Έρευνα: Η κλιματική αλλαγή απειλεί να μας στερήσει τις αγαπημένες μας συνοδευτικές σάλτσες

Ανασταλτικός παράγοντας η αβεβαιότητα σε ό,τι αφορά τον προγραμματισμό της σποράς και τις αναμενόμενες αποδόσεις

«Παρότι η κλιματική αλλαγή αγγίζει τα πάντα, ορισμένοι κλάδοι επηρεάζονται περισσότερο από άλλους», αναφέρει στο Modern Farmer ο Δρ Guillermo Murray-Tortarolo, ερευνητής στο Εθνικό Αυτόνομο Πανεπιστήμιο του Μεξικού (UNAM). Το έργο του τελευταίου επικεντρώνεται στην κατανόηση της σχέσης μεταξύ της κλιματικής αλλαγής και των επιπτώσεών της στην παραγωγή τροφίμων.

«Οι μεγάλες κλιμακώσεις στη μεταβλητότητα και την εποχικότητα των βροχοπτώσεων έχουν μειώσει τη βεβαιότητα των χρόνων σποράς και τις αναμενόμενες αποδόσεις, με μερικά ακραία παραδείγματα να κάνουν την εμφάνισή τους την τελευταία διετία, όπως συνέβη με την καναδική μουστάρδα», σημειώνει. Αυτό υποδηλώνει ότι η κλιματική αλλαγή δεν συνεπάγεται απλώς την εξάλειψη βασικών καλλιεργειών, αλλά μπορεί να πλήξει, μεταξύ άλλων, και τις αγαπημένες μας συνοδευτικές σάλτσες.

Σε ελεύθερη πτώση η παραγωγή της μουστάρδας

Πέρυσι, οι αγρότες του Καναδά χρησιμοποίησαν σχεδόν 2,2 εκατ. στρέμματα για παραγωγή σπόρων μουστάρδας, παράγοντας 161.781 τόνους, κυρίως στο Σασκάτσουαν. Ωστόσο, εν μέσω αντίξοων καιρικών συνθηκών, οι αποδόσεις έχουν πέσει κατακόρυφα τα τελευταία χρόνια. Το 2021, κυμαίνονταν στις 431 λίβρες ανά έικρ, σχεδόν 57% κάτω από τις συνηθισμένες αποδόσεις των 1.000 λιβρών. Αυτό, όπως ήταν φυσικό, σηματοδότησε ραγδαία άνοδο των τιμών και ελλείψεις στα σούπερ μάρκετ της Γαλλίας, η οποία είναι η μεγαλύτερη καταναλώτρια μουστάρδας στον κόσμο. «Χάσαμε σχεδόν τα πάντα κατά τη συγκομιδή του 2021, ωστόσο κάθε χρόνο την τελευταία δεκαπενταετία αντιμετωπίζουμε ακραίες προκλήσεις», λέει η Elaine Belanger, συνιδιοκτήτρια της Maison Orphee, μιας παρασκευάστριας εταιρείας με έδρα το Κεμπέκ.

Οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει η κέτσαπ

Μια τριετία υψηλότατων θερμοκρασιών στην Αυστραλία, την Ισπανία και την αμερικανική πολιτεία της Καλιφόρνια (σ.σ. τρεις από τις σημαντικότερες περιοχές παραγωγής ντομάτας στον κόσμο) οδήγησε σε αντίστοιχη μείωση των αποθεμάτων τοματοπολτού, που χρησιμοποιείται όχι μόνο για την παραγωγή της κέτσαπ, αλλά και για την πίτσα και τη σάλτσα μαρινάρα.

Η Καλιφόρνια παράγει περίπου το 30% των ντοματών στον κόσμο και το 95% των ντοματών που χρησιμοποιούνται σε κονσερβοποιημένα προϊόντα στις ΗΠΑ. Οι συγκομιδές μειώθηκαν κατά 10% το 2022, σύμφωνα με το υπουργείο Γεωργίας των ΗΠΑ, και αυτή η τάση αναμένεται να συνεχιστεί. «Οι απαιτήσεις της αγοράς μας, σε συνδυασμό με την κλιματική αλλαγή, έχουν υπερβεί καθολικά την ικανότητα των βασικών καλλιεργειών να προσαρμόζονται σε ένα θερμότερο κλίμα», δηλώνει –επίσης στο Modern Farmer– η Δρ Amy Concilio, αναπληρώτρια καθηγήτρια Περιβαλλοντικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο St. Edward’s στο Όστιν του Τέξας.

Ελλείψεις και στις καυτερές σάλτσες

Οι ελλείψεις στις καυτερές σάλτσες γίνονται κι εκείνες ολοένα και πιο συχνό φαινόμενο. Όπως αναφέρεται στο ρεπορτάζ της ιστοσελίδας, πολλοί επικαλούνται την κακή συγκομιδή πιπεριών τσίλι στο Μεξικό και στις αμερικανικές πολιτείες της Καλιφόρνια και του Νέου Μεξικού για τις συνεχιζόμενες ελλείψεις στα ράφια των σούπερ μάρκετ.

Όπως αποδεικνύεται, ο τόπος που καλλιεργούνται αυτές οι πιπεριές συνιστά σημαντικό κομμάτι του προβλήματος, με την κλιματική αλλαγή να επιδεινώνει την κατάσταση. «Οι πιπεριές τσίλι εμφανίστηκαν για πρώτη φορά στο τροπικό δάσος», διευκρινίζει η Δρ Danise Coon, ανώτερη ερευνήτρια στον Αγροτικό Πειραματικό Σταθμό του Πολιτειακού Πανεπιστημίου του Νέου Μεξικού. «Και πριν από πάνω από 6.000 χρόνια, τις εξημερώσαμε και τελικά τις μεταφέραμε σε άνυδρα κλίματα».

Ωστόσο, όπως εξηγεί, παρότι οι παραγωγοί προσάρμοσαν τις πιπεριές τσίλι σε αυτές τις συνθήκες, πλέον αυτές είναι ακόμα πιο θερμές και ξηρές στις περιοχές στις οποίες καλλιεργούνται, δημιουργώντας ένα αφόρητο περιβάλλον για το προϊόν.