Σε κίνδυνο η αμπελοκαλλιέργεια οινοποιήσιμων ποικιλιών στη Θεσσαλονίκη

Αντιμέτωπες με τον περαιτέρω κίνδυνο μείωσης των εκτάσεων αμπελοκαλλιέργειας είναι οι περιοχές του Δήμου Χαλκηδόνος, όπου από την έλευση των προσφύγων κι έπειτα υπήρξε μια αδιάκοπη διαδρομή αμπελουργίας και οινοποίησης παραδοσιακών αποσταγμάτων και κρασιού.

Μια σειρά από κρίσιμα ζητήματα, όπως η δυσκολία ένταξης νέων αγροτών στην αμπελοκαλλιέργεια, η έλλειψη πόρων και κεφαλαίων για τη δημιουργία αμπελώνων και, κυρίως, οι λιγοστές νέες άδειες φύτευσης οιναμπέλων, που χορηγεί το κράτος και αντιστοιχούν μόλις στο 1% του συνόλου των αμπελουργικών εκτάσεων της χώρας, αποτελούν τις βασικές αιτίες για τη μείωση των συγκεκριμένων αγροτικών εκμεταλλεύσεων.

Σύμφωνα με τον γεωπόνο και ιδιοκτήτη της επιχείρησης «Μεσήμβρια Οινοποιητική», Θεόδωρο Παρασκευόπουλο, πριν από κάποια χρόνια και με βάση το αμπελουργικό κτηματολόγιο που είχε δημιουργήσει για τις ανάγκες του τοπικού συνεταιρισμού, οι εκτάσεις έφταναν τα 4.500 στρ., ενώ σήμερα έχουν μείνει μόλις στο 1/3 αυτών.

«Αυτήν τη στιγμή, οι αμπελώνες της Μεσήμβριας είναι περίπου 1.500 στρ. Αυτό συνέβη γιατί αρκετοί αμπελουργοί της περιοχής προτίμησαν να επιδοτηθούν από τα κίνητρα που έδωσε η ΕΕ για οριστική εγκατάλειψη των αμπελώνων και της εκρίζωσής τους».

Ο κ. Παρασκευόπουλος προσθέτει, ακόμη, πως ένα δεύτερο ζήτημα είναι ότι οι νέοι δεν μπορούν να μπουν εύκολα στην αμπελοκαλλιέργεια, καθώς χρειάζονται άδεια φύτευσης. «Στην Ελλάδα καλλιεργούνται περίπου 650.000 στρ. οινοποιήσιμων ποικιλιών. Το ελληνικό κράτος έχει δικαίωμα να χορηγήσει μόλις 6.500 στρ., όταν όλα τα οινοποιεία επιζητούν άδειες για νέα αμπέλια. Η ζήτηση είναι πολύ μεγάλη και αυτό δυσκολεύει την είσοδο ενός νέου στην αμπελοκαλλιέργεια», επισημαίνει.

Σύμφωνα με έρευνα που έχει κάνει ο κ. Παρασκευόπουλος στην περιοχή του δήμου, ο μέσος όρος ηλικίας των παραγωγών είναι λίγο πάνω από τα 50 έτη. Καθώς οι άδειες φύτευσης δεν μεταβιβάζονται, οι όποιες νέες φυτεύσεις γίνονται από αυτούς είναι μετά από μεγάλο προβληματισμό και περίσκεψη.

Ο συνδυασμός των παραπάνω προβλημάτων μαζί με την έλλειψη αρδευτικού δικτύου και εργατικών χεριών –αφού οι περισσότεροι ξένοι εργάτες κατευθύνθηκαν προς Γερμανία που έχει υψηλότερα μεροκάματα– είναι ακόμα ένας περιοριστικός παράγοντας.

Ωστόσο, παρά τα όποια ζητήματα αντιμετωπίζει, ο κλάδος της αμπελουργίας οινοποιήσιμων ποικιλιών στην περιοχή καταγράφει και ιδιαίτερες προοπτικές. Τα τελευταία χρόνια, το κρασί που παράγεται εκεί είναι κατά 80% λευκοί οίνοι, λόγω ραγδαίας αύξησης κατανάλωσης λευκού κρασιού στη χώρα μας, αλλά και ανόδου του τουρισμού. Ιδιαίτερα ενθαρρυντικό είναι και το γεγονός ότι έχουν αντικατασταθεί σχεδόν όλες οι ξενικές ποικιλίες με ελληνικές.

«Τα τελευταία χρόνια, λόγω κλιματικής αλλαγής, αλλά και καταναλωτικών αναγκών, υπάρχει μεγάλη ζήτηση για τις ‘‘παραμελημένες’’ ελληνικές ποικιλίες. Κάθε αμπέλι ξενικής ποικιλίας που ξεριζώνεται πλέον αντικαθίσταται με ελληνική, Ασύρτικο, Μαλαγουζιά, Ροδίτη κ.ά.

Ως γεωπόνος, το βλέπω και από τους παραγωγούς, έχουν στραφεί σε αυτές γιατί έχουν εγκλιμαστεί καλύτερα στις περιβαλλοντικές συνθήκες της χώρας, αφού καλλιεργούνται εκατοντάδες χρόνια, αλλά και στις κλιματικές αλλαγές, δίνοντας καλύτερα αποτελέσματα», υπογραμμίζει ο κ. Παρασκευόπουλος.

Η επιχείρηση «Μεσήμβρια Οινοποιητική» ιδρύθηκε το 1996. Ασχολείται με την αμπελοκαλλιέργεια, την οινοποίηση και την εμφιάλωση των παραγόμενων οίνων, ενώ εξάγει το 30% της παραγωγής της σε εννέα χώρες. «Το δικό μας πλεονέκτημα και των Ελλήνων οινοπαραγωγών είναι ότι προβάλλουμε τις δικές μας ελληνικές ποικιλίες, καθότι εκεί δεν υπάρχει διεθνής ανταγωνισμός, συγκριτικά με τις ξένες», καταλήγει.