Η εξωστρέφεια μπορεί να σώσει την ελληνική γαλακτοπαραγωγό αγελαδοτροφία

Δραματική μείωση των εκτροφέων και συγκέντρωση του μεγαλύτερου μέρους της παραγωγής σε λίγες, αλλά εκσυγχρονισμένες μονάδες είναι η εικόνα που παρουσιάζει –σύμφωνα με το ρεπορτάζ της «ΥΧ»– ο κλάδος της γαλακτοπαραγωγού αγελαδοτροφίας στην Ελλάδα. Χαρακτηριστικό είναι πως, σύμφωνα με στοιχεία του ΥΠΑΑΤ, οι αγελαδοτρόφοι μειώθηκαν από 55.000 άτομα το 1989 σε 2.200 σήμερα, ενώ οι παραγωγικές κτηνοτροφικές μονάδες της χώρας υπολογίζονται γύρω στις 400. Μείωση σημειώνεται και στην (ετήσια) παραγωγή αγελαδινού γάλακτος που, την τελευταία δεκαετία, μειώθηκε από 800.000 σε 600.000 τόνους.

Η χώρα μας πλέον καταλαμβάνει μόλις την 22η θέση στην Ευρώπη των 28, με τους Έλληνες αγελαδοτρόφους να κάνουν έκκληση για στήριξη και πιο βιώσιμα φορολογικά μέτρα από την πολιτεία, έτσι ώστε να μη συρρικνωθεί περαιτέρω και, παράλληλα, να δοθεί περιθώριο επιστροφής στην ανάπτυξη για τον συγκεκριμένο κλάδο.

 

Συρρίκνωση του κλάδου και συγκέντρωση σε λίγους

«Περίπου 400 σύγχρονες κτηνοτροφικές μονάδες (70% των οποίων εντοπίζεται στην Κεντρική και Βόρεια Ελλάδα) και 2.200 αγελαδοτρόφοι παράγουν το 85% της συνολικής εγχώριας παραγωγής αγελαδινού γάλακτος», αναφέρει στην «ΥΧ» o κτηνίατρος, παραγωγός και πρόεδρος της Ένωσης Φυλής Χολστάιν Ελλάδας (ΕΦΧΕ), Αθανάσιος Βασιλέκας. Οι αριθμοί αυτοί εκφράζουν τόσο τη συρρίκνωση της άλλοτε ακμάζουσας αγελαδοτροφίας (για παραγωγή γάλακτος) στη χώρα μας, αλλά και τη συγκέντρωση της παραγωγής σε λίγους.

Πλέον, η εγχώρια παραγωγή αγελαδινού γάλακτος περιορίζεται στους «600.000 τόνους από 800.000 τόνους που ήταν μία δεκαετία πριν, ενώ η εγχώρια ετήσια κατανάλωση κυμαίνεται από 1.300.000 έως 1.500.000 τόνους (τυροκομικά και γαλακτοκομικά προϊόντα)», μας ενημερώνει ο Αθ. Βασιλέκας. Ο ίδιος συμπληρώνει πως «αυτό σημαίνει ότι η Ελλάδα παράγει μόλις το 40% της συνολικής κατανάλωσης και το υπόλοιπο εισάγεται, προκειμένου να καλυφθούν οι ανάγκες».

Η τιμή στο αγελαδινό γάλα, αυτήν τη στιγμή, «μετά και τη μεγάλη πτώση του 2016, είναι σταθερή και κυμαίνεται μεταξύ 0,36 – 0,40 λεπτών/κιλό, δηλαδή παρόμοια με τις χώρες του εξωτερικού», προσθέτει ο πρόεδρος της ΕΦΧΕ.

Κόστος μιας αγελαδοτροφικής μονάδας και αναπτυξιακά προγράμματα

Υψηλό είναι το κόστος κατασκευής μίας κτηνοτροφικής μονάδας από το μηδέν, καθώς, όπως μας αναλύει ο Αθ. Βασιλέκας, αυτό «υπολογίζεται περίπου στα 8.000 με 10.000 ευρώ/ζώο. Για μία βιώσιμη μονάδα, ο παραγωγός θα πρέπει να αγοράσει τουλάχιστον 100 αγελάδες που σημαίνει συνολικό αρχικό κόστος από 800.000 ευρώ έως 1.000.000 ευρώ». Σε αυτό το κεφάλαιο, βέβαια, περιλαμβάνονται η αγορά των ζώων (περίπου 1.800 ευρώ έκαστο), η εκτροφή τους, οι σταβλικές εγκαταστάσεις, ένα αμελκτικό συγκρότημα, ένας ενσυροδιανομέας, ένα τρακτέρ κ.ά.)

Όπως και στην προβατοτροφία έτσι και η αγελαδοτροφία υποστηρίζεται από αναπτυξιακά προγράμματα ως προς το θέμα των εγκαταστάσεων και την αγορά μηχανημάτων, αλλά «όχι ως προς την αγορά των ζώων. Απαιτεί σίγουρα ίδια κεφάλαια για το ξεκίνημα, που δεν μπορεί εύκολα να διαθέσει κάποιος», προσθέτει ο πρόεδρος της ΕΦΧΕ.

Προοπτικές ανάπτυξης, προβλήματα και ιδιαιτερότητες

«Δεν θα πω απλώς αν αξίζει κάποιος να ασχοληθεί με την εκτροφή αγελάδων, αλλά ότι θα πρέπει κάποιος να μπει στον συγκεκριμένο κλάδο», λέει ο Αθ. Βασιλέκας και προσθέτει: «Βέβαια, θα πρέπει εν μέσω κρίσης και αφού η πολιτεία διατυμπανίζει ότι ο αγροτικός τομέας θα αποτελέσει τον πυλώνα ανασύνταξης και ανάπτυξης της οικονομίας της χώρας, τα μέτρα (φορολογικά και ασφαλιστικά), τα οποία λαμβάνονται, να μη συγκλίνουν στο γκρέμισμα και στη συρρίκνωση του κτηνοτροφικού τομέα, αλλά στην ανάπτυξη και στον εκσυγχρονισμό αυτού. Η Τουρκία, για παράδειγμα, επιδοτεί τόσο τις εγκαταστάσεις, όσο και την αγορά των αγελάδων, καθώς και το εργατικό κόστος για τα πρώτα πέντε με δέκα χρόνια λειτουργίας μιας μονάδας. Στην Ελλάδα θα μπορούσε να αναπτυχθεί η αγελαδοτροφία, καθώς έχουμε θαυμάσια και εξαιρετικής ποιότητας γαλακτοκομικά προϊόντα, όπως το γιαούρτι, που αποτελούν εξαγώγιμα προϊόντα».

Η εικόνα στην Ευρώπη και παγκοσμίως

Σύμφωνα με στοιχεία του Παγκόσμιου Οργανισμού Τροφίμων και Γεωργίας (FAO), στην παγκόσμια βοοτροφία ο πληθυσμός των αγελάδων γαλακτοπαραγωγής ανέρχονται σε 264 εκατ., οι οποίες παράγουν περίπου 600 εκατ. τόνους γάλα. Η Αμερική είναι η μεγαλύτερη παραγωγός χώρα αγελαδινού γάλακτος (29% της συνολικής παραγωγής) με 87 εκατ. τόνους ετησίως και ζωικό κεφάλαιο 9 εκατ. ζώα, ενώ ακολουθεί η Ινδία με 50 εκατ. τόνους γάλα και 43,600 εκατ. αγελάδες.

Η Ευρώπη κατέχει το 42% της παγκόσμιας παραγωγής αγελαδινού γάλακτος, με 135,528 εκατ. τόνους και 23,060 εκατ. ζώα, σύμφωνα πάντα με στοιχεία του FAO. Επί ευρωπαϊκού εδάφους, η πρώτη παραγωγός χώρα είναι η Γερμανία με 28,659 εκατ. τόνους γάλα και 4,181 εκατ. αγελάδες, ακολουθεί η Γαλλία με 23,370 εκατ. τόνους και 3,641 εκατ. ζώα και την τρίτη θέση καταλαμβάνει η Μεγάλη Βρετανία με περίπου 13,5 εκατ. τόνους αγελαδινό γάλα και 8 εκατ. ζωικό πληθυσμό.