ΕΛΓΟ – ΔΗΜΗΤΡΑ : «Η γεωργία του μέλλοντος έχει ελληνικό DNA»

Σε στρατηγικά «όπλα» για την εξασφάλιση της τροφής αναδεικνύονται, μέσα από την πίεση της κλιματικής κρίσης και την ένταση των συνεπειών της, η διατήρηση της βιοποικιλότητας και η γενετική βελτίωση. Και η χώρα μας, μέσω του ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ, δεν παρακολουθεί απλώς τις εξελίξεις, αλλά πρωταγωνιστεί: συμμετέχει ενεργά στον ευρωπαϊκό αγώνα για βιώσιμη αγροτική ανάπτυξη, αξιοποιώντας τον πλούτο του εγχώριου γενετικού υλικού και επενδύοντας στη γνώση.
Τα παραπάνω επισημαίνει, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, η γενική διευθύντρια Αγροτικής Έρευνας του οργανισμού, Δρ Αναστασία Τσαγκαράκου, υπογραμμίζοντας πως η γενετική βελτίωση «δεν είναι ο μόνος δρόμος, αλλά είναι ένα από τα πιο ισχυρά μας εργαλεία για την προσαρμογή στη νέα γεωργική πραγματικότητα».
Ο στόχος σήμερα, όπως εξηγεί, δεν είναι μόνο η αύξηση της παραγωγής, αλλά η δημιουργία ποικιλιών ανθεκτικών, που απαιτούν λιγότερο νερό, αντέχουν σε υψηλές θερμοκρασίες και επιδεικνύουν ανθεκτικότητα σε εχθρούς και ασθένειες. Σε αυτό το πλαίσιο, όπως προσθέτει, η Ελλάδα επενδύει στρατηγικά σε δημητριακά, κηπευτικά, όσπρια και κτηνοτροφικά ψυχανθή, καλλιέργειες κρίσιμες για τη διατροφική ασφάλεια, την αυτάρκεια και τη βιωσιμότητα της εγχώριας παραγωγής.
Οι ελληνικές τοπικές ποικιλίες, με τα μοναδικά τους χαρακτηριστικά και την προσαρμοστικότητα στο μεσογειακό κλίμα, αποκτούν νέα αξία. Σύμφωνα με τη Δρ Τσαγκαράκου, αποτελούν πολύτιμο γενετικό απόθεμα όχι μόνο για την Ελλάδα, αλλά και για ολόκληρη την Ευρώπη. «Οι παραγωγοί που καλλιεργούν και διατηρούν τοπικές ποικιλίες είναι οι πραγματικοί φύλακες της βιοποικιλότητας», τονίζει, σημειώνοντας ότι η συμμετοχή τους στα προγράμματα διατήρησης είναι κρίσιμης σημασίας.
Παράλληλα, η γενετική πληροφορία συναντά πλέον τις τεχνολογίες αιχμής. Η γονιδιωματική, η βιοπληροφορική και η κλιματικά έξυπνη γεωργία συνεργάζονται για να επιταχύνουν τη διαδικασία βελτίωσης: από τον εντοπισμό χρήσιμων γονιδίων, μέχρι την αξιολόγηση τεράστιων βάσεων δεδομένων και την πρακτική εφαρμογή στο χωράφι. Η γεωργία εισέρχεται έτσι δυναμικά σε μια νέα εποχή: ανθεκτική, βιώσιμη και ανταγωνιστική.
Ο ρόλος – κλειδί του ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ στη δημιουργία μιας εθνικής στρατηγικής
Η συμβολή του οργανισμού δεν περιορίζεται μόνο στην έρευνα, αλλά εκτείνεται στη χάραξη μιας συνεκτικής και ρεαλιστικής εθνικής στρατηγικής για τη γενετική βελτίωση, επισημαίνει η Δρ Τσαγκαράκου. «Ο ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ είναι ο φορέας που συγκεντρώνει τη γνώση, την εμπειρία και διαθέτει στις συλλογές του το γενετικό υλικό της χώρας. Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι μπορεί να παίξει τον ρόλο του “οδηγού”. Μια εθνική στρατηγική δεν μπορεί να στηρίζεται μόνο στην έρευνα ή μόνο στην παραγωγή. Χρειάζεται γέφυρες ανάμεσα στην επιστήμη, την αγροτική πολιτική και τον παραγωγό. Ο ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ έχει τη δυνατότητα να ενώσει όλα αυτά τα κομμάτια», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Η Τράπεζα των Σπόρων του Μέλλοντος – Επένδυση στην ανθεκτικότητα και την αυτάρκεια
Στο επίκεντρο της εθνικής «στροφής» στη γεωργική ανθεκτικότητα, βρίσκεται η Τράπεζα Διατήρησης Γενετικού Υλικού στη Θέρμη. Σε αυτήν, σύμφωνα με τη Δρ Τσαγκαράκου, χιλιάδες τοπικές ποικιλίες και άγρια συγγενικά είδη από κάθε γωνιά της Ελλάδας φυλάσσονται, αναπαράγονται και αξιολογούνται, με στόχο να αξιοποιηθούν στα νέα προγράμματα γενετικής βελτίωσης.
«Το υλικό αυτό είναι πραγματικός γενετικός θησαυρός. Μέσα του κρύβονται απαντήσεις στην ξηρασία, στην αλατότητα, στις αυξανόμενες θερμοκρασίες και στις ασθένειες που εντείνονται από την κλιματική αλλαγή», εξηγεί και μας λέει ότι οι ερευνητές πλέον χρησιμοποιούν σύγχρονες τεχνολογίες, όπως οι ομικές τεχνολογίες, για να εντοπίζουν χρήσιμα χαρακτηριστικά και να τα ενσωματώνουν σε νέες, προσαρμοσμένες ποικιλίες.
Από την έρευνα στο χωράφι – και μετά στο πιάτο
Την τελευταία πενταετία, δεκάδες ελληνικές ποικιλίες έχουν ήδη χρησιμοποιηθεί για τη δημιουργία νέου φυτικού υλικού σε σιτηρά, κηπευτικά, ψυχανθή και δενδρώδη είδη και κάποιες από αυτές, όπως σημειώνει, βρίσκονται ήδη στη φάση εμπορικής διάθεσης, ενώ άλλες δοκιμάζονται πιλοτικά σε συνεργασία με παραγωγούς.
Ο στόχος είναι διπλός, αφενός η παραγωγή ποικιλιών που αντέχουν στις ακραίες συνθήκες του σήμερα, αφετέρου η σύνδεση της επιστήμης με την αγροτική πράξη. «Η πραγματική αξία του γενετικού υλικού φαίνεται μόνο όταν επιστρέφει στο χωράφι. Εκεί όπου παράγεται τροφή», υπογραμμίζει η Δρ Τσαγκαράκου.
Βέβαια, όπως επισημαίνει, η Τράπεζα δεν λειτουργεί μόνη της. Υπαίθριες συλλογές του ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ σε Νάουσα, Καλαμάτα, Κρήτη, Βαρδάτες και Αθήνα συντηρούν, σύμφωνα με την ίδια, πολύτιμες ποικιλίες ροδακινιάς, μηλιάς, κερασιάς, συκιάς εσπεριδοειδών ελιάς και αμπελιού – υλικό με μεγάλη εμπορική αξία, αλλά και με χαρακτηριστικά που μπορούν να οδηγήσουν στη δημιουργία νέων, πιο ανταγωνιστικών φυτών.
Τα όσπρια στην πρώτη γραμμή της «έξυπνης» γεωργίας
Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται σε καλλιέργειες όπως τα ψυχανθή, φασόλια, φακές, ρεβίθια, κουκιά, αλλά και τα κτηνοτροφικά ψυχανθή, που προσφέρουν θρεπτική πρωτεΐνη, εμπλουτίζουν το έδαφος και μειώνουν την ανάγκη για εισαγόμενη σόγια ή χημικά λιπάσματα. «Τα όσπρια δεν είναι απλώς μέρος της διατροφής μας. Είναι εργαλείο γεωργικής βιωσιμότητας και στρατηγικής αυτάρκειας», λέει χαρακτηριστικά η Δρ Τσαγκαράκου.
Χρηματοδότηση που αλλάζει τα δεδομένα
Μέχρι πρόσφατα, η λειτουργία της Τράπεζας και των υπαίθριων συλλογών διατήρησης εξαρτιόταν από περιορισμένους δημόσιους πόρους και ευρωπαϊκά ερευνητικά προγράμματα. Αυτό όμως αλλάζει. Το νέο έργο «ΔιαΦυΓε», προϋπολογισμού 1,1 εκατ. ευρώ και διάρκειας 2025-2029, δίνει επιτέλους «οξυγόνο» στην Τράπεζα και στις συλλογές: ανανέωση και αναπαραγωγή συλλογών, διασφάλιση πιστοποιημένου πολλαπλασιαστικού υλικού, αλλά και αξιοποίηση ποικιλιών σε νέα προγράμματα βελτίωσης.
Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στην άμπελο -μια καλλιέργεια με εθνική σημασία- αλλά και στη διασύνδεση των συλλογών με τις πολιτικές της νέας ΚΑΠ, της ευρωπαϊκής στρατηγικής για τη βιοποικιλότητα και του Green Deal.
Έρευνα με πρακτικό αποτύπωμα
Τα ερευνητικά Ινστιτούτα του ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ συνεργάζονται στενά με αγρότες, συνεταιρισμούς, γεωπόνους και επιχειρήσεις, μέσω του Συστήματος Γεωργικής Γνώσης και Καινοτομίας (AKIS), αλλά και μέσα από πάνω από 100 επιχειρησιακές ομάδες του ΠΑΑ και πιλοτικά σχήματα. Στόχος είναι οι ποικιλίες αυτές παραδοσιακές ή νέες με ενδιαφέροντα χαρακτηριστικά να φτάσουν στον καταναλωτή – στα ράφια, στα εστιατόρια και στο τραπέζι.
Όπως λέει η Δρ Τσαγκαράκου, «η διατήρηση της βιοποικιλότητας δεν είναι απλώς μια πράξη ευθύνης. Είναι στρατηγική επένδυση στο μέλλον της ελληνικής γεωργίας και της επισιτιστικής ασφάλειας».
Το αύριο φυτρώνει ήδη – αλλά χρειάζεται φροντίδα
Η Ελλάδα διαθέτει το γενετικό πλούτο, την επιστημονική τεχνογνωσία και τη βιοποικιλότητα για να πρωταγωνιστήσει στη βιώσιμη γεωργία του αύριο. Το ζητούμενο πλέον είναι η σταθερή χρηματοδότηση, η στελέχωση των ερευνητικών δομών και – πάνω απ’ όλα – η πολιτική βούληση να μετατραπεί η γεωργική κληρονομιά σε σύγχρονη καινοτομία. «Γιατί τελικά, η γεωργία του μέλλοντος δεν θα “ανακαλυφθεί” από την αρχή. Θα καλλιεργηθεί με τις ρίζες του χθες – αρκεί να τις διαφυλάξουμε», υπογραμμίζει εμφατικά.
Τι κάνει ο ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ — Ενδεικτικές δράσεις
Το πρόγραμμα ΔιαΦυΓε, σε συνεργασία με το υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, αποσκοπεί στη διατήρηση της φυτικής κληρονομιάς της χώρας, μέσω συλλογών εγχώριων ποικιλιών, αυτοφυών συγγενικών ειδών και της Τράπεζας Διατήρησης Γενετικού Υλικού.
Το Ινστιτούτο Γενετικής Βελτίωσης και Φυτογενετικών Πόρων (ΙΓΒΦΠ) εστιάζει στην αξιολόγηση και αξιοποίηση φυτογενετικού υλικού, την ανάπτυξη νέων ποικιλιών, τη γεωργία ακριβείας και τεχνικές που μειώνουν τις εισροές. Το Ινστιτούτο Βιομηχανικών και Κτηνοτροφικών Φυτών (ΙΒΚΦ) δίνει έμφαση σε όσπρια και κτηνοτροφικά φυτά με δράσεις γενετικής βελτίωσης, και σποροπαραγωγής. Το Ινστιτούτο Ελιάς Υποτροπικών Φυτών και Αμπέλου είναι αρμόδιο για τη διατήρηση μεσογειακών δενδρωδών καλλιέργειών και της αμπέλου ενώ παράλληλα υλοποιεί ερευνητικά προγράμματα που εστιάζουν στην προσαρμογή αυτών των καλλιεργειών στις προκλήσεις της κλιματικής αλλαγής και στις νέες συνθήκες που αυτή επιφέρει.
«Ολόκληρη η ερευνητική δομή του ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ βασίζεται στη σύζευξη τοπικής αγροτικής γνώσης με σύγχρονες τεχνολογίες, ώστε τα ερευνητικά αποτελέσματα να φτάνουν έγκαιρα στον παραγωγό, γεγονός κρίσιμο μπροστά στις προκλήσεις της κλιματικής αλλαγής», καταλήγει η Δρ Τσαγκαράκου.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ