Διπλάσιες οι τιμές του νωπού σύκου

Βγαίνει αληθινή η αρχική πρόβλεψη για μεγάλη μείωση στην παραγωγή

Σε πλήρη εξέλιξη βρίσκεται η συλλογή σύκων στις κυριότερες περιοχές παραγωγής της χώρας. Αν και το μεγαλύτερο ποσοστό κατευθύνεται για ξηρή χρήση, προς το παρόν το ενδιαφέρον μονοπωλεί το νωπό για την τρέχουσα περίοδο, έτσι όπως εκδηλώνεται η ζήτησή του από τις αγορές του εξωτερικού.

Τα Βασιλικά και μαύρα Μαρκoπούλου είναι αυτά που κυριαρχούν στις αγορές ως νωπά, αυξάνοντας το ενδιαφέρον των καταναλωτών για τις διατροφικές τους ιδιότητες. Η πιστοποίηση ως Προϊόν Γεωργικής Ένδειξης του έδωσε προστιθέμενη αξία, προσφέροντας κίνητρο στους παραγωγούς να το διαχειριστούν καλύτερα.

Σωσίβιο τα de minimis

Η κύρια παραγωγική περιοχή είναι το Μαρκόπουλο Αττικής, όπου καλλιεργούνται περίπου 5.000 στρέμματα με ποικιλίες Βασιλικά και μαύρα Μαρκοπούλου. Κύριο και κοινό χαρακτηριστικό τους για φέτος είναι οι αισθητά μειωμένες αποδόσεις, λόγω των καιρικών συνθηκών που επικράτησαν καθ’ όλη τη διάρκεια της καλλιεργητικής περιόδου.

Όπως μας ενημερώνει ο πρόεδρος του Αγροτικού Συνεταιρισμού Μαρκοπούλου, Αλέξανδρος Κολιοβασίλης, το πρόβλημα δημιουργήθηκε εξαρχής από τους παγετούς που προέκυψαν στην αρχή της σεζόν, με αποτέλεσμα τη νέκρωση ενός σημαντικού ποσοστού των βλαστών των δέντρων. «Χάσαμε μεγάλο μέρος της παραγωγής μας από τον παγετό και για αυτόν τον λόγο το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης, μέσω του προγράμματος de minimis, μας κάλυψε με 350.000 ευρώ».

Δεύτερο χτύπημα από τον καύσωνα

Από τις χαμηλές θερμοκρασίες του χειμώνα, τα δέντρα κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού πέρασαν και το κύμα του καύσωνα. «Με θερμοκρασίες 42-43 βαθμών, οι καρποί των δέντρων υπέστησαν θερμοπληξία. Είχαμε απώλειες και ποσοτικά και ποιοτικά», λέει ο κ. Κολιοβασίλης και συνεχίζει: «Οι αποδόσεις των δέντρων μειώθηκαν κατά 70% σε μία μέση στρεμματική παραγωγή. Σε καλές συνθήκες τα βασιλικά μπορούν να φτάσουν τα 200 κιλά και τα μαύρα Μαρκοπούλου πάνω από 270».

Δίνοντας μία εικόνα από την αγορά, ο κ. Κολιοβασίλης κάνει λόγο για σημαντική έλλειψη του προϊόντος στις αγορές του εξωτερικού. «Τα τελευταία χρόνια κάναμε σημαντικά άλματα προς τα έξω και κυρίως προς τον Καναδά, με θετικά αποτελέσματα και για τον συνεταιρισμό και για τα μέλη μας».

Κλείνοντας, έκανε μία αναφορά και στο θέμα των τιμών, οι οποίες φέτος είναι σχεδόν διπλάσιες από τις περσινές, κάτι το οποίο σε έναν βαθμό έρχεται να καλύψει την οικονομική ζημιά από τη χαμηλή απόδοση. «Οι τιμές παραγωγού κυμαίνονται στα 2,20 ευρώ το κιλό περίπου, έναντι του 1,10 που πουλήσαμε την περσινή χρονιά», καταλήγει.