ΘΕΜΑ: Βαρίδι η έλλειψη συλλογικών σχημάτων στον τομέα των οπωροκηπευτικών

Χάνουν την προστιθέμενη αξία τους στις αγορές τα ελληνικά προϊόντα

Ανοργάνωτοι σε σχέση με τους υπόλοιπους Ευρωπαίους εμφανίζονται στον τομέα των οπωροκηπευτικών οι Έλληνες παραγωγοί, με αποτέλεσμα να κατέχουν χαμηλής αξίας μερίδιο στην αγοράς.

Σύμφωνα με την τελευταία έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, που αναλύει την περίοδο από το 2010 έως και το 2016, η λήψη μέτρων στην κατεύθυνση της δημιουργίας οργανώσεων παραγωγών σε όλα τα κράτη-μέλη της Ένωσης είναι μονόδρομος, συμπέρασμα το οποίο αναμένεται να εξειδικευτεί στο πλαίσιο της νέας ΚΑΠ.

Λίγες οργανώσεις, μικρότερα κέρδη

Στην ευρωπαϊκή παραγωγή λαχανικών και φρούτων την πρώτη θέση κατέχει η Ισπανία, ενώ ακολουθούν η Ιταλία και η Γαλλία. Η Ελλάδα κατέχει το 5% της ευρωπαϊκής παραγωγής, το ίδιο και η Ρουμανία. Αν και τα στοιχεία αφορούν το έτος 2016, προβληματισμό προκαλεί το γεγονός ότι η χώρα μας μοιράζεται μαζί με άλλα κράτη-μέλη μόλις το 7% της συνολικής αξίας της παραγωγής που διακινείται από τις Οργανώσεις Παραγωγών. Με λίγα λόγια, και με δεδομένο ότι εξαιρούμε τις μεγάλες δυνάμεις του τομέα, χώρες όπως το Βέλγιο, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Πολωνία, που υπολείπονται ή διαθέτουν παρόμοιας αξίας παραγωγή με την ελληνική, απολαμβάνουν μεγαλύτερα κέρδη στην αγορά μέσω των Οργανώσεων Παραγωγών τους.

Πιο αναλυτικά, και βάσει των στοιχείων που δημοσιεύονται στην έκθεση της Κομισιόν, η Ελλάδα το 2016, αν και παράγει οπωροκηπευτικά αξίας 2,9 δισ. ευρώ, διακινεί προϊόντα αξίας μόλις 318 εκατ. ευρώ μέσω των Οργανώσεων Παραγωγών. Πάντως, το ποσοστό είναι καλύτερο από αυτό της Ρουμανίας, που με σχεδόν ίδια την αξία της παραγωγής, η αξία στην πίτα της αγοράς μέσω οργανωμένων σχημάτων φτάνει μόλις τα 30 εκατ. ευρώ. Η εξήγηση αποδίδεται στη λειτουργία των συλλογικών σχημάτων, μια και στην Ελλάδα εκείνη τη χρονιά ο ρυθμός οργάνωσης συλλογικών σχημάτων έφτανε στο 11%, ενώ στη Ρουμανία μόλις το 1%.

Στο Βέλγιο, για παράδειγμα, η συνολική αξία παραγόμενων οπωροκηπευτικών δεν ξεπερνάει τα 1,288 δισ. ευρώ –μικρότερη σε σχέση με την Ελλάδα–, εν τούτοις η αξία των προϊόντων του που προωθούνται στην αγορά φτάνει τα 1,112 δισ. ευρώ, καθώς ο ρυθμός οργάνωσης των συλλογικών του σχημάτων φτάνει το 86%.

Αντιλαμβάνεται κάποιος το κέρδος που απολαμβάνουν οι μεγάλες δυνάμεις του τομέα. Η γειτονική Ιταλία, μέσω των συλλογικών σχημάτων της, καταφέρνει να εκτοξεύσει στα 6,852 δισ. ευρώ την αξία των λαχανικών και φρούτων που εμπορεύεται, όταν η συνολική αξία των παραγόμενων προϊόντων ανέρχονται σε 10,513 δισ. ευρώ, καθώς ο ρυθμός οργάνωσης κυμαίνεται στο 65%.

Είναι ενδεικτικό ότι ο ρυθμός οργάνωσης των συλλογικών σχημάτων στον τομέα των οπωροκηπευτικών το έτος 2016 είναι ιδιαίτερα μικρός σε χώρες όπως η Βουλγαρία (1%), η Ρουμανία (1%) και η Κροατία (2%), και μηδαμινός σε Εσθονία, Λιθουανία, Λουξεμβούργο, Μάλτα και Σλοβενία.

Αδυναμίες στα επιχειρησιακά προγράμματα

Την ίδια ώρα, η έκθεση της Κομισιόν αποκαλύπτει τις αδυναμίες των επιχειρησιακών προγραμμάτων των οργανώσεων παραγωγών στον τομέα των οπωροκηπευτικών σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση, καθώς από το 2010 έως και το 2016, τα λιγότερα χρήματα επενδύθηκαν στην εκπαίδευση, την έρευνα και την διαχείριση κινδύνων. Ουσιαστικά, οι περισσότερες δαπάνες καταγράφονται στον σχεδιασμό της παραγωγής, στην ποιότητα των παραγόμενων προϊόντων και το μάρκετινγκ. Μάλιστα, ενώ το 2010 επενδύθηκαν χρήματα σε δράσεις οικολογικού ενδιαφέροντος, στην πορεία των ετών καταγράφεται μια σχετική ατονία.

Τα ποσοστά άλλωστε μιλούν από μόνα τους. Το έτος 2016, μόνο το 1% από το σύνολο των δαπανών των επιχειρησιακών προγραμμάτων κατευθύνθηκε στην έρευνα, και μόλις το 2% στην εκπαίδευση και την κατάρτιση των παραγωγών. Το υψηλότερο ποσοστό, 27% των συνολικών δαπανών, επικεντρώθηκε στην παραγωγή ποιοτικών προϊόντων.

Επιπλέον, στο πλαίσιο των δράσεων για την πρόληψη και τη διαχείριση κινδύνων, οι περισσότερες δαπάνες την περίοδο από το 2013 έως το 2016 καταγράφονται στην απόσυρση φρούτων και λαχανικών, σε μέτρα προώθησης και επικοινωνίας και στην ασφάλιση των εκτάσεων. Μάλιστα, τα έτη 2013, 2014 και 2015 δεν δαπανήθηκε ούτε ένα ευρώ για επενδύσεις με στόχο την αποτελεσματικότερη διαχείριση των ποσοτήτων που διατίθενται στην αγορά, για τη σύσταση αμοιβαίων κεφαλαίων ή την αναφύτευση οπωρώνων, όπου απαιτείται, κατόπιν υποχρεωτικής εκρίζωσης για υγειονομικούς ή φυτοϋγειονομικούς λόγους.

Οι αδυναμίες που καταγράφονται στην έκθεση, και δη οι επιπτώσεις στο εμπορικό ισοζύγιο εξαιτίας της έλλειψης οργανωμένων συλλογικών σχημάτων αλλά και η ανισομερής επικέντρωση των στόχων στα επιχειρησιακά προγράμματα, οδηγεί την Κομισιόν να αναθεωρήσει την πολιτική της και τις προδιαγραφές που η ίδια έχει θεσπίσει, όσον αφορά τον τομέα των οπωροκηπευτικών.

Μάλιστα, και βάσει των στόχων που έχει θέσει η ίδια για τη νέα ΚΑΠ, ιδιαίτερη έμφαση θα δοθεί στην πρόληψη και την διαχείριση κινδύνων. Στο πλαίσιο αυτό, προβλέπεται όχι μόνο να εξισορροπηθούν οι δαπάνες για το σύνολο των δράσεων που θα προβλέπονται για τα επιχειρησιακά προγράμματα, αλλά να ενεργοποιηθούν και νέα εργαλεία (αμοιβαία κεφάλαια, κατάρτιση). Πάντως, δεν προβλέπεται να καταργηθεί το μέτρο για τα αποσυρόμενα προϊόντα, τουλάχιστον για τα επόμενα χρόνια, καθώς και περιθώρια υπάρχουν, και ανάγκη.