Δύσκολη χρονιά για το ελληνικό ρύζι

Μειωμένες κατά περίπου 15% σε σχέση με πέρυσι είναι οι τιμές παραγωγού στο ρύζι, από την έναρξη της εμπορικής περιόδου μέχρι και σήμερα. Την ίδια στιγμή, όμως, έχει αυξηθεί το κόστος παραγωγής και έχουν μειωθεί οι αποδόσεις, λόγω του παρατεταμένου καύσωνα, που επικράτησε πέρυσι το καλοκαίρι στους ελληνικούς ορυζώνες.
Η καλλιεργητική χρονιά, πάντως, που ξεκινά τον Μάρτιο του 2025, θα έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, καθώς θα σπαρθούν σε ευρεία κλίμακα οι νέες ποικιλίες ρυζιού, που ήδη έχουν δοκιμαστεί πιλοτικά σε μικρές εκτάσεις. Από την πορεία της φετινής σποράς και των αποδόσεων θα εξαρτηθεί εάν θα μεταβεί η ελληνική ορυζοκαλλιέργεια στην καινούργια εποχή, με βελτιωμένες ποικιλίες, καλύτερα προσαρμοσμένες στις ανάγκες της αγοράς.
«Ήδη, έχουν γίνει παραγγελίες σπόρου από την Ιταλία, περίπου 1.400 τόνοι, αλλά υπήρξαν προβλήματα με τις πλημμύρες την περίοδο της φυσικής ξήρανσης των σπόρων», εξήγησε στην «ΥΧ» ο πρόεδρος της Εθνικής Διεπαγγελματικής Ρυζιού, Γιάννης Αρναουτέλης. Η ποσότητα αυτή, εάν σπαρθεί την άνοιξη του 2025, θα καλύψει το 25%-30% της ελληνικής παραγωγής.
Τιμές παραγωγού
Το πρώτο δεκαήμερο του Ιανουαρίου, η ποικιλία Ρονάλντο, σύμφωνα με τον πρόεδρο του Β’ Αγροτικού Συνεταιρισμού Χαλάστρας, Βασίλη Κουκουρίκη, είχε τιμή 0,38 ευρώ/κιλό για τον παραγωγό, μείον τα έξοδα ξήρανσης και αποθήκευσης. Να τονίσουμε εδώ ότι η συγκεκριμένη ποικιλία καλλιεργείται στο μεγαλύτερο μέρος των ορυζώνων της Κεντρικής Μακεδονίας και έχει το μεγαλύτερο τονάζ.
Κατά την περίοδο συγκομιδής του 2023, είχε ξεκινήσει από τα 0,49 ευρώ/κιλό και τον Γενάρη του 2024 είχε πέσει στα 0,43 ευρώ/κιλό. Ωστόσο, κατά την έναρξη της εμπορίας της νέας σοδειάς (Δεκέμβριος 2024) η τιμή παραγωγού ξεκίνησε από τα 0,40 ευρώ/κιλό, όπως λέει στην «ΥΧ» ο κ. Κουκουρίκης.
Αντίστοιχες μειώσεις είχαμε και στις τιμές των άλλων ποικιλιών. Η τιμή του Μπόνετ, που κυμάνθηκε πέρυσι μεταξύ 0,40 και 0,55 ευρώ/κιλό, φέτος βρίσκεται στα 0,48 ευρώ/κιλό – η νέα σοδειά είχε ξεκινήσει από τα 0,50. Η τιμή της Καρολίνας κυμάνθηκε πέρυσι μεταξύ 0,70 και 0,75 ευρώ/κιλό και φέτος έχει διαμορφωθεί γύρω από τα 0,60 ευρώ/κιλό.
Ο κ. Αρναουτέλης σχολίασε στην «ΥΧ» ότι οι τιμές είναι «κατιτίς μειωμένες, στο μεσόσπερμο ρύζι (σ.σ. Ρονάλντο), γιατί επηρεάζονται πιο πολύ από τις εισαγωγές, ειδικά από χώρες όπως το Βιετνάμ, που από το 2020 έχει συνάψει συμφωνία ελεύθερων συναλλαγών με την ΕΕ.
Επιπλέον, η συνολική εθνική παραγωγή είναι αυξημένη κατά 15%. Μπορεί να μειώθηκαν οι αποδόσεις σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά, λόγω του καύσωνα, αλλά το 2024 είχαμε και αύξηση των στρεμμάτων που καλλιεργήθηκαν».
Αυξημένο κόστος παραγωγής
«Οι τιμές παραγωγού, όπως έχουν διαμορφωθεί φέτος, είναι χαμηλότερες από το κόστος παραγωγής», μας λέει ο κ. Κουκουρίκης. Δεν οφείλεται, όμως, μόνο στα αυξημένα καλλιεργητικά έξοδα. Ο κ. Αρναουτέλης εξηγεί: «Στην Ευρώπη, λόγω των νέων κανονισμών, χρησιμοποιούμε πλέον γεωργικά φάρμακα που δεν είναι τόσο ισχυρά όσο αυτά που χρησιμοποιούνται στην Ασία. Είναι λιγότερο αποτελεσματικά και έτσι έχουμε περισσότερους ψεκασμούς και μειώνεται η παραγωγή. Μιλάμε για επιπλέον κόστος και μείωση ανταγωνιστικότητας».
Mercosur
Η συμφωνία της ΕΕ με τις χώρες της Mercosur (Λατινική Αμερική), προς το παρόν, δεν έχουν σημαντικές επιπτώσεις στην εγχώρια αγορά και τις τιμές. Όμως, δεν θα αργήσουν να εμφανιστούν οι συνέπειες. Γι’ αυτό και «ζητήσαμε συνάντηση με τον υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, προκειμένου να τον ενημερώσουμε σχετικά. Και είμαστε σε επαφή με τις αντίστοιχες διεπαγγελματικές οργανώσεις της Ιταλίας, της Ισπανίας και της Πορτογαλίας, προκειμένου να δράσουμε από κοινού σε επίπεδο προώθησης των θέσεών μας στις Βρυξέλλες. Οι εισαγωγές θα γίνουν, είναι αναπόφευκτες. Από εκεί και πέρα, θα ζητήσουμε από τις Βρυξέλλες να προστατεύσουμε την ευρωπαϊκή παραγωγή ρυζιού, θέτοντας όρους και προϋποθέσεις ποιότητας για τα εισαγόμενα ρύζια».
Παγκόσμια παραγωγή
Σύμφωνα με την τελευταία έκθεση του αμερικανικού υπουργείου Γεωργίας (Δεκέμβριος 2024), η συνολική παραγωγή ρυζιού το 2024/2025 προβλέπεται να ανέλθει σε 712,8 εκατ. τόνους, κατά 9,5 εκατ. τόνους υψηλότερη σε σχέση με το 2023/2024.
Η Κίνα, το Πακιστάν, η Ταϊλάνδη, το Βιετνάμ –όλοι οι μεγάλοι εξαγωγείς– και το Μπαγκλαντές θα εμφανίσουν μείωση της παραγωγής, αλλά η Ινδία και η Ινδονησία θα εμφανίσουν σοδειές-ρεκόρ το 2024/2025. Τα παγκόσμια αποθέματα αναμένεται να φτάσουν σε επίπεδα-ρεκόρ, εκτιμά το USDA, δηλαδή 182,5 εκατ. τόνους στο τέλος της εμπορικής περιόδου 2024/2025.