Η ΕΕ πρωτοστατεί στο παγκόσμιο εμπόριο αγροδιατροφικών προϊόντων

γράφει ο Νίκος Τράγγαλος

Σύμφωνα με έκθεση που δημοσιεύτηκε την περασμένη εβδομάδα, η ΕΕ διατηρεί για ακόμη ένα έτος τη θέση της ως του μεγαλύτερου εξαγωγέα αγροδιατροφικών προϊόντων στον κόσμο, με εξαγωγές που ανήλθαν σε 138 δισ. ευρώ το 2018.

Τα γεωργικά προϊόντα αντιπροσώπευαν σημαντικό ποσοστό, της τάξης του 7%, της αξίας του συνόλου των εξαχθέντων προϊόντων και κατατάσσονταν τέταρτα μετά τα μηχανήματα, τα άλλα μεταποιημένα προϊόντα και τα χημικά προϊόντα. Η γεωργία και οι κλάδοι και υπηρεσίες που σχετίζονται με τα τρόφιμα από κοινού εξασφαλίζουν σχεδόν 44 εκατομμύρια θέσεις εργασίας στην ΕΕ.

Ο απερχόμενος επίτροπος Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης, Φιλ Χόγκαν, δήλωσε σχετικά: «Η ολοένα και περισσότερο προσανατολισμένη στην αγορά Κοινή Αγροτική Πολιτική έχει συμβάλει αποφασιστικά στην επιτυχία της ΕΕ στο εμπόριο γεωργικών προϊόντων. Η φήμη της ΕΕ ως παραγωγού ασφαλών, βιώσιμων και ποιοτικών προϊόντων αποτελεί συνταγή επιτυχίας για την παγκόσμια αγορά. Η Κομισιόν είναι παρούσα για να βοηθήσει τους παραγωγούς να αξιοποιήσουν πλήρως ευκαιρίες σε όλο τον κόσμο, διασφαλίζοντας παράλληλα επαρκείς εγγυήσεις για τους πλέον ευαίσθητους κλάδους μας».

Εισαγωγές-εξαξωγές

Οι πέντε σημαντικότερες αγορές για τα αγροδιατροφικά προϊόντα της ΕΕ εξακολουθούν να είναι οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Κίνα, η Ελβετία, η Ιαπωνία και η Ρωσία, οι οποίες απορροφούν το 40% των ευρωπαϊκών εξαγωγών. Πέραν της διαπραγμάτευσης εμπορικών συμφωνιών, που παρέχουν περαιτέρω ευκαιρίες στους γεωργούς της ΕΕ, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή βοηθά τους εξαγωγείς να εισέλθουν σε νέες αγορές και να αξιοποιήσουν επιχειρηματικές δυνατότητες μέσω ενεργειών προώθησης, όπως οι αποστολές υψηλού επιπέδου με επικεφαλής τον επίτροπο Γεωργίας.

Όσον αφορά τις εισαγωγές, η έκθεση καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η ΕΕ έχει καταστεί ο δεύτερος μεγαλύτερος εισαγωγέας αγροδιατροφικών προϊόντων, με εισαγωγές αξίας 116 δισ. ευρώ. Κατά συνέπεια, στον αγροδιατροφικό τομέα, παρουσιάζεται θετικό καθαρό εμπορικό ισοζύγιο ύψους 22 δισ. ευρώ.

Η ΕΕ προμηθεύεται κυρίως τρία είδη προϊόντων: Προϊόντα που δεν παράγονται εντός ευρωπαϊκών συνόρων ή που παράγονται σε μικρές ποσότητες, όπως τροπικά φρούτα, καφές και νωπά ή αποξηραμένα φρούτα (αντιπροσώπευαν το 23,4 % των εισαγωγών το 2018), προϊόντα που προορίζονται για ζωοτροφές (συμπεριλαμβανομένων των ελαιοπιτών και των σπόρων σόγιας, που από κοινού αντιπροσωπεύουν το 10,8 % των εισαγωγών) και προϊόντα που χρησιμοποιούνται ως συστατικά σε περαιτέρω επεξεργασία (όπως το φοινικέλαιο).