωταρχικής και διά βίου εκπαίδευσης οποιουδήποτε ασχολείται με τον χώρο.

Αντίστοιχη, όμως, είναι η στάση τους και για την καινοτομία, καθώς η πλειονότητα των συμμετεχόντων θεωρεί ότι η καινοτομία είναι πολύ σημαντική, με ένα μικρό ποσοστό να δηλώνει ότι υπάρχει αμφιβολία ως προς τον τρόπο υιοθέτησής της και το άμεσο όφελος που προκύπτει. Το κόστος αποτελεί και σε αυτή την περίπτωση καθοριστικό παράγοντα για την εφαρμογή και υιοθέτηση των καινοτομιών, ενώ σε γενικές γραμμές η καινοτομία γίνεται αντιληπτή ως σχεδόν ταυτόσημη με τις νέες ψηφιακές τεχνολογίες.

Η ηλικία φαίνεται να επηρεάζει την υιοθέτηση των καινοτομιών. Σύμφωνα με την έρευνα, οι απαντήσεις των ερωτηθέντων ποικίλλουν ανάλογα με την ηλικία τους, σε ό,τι έχει να κάνει με τον ψηφιακό μετασχηματισμό και το κατά πόσο αισθάνονται ότι έχουν τις δεξιότητες για να τον διαχειριστούν. Η πλειονότητα των ερωτηθέντων ηλικίας κάτω των 55 ετών είτε χρησιμοποιεί ήδη σε ικανοποιητικό βαθμό την τεχνολογία ή/και τις ψηφιακές εφαρμογές στην παραγωγική διαδικασία, είτε σκοπεύει να το κάνει. Από την άλλη πλευρά, το μεγαλύτερο ποσοστό των συμμετεχόντων από μεγαλύτερες ηλικιακές ομάδες ανέφερε ότι περιμένει από τη νεότερη γενιά να ασχοληθεί με αυτό το θέμα.

Η χρηματοδότηση, η ενημέρωση και η εκπαίδευση στην πρακτική χρήση αναφέρθηκαν ως κίνητρα για τη χρήση της τεχνολογίας. Όσον αφορά τις ψηφιακές εφαρμογές, η πλειονότητα δήλωσε ότι είναι διατεθειμένη να καταβάλει ένα λογικό κόστος, εφόσον υπάρχει προοπτική κέρδους.

Γεωργικοί σύμβουλοι

Σχετικά με τη συνεργασία με τους γεωργικούς συμβούλους καταγράφηκε ότι κυρίως οι νεότεροι αγρότες απευθύνονται σε γεωργικούς συμβούλους, λόγω χρηματοδοτούμενων προγραμμάτων στα οποία συμμετέχουν. Όσοι δεν επιλέγουν να συνεργαστούν με γεωργικούς συμβούλους το κάνουν είτε λόγω κόστους, είτε επειδή θεωρούν ότι οι ίδιοι κατέχουν τη σχετική, συχνά πολυετή, εμπειρία και τις απαιτούμενες γνώσεις. Παρ’ όλα αυτά, ένα μεγάλο μέρος των συμμετεχόντων θεωρεί ότι είναι πολύ σημαντική η συμβολή των γεωπόνων στο έργο τους και επιθυμεί την περαιτέρω ανάμειξη αυτών και στην εφαρμογή των καλλιεργητικών πρακτικών.

Συλλογικά σχήματα

Σύμφωνα με την έρευνα, το μεγαλύτερο ποσοστό των ερωτηθέντων γνωρίζει πόσο σημαντική είναι η λειτουργία των συλλογικών σχημάτων και τα οφέλη που μπορούν να αποφέρουν ιδιαίτερα στην αντιμετώπιση των κοινών προβλημάτων και προκλήσεων. Ωστόσο, η κακή διαχείριση, οι περιπτώσεις διαφθοράς και η νοοτροπία όσων διοικούν τους συνεταιρισμούς αναφέρθηκαν ως κύριοι λόγοι μη ένταξης σε αυτούς.

Ο ρόλος των αγροτών στην εφοδιαστική αλυσίδα τροφίμων

Το σύνολο των αγροτών της έρευνας θεωρεί ότι η συνεργασία με άλλους παραγωγούς στο πλαίσιο Οργανώσεων Παραγωγών, Αγροτικών Συνεταιρισμών και Ομάδων Παραγωγών μπορεί να τους βοηθήσει στην ισχυροποίηση της θέσης τους στην αλυσίδα τροφίμων, αρκεί να αλλάξουν ριζικά η νοοτροπία και ο τρόπος διαχείρισης, καθώς αντίστοιχες πρωτοβουλίες στο παρελθόν δεν είχαν αποτέλεσμα. Ακόμα δύο στοιχεία που καταγράφηκαν από πολλούς ως χρήσιμα εργαλεία για την ισχυροποίηση της θέσης των αγροτών στην αλυσίδα τροφίμων είναι η γνώση και η καινοτομία.

Οι καταναλωτικές και κοινωνικές ανάγκες

Όσον αφορά τις ανάγκες των καταναλωτών, οι ερωτηθέντες στο σύνολό τους συμφωνούν ότι οι σύγχρονοι καταναλωτές αναζητούν ασφαλή τρόφιμα με καλή σχέση ποιότητας-τιμής και δίχως τη χρήση χημικών στη διαδικασία παραγωγής. Σε γενικές γραμμές, οι ερωτηθέντες πιστεύουν ότι οι καταναλωτές δεν έχουν καλή άποψη για τους αγρότες και συμφωνούν ότι τους αντιμετωπίζουν με σκεπτικισμό και καχυποψία. Τέλος, η πλειονότητα αναφέρει ότι οι πολίτες δεν γνωρίζουν τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι αγρότες και ότι μόνο μία μερίδα των καταναλωτών αντιλαμβάνεται τα προβλήματα των αγροτών, χωρίς όμως να είναι σε θέση να τα κατανοήσει σε βάθος.

Β

Τα συμπεράσματα

 

Την ιδιαίτερα θετική στάση των παραγωγών απέναντι σε έννοιες που σχετίζονται με την πράσινη και ψηφιακή μετάβαση (γνώση 82%, καινοτομία 72%, προσαρμοστικότητα/αλλαγή 65%, ψηφιακή τεχνολογία 63%, πράσινη οικονομία 62%), αποτυπώνει η πανελλαδική έρευνα. Σε ό,τι αφορά όμως τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνονται την πράσινη και ψηφιακή μετάβαση πιο συγκεκριμένα, αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι η θετική και η αρνητική στάση σχεδόν ισοψηφούν (31% κίνητρο, 24% ευκαιρία, 26% σκεπτικισμός, 15% ανησυχία).

Σύμφωνα με τους συντάκτες της έρευνας, θα πρέπει εξίσου να τονιστεί ότι σε ποσοστό 30% την αντιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, και ως αναγκαιότητα. Όπως αναφέρουν στη συνέχεια, το τελευταίο συμπέρασμα ενισχύεται και από τις απαντήσεις στο εξειδικευμένο ερώτημα σε σχέση με το κατά πόσο αξιολογούν ως επείγουσα τη διπλή μετάβαση, όπου ο μέσος όρος των θετικών απαντήσεων είναι αρκετά υψηλός (6,98/10).

Παράλληλα, όταν τίθεται το ζήτημα της αντιμετώπισης του αντικτύπου της γεωργικής δραστηριότητας στο περιβάλλον και στη δημόσια υγεία, σε ποσοστό 82% θεωρούν σημαντική την υιοθέτηση πιο φιλικών προς το περιβάλλον μεθόδων αγροτικής παραγωγής και σε ποσοστό 79% τη χρήση νέων τεχνολογιών. Ωστόσο, στη συντριπτική τους πλειονότητα (72%) θεωρούν ότι η πράσινη/οικολογική μετάβαση δεν θα πρέπει να θέσει σε κίνδυνο την παραγωγικότητα/ανταγωνιστικότητα του αγροτικού τομέα.

Από τα αποτελέσματα της έρευνας προκύπτει επίσης ότι οι αγρότες είναι διατεθειμένοι να αναλάβουν το οικονομικό ρίσκο, εφόσον το κόστος της χρήσης των νέων τεχνολογιών είναι λογικό και υπάρχει η προοπτική κέρδους

Σε ό,τι αφορά ειδικότερα το ζήτημα της ψηφιακής μετάβασης, ορισμένα βασικά συμπεράσματα που θα πρέπει να συγκρατηθούν, σύμφωνα με τους μελετητές είναι τα παρακάτω:

Πρόσβαση: Ποσοστό 37% δηλώνει ότι δεν έχει πρόσβαση σε γρήγορο ίντερνετ, ενώ 27% δεν διαθέτει καμία ηλεκτρονική συσκευή (laptop/PC, smartphone, tablet).

Ψηφιακές δεξιότητες: Το 82% των ερωτηθέντων χαρακτηρίζει το επίπεδο των ψηφιακών δεξιοτήτων του μέτριο/χαμηλό. Ως βασικό εμπόδιο, οι αγρότες εντοπίζουν κυρίως την έλλειψη οποιασδήποτε σχέσης με την τεχνολογία (30%), την έλλειψη χρόνου (29%) και κατά πολύ λιγότερο την έλλειψη ευκαιριών κατάρτισης (15%), όπως τείνει να θεωρείται.

Όπως αναφέρουν οι μελετητές, αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να ενισχυθούν οι πολιτικές/πρωτοβουλίες συμφιλίωσης των παραγωγών με την ψηφιακή τεχνολογία και ενημέρωσής τους σε σχέση με τα οφέλη της, συνυπολογίζοντας την ιδιαιτερότητα του αγροτικού επαγγέλματος που αφήνει ελάχιστο ελεύθερο χρόνο στους παραγωγούς.

Ένα στοιχείο που επισημαίνεται και προέκυψε από το ποιοτικό κομμάτι της έρευνας είναι η διαφοροποίηση μεταξύ αγροτών μεγαλύτερης ηλικίας και νέων αγροτών, με τις νεότερες γενιές να επιζητούν υποστήριξη μέσω πρόσβασης σε εφαρμοσμένη και εξειδικευμένη γνώση από ειδικούς και σε πρακτική εκπαίδευση, προκειμένου να αντιμετωπίσουν τις σύνθετες προκλήσεις της εποχής.

Χρήση τεχνολογίας: Η πολύ μικρή αξιοποίηση της τεχνολογίας για τη βελτίωση της παραγωγικής δραστηριότητας αποτελεί ακόμα ένα εύρημα της έρευνας. Ελάχιστοι (14%) δηλώνουν ότι αξιοποιούν το διαδίκτυο για τη βελτίωση/παρακολούθηση της παραγωγικής δραστηριότητας, ενώ σε σχέση με τη χρήση smartphone, η πιο δημοφιλής υπηρεσία αφορά την πρόγνωση του καιρού (88%), ενώ η λιγότερο δημοφιλής τις εφαρμογές ευφυούς γεωργίας (7%). Ωστόσο, το 39% των ερωτηθέντων δηλώνει ότι κάνει ήδη κάποια χρήση νέων τεχνολογιών στην παραγωγική διαδικασία, το 32% εκφράζει την επιθυμία να τις υιοθετήσει, ενώ μία σημαντική μερίδα (27%) απαντά ότι δεν προτίθεται να το κάνει. Στην περίπτωση εκείνων που έχουν ήδη ενσωματώσει την τεχνολογική διάσταση στην παραγωγική διαδικασία, οι δημοφιλέστερες επιλογές χρήσης αφορούν την καταγραφή των καλλιεργητικών εργασιών (28%) και τη λήψη δορυφορικών εικόνων (27%).

Σύμφωνα με τους μελετητές, από τα παραπάνω προκύπτει ο χαμηλός βαθμός διείσδυσης ψηφιακών εφαρμογών και υπηρεσιών που έχουν ουσιαστικό αντίκτυπο στην ενίσχυση της οικονομικής και περιβαλλοντικής βιωσιμότητας των γεωργικών εκμεταλλεύσεων, όπως η ευφυής γεωργία/συμβουλευτική.

Όσον αφορά τον βαθμό ενημέρωσης σε σχέση με τις πολιτικές προτεραιότητες της ΕΕ που σχετίζονται με την πράσινη και ψηφιακή μετάβαση (Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία, Κοινή Αγροτική Πολιτική – ΚΑΠ μετά το 2023), οι ερωτηθέντες δηλώνουν σε πολύ υψηλό ποσοστό (73%) ότι έχουν ελάχιστη ή καθόλου γενική ενημέρωση σε σχέση με τη μελλοντική εφαρμογή της πολιτικής που τους αφορά άμεσα, δηλαδή της ΚΑΠ, ενώ μόλις το 28% γνωρίζει ότι η ψηφιοποίηση αποτελεί οριζόντιο στόχο αυτής, ο οποίος υπηρετεί την οικολογική μετάβαση της γεωργίας.

Ευθύνη για τη μετάβαση

Όπως αναφέρεται στα συμπεράσματα της έρευνας, είναι αξιοσημείωτο το γεγονός ότι ο αγροτικός πληθυσμός δηλώνει σε ιδιαίτερα υψηλό ποσοστό (66%) ότι αισθάνεται υπεύθυνος για την πράσινη και ψηφιακή μετάβαση. Το υψηλό αίσθημα ευθύνης, όσον αφορά ειδικά την πράσινη μετάβαση, φαίνεται να προκύπτει και από τις απαντήσεις περί των ευρύτερων ευθυνών τους απέναντι στο κοινωνικό σύνολο, όπως παρουσιάζεται στην τελευταία παράγραφο των συμπερασμάτων.

Όσον αφορά τον ρόλο του κράτους, θα πρέπει να σημειωθεί ότι σχεδόν οι μισοί (47%) απαντούν ότι δεν ανταποκρίνεται στην ευθύνη που φέρει ειδικά σε σχέση με την προώθηση της έρευνας και της καινοτομίας, οι οποίες αποτελούν καταλύτη για την επιτυχημένη και αποτελεσματική μετάβαση. Όπως προέκυψε και από την ποιοτική έρευνα, ιδιαίτερη προσοχή και σημασία πρέπει να δοθεί στον παράγοντα της εμπιστοσύνης προς τους θεσμούς, καθώς διαπιστώνεται σημαντικό έλλειμμα εμπιστοσύνης των παραγωγών στην πολιτεία και στις πρωτοβουλίες που αναλαμβάνει για την ενημέρωσή τους σε σχέση με τα υφιστάμενα και μελλοντικά χρηματοδοτούμενα προγράμματα και πολιτικές. Οι έντονες απόψεις που καταγράφηκαν υποδηλώνουν την ανάγκη ουσιαστικών και άμεσων παρεμβάσεων που θα αντιμετωπίσουν το έλλειμμα αυτό.

Κίνητρα και αντικίνητρα

Ένα ιδιαίτερα κρίσιμο συμπέρασμα ως προς τη διαμόρφωση πολιτικών και εργαλείων στήριξης για την επιτάχυνση της πράσινης και ψηφιακής μετάβασης προκύπτει από το γεγονός ότι μεταξύ των αγροτών που κάνουν ήδη χρήση νέων τεχνολογιών στην παραγωγή, οι λόγοι που τους οδήγησαν σε αυτή την απόφαση είναι κυρίως οικονομικοί, δηλαδή η αύξηση της παραγωγικότητας (53%), η μείωση του κόστους παραγωγής (39%) και η αποτελεσματικότερη προστασία από κινδύνους (25%). Αυτό σημαίνει ότι για την αποτελεσματικότερη διάχυση της ψηφιακής καινοτομίας μεταξύ του αγροτικού πληθυσμού θα πρέπει να δοθεί έμφαση στη βελτίωση της οικονομικής διάστασης της παραγωγικής διαδικασίας.

Όσον αφορά τα κίνητρα που θα λειτουργούσαν ενθαρρυντικά για τη χρήση νέων τεχνολογιών στην παραγωγική διαδικασία, η διαθέσιμη χρηματοδότηση (42%) και οι εθνικές/ευρωπαϊκές πολιτικές στήριξης (20%) φαίνεται να κυριαρχούν μεταξύ των ερωτηθέντων.

Από τα αποτελέσματα της ποιοτικής έρευνας προκύπτει επίσης ότι οι αγρότες είναι διατεθειμένοι να αναλάβουν το οικονομικό ρίσκο, εφόσον το κόστος της χρήσης των νέων τεχνολογιών είναι λογικό και υπάρχει η προοπτική κέρδους. Αυτή είναι μια ιδιαίτερα σημαντική διάσταση του ζητήματος των κινήτρων-αντικινήτρων, καθώς καταδεικνύει την ανάγκη τεκμηριωμένης και συστηματικής ενημέρωσης του αγροτικού πληθυσμού σε σχέση με τα οικονομικά οφέλη που προκύπτουν από την υιοθέτηση ψηφιακών λύσεων.

Ενδιαφέρον σημείο που επισημαίνεται είναι ότι, παρά τις χαμηλές ψηφιακές δεξιότητες του αγροτικού πληθυσμού, δεδομένο που προκύπτει και από την αυτοαξιολόγησή τους στο πλαίσιο της παρούσας έρευνας, δεν φαίνεται να τις αναγνωρίζει ως αποτρεπτικό παράγοντα (5%).

Ο ειδικός ρόλος της γνώσης και της καινοτομίας

Οι απαντήσεις σε σχέση με την αξιοποίηση των γεωργικών συμβούλων από πλευράς ερωτηθέντων έρχονται να επιβεβαιώσουν το διαπιστωμένο έλλειμμα γνώσης μεταξύ του αγροτικού πληθυσμού της χώρας, καθώς το 62% των αγροτών που συμμετείχαν στην έρευνα απαντά ότι δεν έχει λάβει ποτέ υποστήριξη από γεωργικό σύμβουλο. Αξίζει, βέβαια, να σημειωθεί ότι μεταξύ εκείνων που αξιοποιούν τις γεωργικές συμβουλές, ο βαθμός ικανοποίησης είναι ιδιαίτερα υψηλός (77%), ενώ θα πρέπει να τονιστεί ότι στις περισσότερες των περιπτώσεων οι αγρότες απευθύνονται στους γεωπόνους των αγροτικών συνεταιρισμών (39%), σε ιδιωτικά γραφεία συμβούλων (24%) ή σε καταστήματα αγροεφοδίων (20%) και πολύ λιγότερο στις αρμόδιες κρατικές υπηρεσίες (8%).

Τέλος, σύμφωνα με τους συντάκτες της μελέτης, εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι παρά τη μη αξιοποίηση των γεωργικών συμβούλων από την πλειονότητα των ερωτηθέντων, αλλά και το χαμηλό εκπαιδευτικό τους επίπεδο (36% έως πρωτοβάθμια εκπαίδευση, 40% έως δευτεροβάθμια εκπαίδευση), οι έννοιες της γνώσης (82%) και της καινοτομίας (72%) φαίνεται ότι συγκεντρώνουν την υψηλότερη θετική αντίληψη μεταξύ των συμμετεχόντων αγροτών.