ΔιαΝΕΟσις: Η ελληνική γεωργία και αγροδιατροφή μετά την πανδημία

ΔιαΝΕΟσις: Η Ελληνική γεωργία και αγροδιατροφή μετά την πανδημία

Ηπανδημία της Covid-19 είχε άμεσες, παράπλευρες, βραχυχρόνιες και μακροχρόνιες επιπτώσεις στο σύστημα αγροδιατροφής, τοπικά και σε παγκόσμιο επίπεδο. Κάποιες από τις επιπτώσεις τις πανδημίας στην αγροδιατροφή μπορεί να μείνουν μαζί μας για πολύ μεγάλο διάστημα –ίσως και για πάντα.

Η πανδημία ενίσχυσε την αντίληψή μας για τον σημαντικό ρόλο της παραγωγής και διανομής τροφίμων στο περιβάλλον, στο κλίμα και στην οικονομική ανάπτυξη και συνέβαλε σημαντικά στη διαμόρφωση της νέας κοινής αγροτικής πολιτικής (ΚΑΠ). Όπως κάθε κρίση, μαζί με την καταστροφή, η πανδημία δίνει μια ευκαιρία για την ελληνική γεωργία και διατροφή. Θα ήταν χρήσιμο, αυτή την φορά, αυτή η κρίση να μην αφεθεί να πάει χαμένη.

Δύο ήταν οι μεγάλοι επικείμενοι κίνδυνοι που εκφράστηκαν όταν ξέσπασε η πανδημία Covid-19: η ασφάλεια τροφίμων και η επισιτιστική επάρκεια. Τα περιοριστικά μέτρα που έλαβαν οι περισσότερες κυβερνήσεις του πλανήτη δημιούργησαν εμπλοκές και καθυστερήσεις στις παγκόσμιες εφοδιαστικές αλυσίδες τροφίμων, στις μεταφορές και στη μετακίνηση εργατικού προσωπικού. Σε σημαντικό βαθμό επηρεάστηκε και θα συνεχίσει να αλλάζει η δομή της ζήτησης, ενώ δεν επηρεάστηκε παρά ελάχιστα η συνολική προσφορά των τροφίμων. Σε πολλά κέντρα αποφάσεων πολιτικής η σφραγίδα της πανδημίας στην αγροτική πολιτική ίσως μείνει ανεξίτηλη, κυρίως επειδή επιβεβαίωσε την επιλογή προς την αειφόρο ανάπτυξη. Μια τέτοια πολιτική είναι και η στρατηγική “Απ’ το Αγρόκτημα στο Πιάτο” (ΑΑΣΠ) της Ε.Ε.. Κατά πόσο όλα αυτά θα επηρεάσουν την παραγωγή και διανομή τροφίμων και το αγροτικό εισόδημα, είναι κάτι που δεν το γνωρίζουμε με ακρίβεια ακόμη.

Οι Νέοι Ελληνικοί Συνεταιρισμοί

Καθώς η πανδημία είναι πάρα πολύ πρόσφατη και τα οικονομικά στοιχεία ελάχιστα, επιχειρούμε μια ανάλυση των επιπτώσεων της πανδημίας στην ελληνική αγροδιατροφή, εξετάζοντας πώς εξελίχθηκε ο συγκεκριμένος τομέας μέσα από την οικονομική κρίση της δεκαετίας 2008-2017. Παρά το ότι οι δύο κρίσεις δεν είναι κατ’ αρχήν όμοιες, είναι και οι δυο εξωγενείς και επηρέασαν κατά ένα μεγάλο βαθμό το εισόδημα και άρα τη ζήτηση. Έτσι τα μαθήματα από την οικονομική κρίση μπορούν να χρησιμοποιηθούν και ως διδάγματα για την τρέχουσα κρίση της πανδημίας η οποία, την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές, δεν έχει περάσει ακόμη.

Ασφάλεια και εξασφάλιση τροφίμων

Ηπανδημία λειτούργησε ως μεγεθυντικός φακός για να ξανακοιτάξουμε με προσοχή τον τρόπο που παράγονται, μεταποιούνται και καταναλώνονται τα τρόφιμα παγκοσμίως. Πώς αυτές οι μέθοδοι και τα συστήματα παραγωγής επιβαρύνουν το περιβάλλον, αλλάζουν το κλίμα ενώ ταυτόχρονα φτάνουν καθημερινά και μπαίνουν στο σπίτι, στο πιάτο και στο σώμα κάθε κατοίκου του πλανήτη. Ή μάλλον, πιο σωστά, σχεδόν κάθε μέρα και σχεδόν κάθε ανθρώπου, διότι 690 εκατομμύρια άνθρωποι (8,9% του παγκόσμιου πληθυσμού) πηγαίνουν να κοιμηθούν νηστικοί κάθε βράδυ, 9 εκατομμύρια άνθρωποι πεθαίνουν κάθε χρόνο από πείνα και το ένα τρίτο από αυτούς τους θανάτους είναι θάνατοι παιδιών. Η γεωργία και οι γεωργοί κατάφεραν μέσα στις 10 χιλιετίες που υπάρχει αγροτική παραγωγή να παράγουν αρκετά τρόφιμα για να θρέψουν τον πλανήτη. Το σύστημα αγροδιατροφής και το ευρύτερο παγκόσμιο οικονομικό σύστημα, όμως, δεν καταφέρνει πάντα να διανέμει την παραγόμενη τροφή σε όσους την έχουν ανάγκη, ενώ ένα τρίτο της παραγωγής τροφίμων χάνεται σε κάποιο στάδιο από το χωράφι έως το πιάτο. Ταυτόχρονα η γεωργία είναι υπεύθυνη για την έκλυση του 10% των αερίων του θερμοκηπίου και σε μεγάλο βαθμό για την επιβάρυνση των υπόγειων και επιφανειακών υδάτων με νιτρικά και άλλες βλαβερές για τον άνθρωπο, τα ζώα και τα φυτά ουσίες. Η πανδημία μας ώθησε να ξανακοιτάξουμε τον ρόλο της γεωργίας, το πόσο απαραίτητη είναι για τη ζωή στον πλανήτη και πώς μπορεί να συνεχίσει να είναι, ενώ ταυτόχρονα μπορεί να βελτιώσει το περιβάλλον, το κλίμα και να συμβάλει στην αειφόρο ανάπτυξη.

H πανδημία λειτούργησε ως μεγεθυντικός φακός για να ξανακοιτάξουμε με προσοχή τον τρόπο που παράγονται, μεταποιούνται και καταναλώνονται τα τρόφιμα παγκοσμίως.

Το σύστημα διατροφής είναι πιθανόν συνυπεύθυνο για την εμφάνιση της Covid-19, οπότε μια αναμόρφωση του είναι μέρος της λύσης. Παρότι όλοι συγκλίνουν στο ότι η αφετηρία της εξάπλωσης του κορωνοϊού που προκάλεσε την πανδημία Covid-19, ήταν μια “υγρή” αγορά τροφίμων στην Κίνα, οι υπεύθυνες αρχές (Π.Ο.Υ., E.F.S.A.) γρήγορα καθησύχασαν τους αρμόδιους εθνικούς φορείς και τους πολίτες, ότι δεν υπάρχει θέμα μετάδοσης του ιού μέσω της κατανάλωσης τροφής. Παραμένει όμως ζητούμενο κατά πόσο το σύστημα παραγωγής, διανομής και κατανάλωσης τροφίμων, οι μέθοδοι και οι εισροές που χρησιμοποιούνται, είναι συνυπεύθυνα για τη δημιουργία πανδημιών σαν αυτή της Covid-19 και άλλων παλαιότερα (π.χ. ο ιός SARS το 2003, ο MERS το 2012). Αν και δεν έχει επιβεβαιωθεί επίσημα, και ο νέος κορωνοϊός είναι πιθανόν να προέρχεται από ζώα, μάλλον άγρια. Tο 60% των ασθενειών παγκοσμίως έχουν ζωική προέλευση, το 75% από τις νεοεμφανιζόμενες ασθένειες έχουν μεταπηδήσει από ζώα σε ανθρώπους, οι περισσότερες από αυτές έμμεσα μέσω του συστήματος διατροφής (UNEP, 2020). Για τον λόγο αυτό οι μεγάλοι παγκόσμιοι οργανισμοί (FAO-OIE-WHO) υιοθετούν μια ολιστική προσέγγιση και καλούν για ένα παγκόσμιο σύστημα “μίας υγείας” (one health) που συνδυάζει τις επιστήμες της ιατρικής, της κτηνιατρικής και της περιβαντολλοντολογίας. Ένα αειφόρο σύστημα αγροδιατροφής είναι μέρος αυτής της ολιστικής προσέγγισης.

Η επάρκεια τροφίμων όμως παραμένει ζητούμενο. Το Παγκόσμιο Πρόγραμμα Τροφίμων των Ηνωμένων Εθνών κρούει έντονα τον κώδωνα του κινδύνου για επικείμενη επέκταση της ασιτίας και τον κίνδυνο θανάτων σε 55 χώρες και σε ένα σύνολο 265 εκατ. ανθρώπων στην Αφρική και στην Ασία. Στις ανεπτυγμένες χώρες παρατηρήθηκαν τοπικά προβλήματα επισιτισμού σε ευπαθείς ομάδες που επηρεάστηκαν κυρίως λόγω οικονομικής αδυναμίας και προσέφυγαν σε τράπεζες τροφίμων.

Ως ένα βαθμό τα προβλήματα επάρκειας μετριάστηκαν καθώς οι κυβερνήσεις των περισσότερων χωρών έθεσαν την ασφάλεια και την επάρκεια των τροφίμων σε ύψιστη προτεραιότητα και πήραν μέτρα που θα επέτρεπαν την απρόσκοπτη και ασφαλή μεταφορά τροφίμων. Μετά από κάποιους δισταγμούς, η Ε.Ε. ανακοίνωσε τον Απρίλιο έκτακτα μέτρα αποθήκευσης πλεονασμάτων και αντίστοιχα κονδύλια -καθώς και “πράσινους διαδρόμους”- για τη διευκόλυνση των μεταφορών στα ενδοκοινοτικά σύνορα.

Ζήτηση και εφοδιαστική αλυσίδα τροφίμων

Τέσσερις σημαντικές αλλαγές γίνονται σταδιακά εμφανείς στην αγροδιατροφή που έχουν επιπτώσεις περισσότερο στη δομή παρά στον όγκο της ζήτησης: οι καταναλωτικές προτιμήσεις, το εισόδημα, οι διακοπές στις εφοδιαστικές αλυσίδες και η αβεβαιότητα. Η πρωτογενής παραγωγή στη γεωργία επηρεάστηκε λιγότερο σε σχέση με άλλους τομείς της οικονομικής δραστηριότητας, όπως η υγεία, ο τουρισμός, η εστίαση, οι μεταφορές, πάνω στους οποίους η πανδημία, και κυρίως τα μέτρα περιορισμού που πάρθηκαν για τον περιορισμό της παγκοσμίως, είχαν συγκλονιστικές επιπτώσεις. Δεν πρέπει να εκπλήσσει το γεγονός αυτό, αφού από τη φύση της η αγροτική παραγωγή είναι ανελαστική σε τέτοιου είδους εξωγενή σοκ, που άλλωστε επηρέασαν περισσότερο τη ζήτηση και τα κανάλια διανομής, παρά την πρωτογενή παραγωγή. Οι  εξαιρέσεις σ’ αυτό αφορούσαν σε ελλείψεις στη συλλογή κάποιων προϊόντων εντάσεως εργασίας, όπως τα φρούτα και λαχανικά, όπου τα εργατικά χέρια είναι συνήθως αλλοδαποί, η μετακίνηση των οποίων περιορίστηκε λόγω των μέτρων. Τέτοια προϊόντα ήταν οι φράουλες, τα ροδάκινα, κ.ά. Στην Ελλάδα, κάποιοι κλάδοι, όπως τα καλλωπιστικά άνθη και η προβατοτροφία, επηρεάστηκαν λόγω κατάρρευσης της εποχικής ζήτησης κατά την περίοδο του Πάσχα.

Η μείωση του εισοδήματος των καταναλωτών που επέφερε η πανδημία θα έχει σοβαρότερες επιπτώσεις στο μέλλον. Χαμηλότερο εισόδημα σημαίνει στροφή προς φθηνότερο τρόφιμο, κυρίως κατανάλωση στο σπίτι και λιγότερο εκτός. Επίσης παρατηρείται μια αύξηση της κατανάλωσης τροφίμων που θεωρούνται ότι ενισχύουν το ανοσοποιητικό σύστημα. Η μεγάλη αλλαγή στην κατανάλωση τροφίμων έγινε εμφανέστερη κατά τη διάρκεια της πανδημίας με το κλείσιμο ουσιαστικά όλων των HORECA (ξενοδοχεία, εστιατόρια, catering), γενικά των χώρων φαγητού “έξω” με εξαίρεση κατά ένα μέρος των “ντελίβερι”. Αυτό ίσως δεν έχει μεγάλες επιπτώσεις στη συνολική κατανάλωση θερμίδων, πρωτεϊνών και άλλων θρεπτικών συστατικών απαραίτητων για τη ζωή, αλλάζει όμως σημαντικά τη διάρθρωση της κατανάλωσης τροφής. Για παράδειγμα, παρατηρήθηκε παγκόσμια σημαντική μείωση στην κατανάλωση πατάτας, κάποιων γαλακτοκομικών, των ψαριών, όπως και των αλκοολούχων. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Αμπελουργίας και Οίνου (OIV) προβλέπει “μεταπολεμικές” συνθήκες μετά την πανδημία και το κλείσιμο της HORECA που αναμένεται να επιφέρει μείωση έως και 35% σε όγκο και έως 50% σε αξία της κατανάλωσης κρασιού στην Ευρώπη.

Οι εξαιρετικές συνθήκες που προκλήθηκαν στις διεθνείς αγορές προκάλεσαν επίσης μεταβολές στις εξαγωγές, κάποιες από τις οποίες ήταν θετικές για την Ελλάδα, τουλλάχιστον το πρώτο τετράμηνο 2020. Μειώθηκαν και τα δύο σκέλη του εμπορικού ισοζυγίου, με τις εξαγωγές να υποχωρούν λιγότερο από τις εισαγωγές, ώστε το εμπορικό ισοζύγιο (εκτός πετρελαιοειδών) σε σχέση με το αντίστοιχο ισοζύγιο Μαΐου του 2019 να εμφανίζει μείωση κατά -12,7%ενώ στο πεντάμηνο Ιανουάριος-Μάϊος εμφανίζεται λιγότερο βελτιωμένο (μείωση μόνο κατά -1,7%) (Πίνακας 1). Στη βελτίωση αυτή συνέβαλαν σημαντικά οι εξαγωγές ποτών, καπνού και λαδιών, ενώ οι εξαγωγές τροφίμων αυξήθηκαν οριακά το πρώτο τρίμηνο και σταθεροποιήθηκαν τον Απρίλιο-Μάιο. Ειδικά το διάστημα Ιανουαρίου-Απριλίου 2020, οι εξαγωγές κάποιων φρούτων και λαχανικών σημείωσαν σημαντική αύξηση. Τα ακτινίδια για παράδειγμα σημείωσαν ρεκόρ με αύξηση σε όγκο +25,8% και τα εσπεριδοειδή κατά +10%, τα αγγούρια +11%, ενώ οι εξαγωγές μήλων μειώθηκαν κατά -5%, όπως και φράουλας, σε σχέση με πέρυσι (ΥΠΑΑΤ). Είναι νωρίς να αποτιμηθούν κατά πόσο αυτές οι τάσεις είναι αποτέλεσμα της Covid-19. Οι μεταβολές αυτές δείχνουν μάλλον τις αβεβαιότητες της εφοδιαστικής αλυσίδας, όπου κάποιοι ανταγωνιστές, ίσως από τη Βόρεια Αφρική, την Τουρκία, την Ιταλία και άλλες χώρες, δεν μπόρεσαν να ανταποκριθούν στη ζήτηση την οποία κάλυψαν πολύ αποτελεσματικά οι Έλληνες εξαγωγείς, δείχνοντας έτσι αξιόλογη ευελιξία. Αυτό, σε συνδυασμό με την μείωση εξαγωγών μετά το πρώτο τρίμηνο, θα πρέπει να μελετηθούν προσεκτικά.

Διαβάστε ΕΔΩ ολόκληρο το άρθρο