Φοινικέλαιο: «Πράσινο ξέπλυμα» από την Κομισιόν

γράφει ο Λυκ Βερνέ, συνιδρυτής της Farm Europe

foinikelaio

Ό λοι στις Βρυξέλλες θυμούνται το πρόσφατο αίτημα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου να παγώσουν και στη συνέχεια να καταργήσουν σταδιακά την ενσωμάτωση του φοινικελαίου στα ευρωπαϊκά βιοκαύσιμα, στο πλαίσιο των περσινών διαπραγματεύσεων σχετικά με την οδηγία για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μόλις δημοσιοποίησε ένα νομοθετικό σχέδιο που αποσκοπεί στον καθορισμό των κριτηρίων, ώστε να μπορέσει να εφαρμοστεί τεχνικά το πολιτικό αυτό αίτημα.

Το αναμενόμενο ήταν ότι θα έκοβε τον δεσμό μεταξύ της αποψίλωσης των δασών και των βιοκαυσίμων. Και η έκπληξη είναι μεγάλη, όταν διαβάζει κανείς ορισμένα ρυθμιστικά άρθρα που προτείνει η Επιτροπή και δημοσιεύθηκαν για δημόσια διαβούλευση το περασμένο Σαββατοκύριακο.

Βιοκαύσιμο «υψηλού κινδύνου»

Φυσικά, η Επιτροπή προτείνει να ταξινομηθεί, όπως αναμενόταν, το φοινικέλαιο στην κατηγορία των βιοκαυσίμων με «υψηλό κίνδυνο» ως προς την αλλαγή της χρήσης γης. Οι σχετικές επισημάνσεις του Κοινού Κέντρου Ερευνών (JRC) δεν άφηναν, άλλωστε, περιθώρια αμφιβολιών.

Η σόγια θα μπορούσε, επίσης, να έχει ενταχθεί σε αυτή την κατηγορία, αλλά οι σχολαστικά επιλεγμένες παράμετροι της Κομισιόν τη σώζουν. Όμως, διαβάζοντας την προτεινόμενη νομοθεσία, διαπιστώνει κανείς κάτι πολύ πιο περίεργο. Ταυτόχρονα με την ταξινόμηση του φοινικελαίου στην κατηγορία υψηλού κινδύνου, που σημαίνει ότι δεν μπορεί να υπολογιστεί για τους πράσινους στόχους της ΕΕ και ότι θα καταργηθεί σταδιακά μέχρι το 2030, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει δημιουργήσει μια κατηγορία που ονομάζεται «χαμηλού κινδύνου», η οποία ανοίγει ένα αναπάντεχο «παράθυρο» για το φοινικέλαιο, με κριτήρια προσαρμοσμένα στις ανάγκες του προϊόντος.

Παίρνοντας, λοιπόν, το ρίσκο, εν μέσω εκστρατείας για τις ευρωπαϊκές εκλογές, να κατηγορηθεί για την προάσπιση των οικονομικών συμφερόντων της Ινδονησίας και της Μαλαισίας με περισσότερο σθένος από ό,τι τα ευρωπαϊκά συμφέροντα, παίρνοντας το ρίσκο να καθορίσει πιο αυστηρά περιβαλλοντικά πρότυπα για την κοινοτική παραγωγή έναντι των προϊόντων εισαγωγής, ενώ οι στρεβλώσεις του ανταγωνισμού εξακολουθούν να αποδυναμώνουν την οικονομία της ηπείρου, η Επιτροπή φαίνεται να αποτελεί υπόδειγμα «πράσινου ξεπλύματος».

Στους συννομοθέτες που ζήτησαν μια τεχνική λύση στη βάση των πιο αξιόπιστων επιστημονικών δεδομένων, η Επιτροπή απαντά με μια πολιτική πράξη που στόχο έχει τη διατήρηση των συμφερόντων του τομέα του φοινικελαίου. Προτείνει, λοιπόν, μία απλουστευμένη διαδικασία ελέγχου –δεν πρόκειται για σοβαρή πιστοποίηση–, αφήνοντας τους οικονομικούς φορείς να καθορίσουν τις επιπλέον ποσότητες που παρήγαγαν για την κάλυψη της πρόσθετης ζήτησης της ευρωπαϊκής αγοράς βιοκαυσίμων σε γη που είτε δεν έχει χρησιμοποιηθεί, είτε έχει εγκαταλειφθεί, χωρίς καμία αναφορά σε γη όπου έχει γίνει αποψίλωση των δασών. Επιπλέον, παρέχονται συστηματικές διευκολύνσεις στους μικρούς παραγωγούς, χωρίς καμία αιτιολόγηση. Η διαδικασία θα πρέπει σίγουρα να αποδεικνύεται από έγγραφα που ελέγχθηκαν στη χώρα παραγωγής από ανεξάρτητο ελεγκτή, αλλά όλα αυτά μοιάζουν αυθαίρετα και θα προκαλέσουν αναμφισβήτητα τη μήνιν των Ευρωπαίων παραγωγών, που υπόκεινται σε ελέγχους και πιστοποιήσεις πολύ πιο αυστηρούς και σχολαστικούς.