«Δώστε χώρο στη φύση, διαφυλάξτε τους επικονιαστές»

Τα κράτη-μέλη αντιδρούν στη μεγαλύτερη δέσμευση εκτάσεων στις γεωργικές εκμεταλλεύσεις για την προστασία της βιοποικιλότητας

Οι επικονιαστές, δηλαδή τα έντομα που μεταφέρουν τη γύρη από φυτό σε φυτό, είναι ένας ιδιαίτερα σημαντικός οικοτύπος για την παραγωγικότητα των καλλιεργειών και την επισιτιστική ασφάλεια. Ωστόσο, σήμερα, οι πληθυσμοί τους όχι μόνο δεν ενισχύονται, αλλά απεναντίας απειλούνται. Σύμφωνα με τη Διεθνή Ένωση Προστασίας της Φύσης (IUCN), τουλάχιστον το 9% των 2.000 διαφορετικών ειδών που υπάρχουν στην Ευρώπη αντιμετωπίζει τον κίνδυνο του αφανισμού, με την εντατική γεωργία να λογίζεται ως μία από τις βασικές αιτίες.

«Πρέπει να παράγουμε τρόφιμα, αλλά να το κάνουμε με βιώσιμο τρόπο», δήλωσε ο Αντρέας Γκάμπερτ, από τη Γενική Διεύθυνση Περιβάλλοντος της Κομισιόν, σε πρόσφατη εκδήλωση με θέμα το πώς οι ευρωπαϊκές αγροτικές πολιτικές θα μπορούσαν να ανακόψουν την απώλεια των επικονιαστών. «Κάτι τέτοιο δεν θα καταστεί δυνατό χωρίς να εγκαταλείψουμε ένα κομμάτι γης», πρόσθεσε ο υπάλληλος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, εξηγώντας ότι η Ευρώπη θα πρέπει να αφιερώσει μεγαλύτερο τμήμα των αγροτικών εκμεταλλεύσεών της στο φυσικό περιβάλλον, εάν θέλει να βελτιώσει τις συνθήκες για τους επικονιαστές.

Στις προτάσεις της για τη νέα ΚΑΠ, η Κομισιόν συμπεριέλαβε στην υποχρέωση των κρατών-μελών να διατηρούν ένα ελάχιστο μερίδιο εκτάσεων, το οποίο θα προορίζεται για την ενίσχυση της βιοποικιλότητας στις αγροτικές εκμεταλλεύσεις.

Οι συστάσεις των ερευνητών έκαναν λόγο για ένα επιθυμητό 10%, αλλά σύμφωνα με τη IHS Markit η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πιέζει για μια τιμή της τάξεως του 5%-7%. Παρ’ όλα αυτά, τα κράτη μέλη προσπαθούν να αλλάξουν τους κανονισμούς εξ ολοκλήρου, με τους υπουργούς Γεωργίας αρκετών χωρών να πιέζουν, ώστε αυτή η πολιτική να εφαρμόζεται μόνο σε περιοχές που εκείνοι επιθυμούν, αντί να εστιάζει ξεχωριστά σε κάθε αγροτική εκμετάλλευση.

Όπως τόνισε εκπρόσωπος του υπουργείου Γεωργίας της Σλοβενίας, οι πολιτικές της ΕΕ που επιδιώκουν την περιβαλλοντική δέσμευση, και ως εκ τούτου μη καλλιέργεια, μεγαλύτερων εκτάσεων θα μπορούσαν να επηρεάσουν συνολικά 75.000 εκτάρια αγροτικής γης, γεγονός που θα μειώσει την παραγωγικότητα και την ανταγωνιστικότητα της χώρας. Ο Γκάμπερτ αναγνωρίζει τους προβληματισμούς και τις προκλήσεις που δημιουργεί ο οικονομικός αντίκτυπος μιας τέτοιας συνθήκης, ενώ παραδέχεται ότι η χορήγηση χρηματοδότησης είναι βασική προϋπόθεση για να υποστηριχθεί η αλλαγή.

Ωστόσο, παρά τις ενστάσεις που έχουν διατυπωθεί, πιστεύει ότι οι προτάσεις για τη μεταρρύθμιση της ΚΑΠ μπορούν να επιτρέψουν στα κράτη-μέλη να «υποστηρίξουν οποιεσδήποτε καλές προθέσεις και μέτρα για την προστασία των επικονιαστών».