Καιρός… Ισημερινού απειλεί τη χώρα μας
Ιδιαίτερα έντονα τα προβλήματα στην αγροτική παραγωγή

Μεγάλες και ιδιαίτερα σοβαρές αναμένονται οι συνέπειες της κλιματικής αλλαγής για την Ελλάδα, σύμφωνα με Έκθεση της Κατάστασης Περιβάλλοντος της Ελλάδας, που εκπονήθηκε από το Εθνικό Κέντρο Περιβάλλοντος και Αειφόρου Ανάπτυξης του υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής.

Κλιματική αλλαγή

Η περιοχή της Μεσογείου είναι ιδιαίτερα ευπρόσβλητη στην κλιματική αλλαγή, που προβλέπεται να φέρει υψηλές θερμοκρασίες και ξηρασία. Η αύξηση της συχνότητας αλλά και της έντασης των ακραίων φαινομένων αναμένεται να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στην ανθρώπινη υγεία. Ταυτόχρονα, θα επηρεαστούν δραστικά κύριοι τομείς της οικονομίας, όπως η γεωργία και ο τουρισμός. Ωστόσο, οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής δεν είναι εύκολο να εκτιμηθούν και να περιγραφούν πλήρως και άμεσα.

Για την περίοδο 2021-2050, αναμένεται αύξηση της θερμοκρασίας η οποία ξεπερνά τους 1,5 βαθμούς Κελσίου, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί να φτάσει και τους 2,5. Για το 2071-2100, η αντίστοιχη αύξηση μπορεί να φτάσει τους 5 βαθμούς Κελσίου (!). Οι περιοχές που επηρεάζονται περισσότερο είναι οι ηπειρωτικές περιοχές στο εσωτερικό της χώρας, οι οποίες βρίσκονται μακριά από την επίδραση της θάλασσας. Αντίθετα, περιοχές στις οποίες φτάνει η θαλάσσια αύρα, παρουσιάζουν σημαντικά μικρότερες μεταβολές στις αντίστοιχες θερμοκρασίες, όπως π.χ η Κρήτη και τα νησιά του Αιγαίου.

klimatiki-allagi-sinepeies
ΦΩΤΟ: ΕΛΕΝΗ ΚΟΥΤΛΑ

Σύμφωνα με όσα αναφέρονται στην έκθεση, σε όλη την ελληνική επικράτεια, ο αριθμός των ημερών, κατά τις οποίες η θερμοκρασία ξεπερνά τους 35 βαθμούς Κελσίου, αυξάνεται.

Οι μεγαλύτερες αλλαγές αναμένονται στα πεδινά ηπειρωτικά της Στερεάς Ελλάδας, της Θεσσαλίας, της Νότιας Πελοποννήσου και της Κεντρικής Μακεδονίας, όπου οι ημέρες καύσωνα αυξάνονται κατά 20 το 2021-2050 και έως και 40 την περίοδο 2071-2100 σε ετήσια βάση (σε σύγκριση με την περίοδο 1961-1990).

Σχετικά μικρότερες αλλαγές θα παρατηρηθούν στην Κρήτη και την Αττική, με αύξηση στον αριθμό των ημερών καύσωνα που δε θα υπερβαίνει τις 15 επιπλέον μέρες το 2021-2050 και τις 30 επιπλέον ημέρες το 2071-2100. Στα νησιά του Αιγαίου και του Ιονίου, η αύξηση στις αναμενόμενες ημέρες καύσωνα προβλέπεται να είναι μικρότερη, με 10 περισσότερες ημέρες το 2021-2050 και 15 επιπλέον ημέρες το 2071-2100. Η μικρότερη αύξηση κρίνεται φυσιολογική με δεδομένη τη θαλάσσια επίδραση, η οποία παίζει κυρίαρχο ρόλο στον  μετριασμό των υψηλών θερμοκρασιών το καλοκαίρι, κυρίως εξαιτίας της ευεργετικής επίδρασης της θαλάσσιας αύρας.

Πώς η αύξηση της θερμοκρασίας επιδρά στην αγροτική παραγωγή

Σαν αποτέλεσμα της πρώιμης λήξης και της καθυστερημένης έναρξης των ανοιξιάτικων και φθινοπωρινών χαμηλών θερμοκρασιών αντίστοιχα, αναμένεται η χρονική επέκταση της βλαστητικής περιόδου, η οποία καθορίζεται από την επικράτηση ευνοϊκών συνθηκών για ανάπτυξη φυτών και καλλιεργειών. Οι μεγαλύτερες αναμενόμενες αυξήσεις, οι οποίες εστιάζονται στον ορεινό ηπειρωτικό κορμό της χώρας, θα φτάσουν έως και τις 20 και 35 επιπλέον ημέρες, για το 2021-2050 και το 2071-2100, αντίστοιχα. Στις υπόλοιπες περιοχές θα υπάρξουν αυξήσεις 10-15 ημέρες το 2021-2050 και 15-25 ημέρες το 2071-2100.

Αύξηση του όγκου βροχής

Ειδικότερα στην ανατολική ηπειρωτική χώρα, το συνολικό ποσό βροχής που σημειώνεται σε διάστημα τριών ημερών αναμένεται να αυξηθεί κατά 20% το 2021-2050. Η κατάσταση φαίνεται να αλλάζει σημαντικά μέχρι το τέλος του 21ου αιώνα. Σε περιοχές της Δυτικής Ελλάδας και της Θράκης, η ποσότητα των ραγδαίων βροχοπτώσεων μειώνεται κατά 10%-20%, ενώ αντίθετα, στην Ανατολική Στερεά και Βορειοδυτική Μακεδονία, οι ραγδαίες βροχοπτώσεις κατά 30%. Στις υπόλοιπες περιοχές υπάρχουν μικρές αυξομειώσεις.

Ξηρασία

Η διάρκεια των ξηρών περιόδων αναμένεται να αυξηθεί σημαντικά. Αύξηση μικρότερη από 10 ημέρες παρατηρείται στη Δυτική χώρα για την περίοδο 2021-2050. Για την περίοδο 2071- 2100, στη Δυτική και στη Βόρεια Ελλάδα η διάρκεια των ξηρών περιόδων αναμένεται να μην αυξηθεί περισσότερο από 20 ημέρες. Οι μεγαλύτερες αυξήσεις παρατηρούνται στην ανατολική ηπειρωτική χώρα (Ανατολική Στερεά, Ανατολική Πελοπόννησο και Εύβοια) και Βόρεια Κρήτη, όπου αναμένονται περισσότερες από 20 επιπλέον ημέρες ξηρασίας μέχρι το 2021-2050 και μέχρι 40 ημέρες το 2071-2100.

Επιπτώσεις στα οικοσυστήματα από την κλιματική αλλαγή

klimatiki-allagi-dioxnei-elies

Προβλέπονται σοβαρές επιπτώσεις στη βιοποικιλότητα της χώρας, καθώς η Ελλάδα –όπως και οι υπόλοιπες Μεσογειακές χώρες– αναμένεται να χάσει, υπό προϋποθέσεις, έως και το 100% της τρέχουσας αφθονίας των ειδών της. Ιδιαίτερα ευάλωτα εμφανίζονται τα ενδημικά είδη, κυρίως σε περιοχές όπου δεν υπάρχει η δυνατότητα μετανάστευσης. Έως και το 47% των αυτόχθονων ειδών ψαριών στα εσωτερικά ύδατα της Ελλάδας απειλούνται από την κλιματική αλλαγή.

Πολλά εφήμερα οικοσυστήματα υγροτόπων αναμένεται να εξαφανιστούν και πολλά άλλα να συρρικνωθούν μόνιμα. Σημαντικό είναι το ενδεχόμενο επηρεασμού της ποιότητας και διαθεσιμότητας του νερού των λιμνών. Στο θαλάσσιο περιβάλλον, η άνοδος της θερμοκρασίας και η μεταβολή των βιοχημικών και φυσικών ιδιοτήτων του νερού είναι πιθανό να έχουν επιπτώσεις στη θαλάσσια βιοποικιλότητα, ευνοώντας την εξάπλωση ασθενειών, την εμφάνιση τοξικών φυτών και τη διάδοση θερμόφιλων ειδών. Γενικότερα, στην περιοχή της Μεσογείου, το ευμετάβλητο περιβαλλοντικό σκηνικό ευνοεί την εισβολή και τον εγκλιματισμό χωροκατακτητικών ξενικών ειδών, τα οποία επηρεάζουν τα υδάτινα οικοσυστήματα.

Επιπτώσεις σε συγκεκριμένες καλλιέργειες

Στην Ελλάδα, δίνεται έμφαση κυρίως στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής σε καλλιέργειες σίτου, βαμβακιού, αραβοσίτου, ελιάς και αμπέλου, οι οποίες καταλαμβάνουν τις μεγαλύτερες εκτάσεις γεωργικής γης στη χώρα. Υπό το ηπιότερο σενάριο αύξησης της θερμοκρασίας που εξετάζουν οι επιστήμονες, θα ευνοηθεί η γεωργική παραγωγή βορειότερα και ανατολικά (Μακεδονία και Θράκη). Αντίθετα, το σενάριο με τη μεγαλύτερη αύξηση θα έχει δυσμενείς επιπτώσεις στην παραγωγή.

Πιο ευαίσθητη εμφανίζεται η καλλιέργεια σίτου, ενώ η παραγωγή βαμβακιού θα υποστεί μειώσεις, ιδιαίτερα στην Κεντρική και Ανατολική Ελλάδα. Οι επιπτώσεις στην παραγωγή των δενδροκαλλιεργειών, έως τα μέσα του αιώνα, αναμένεται να είναι από ουδέτερες έως θετικές, όμως, προς το τέλος του αιώνα, οι αρνητικές επιπτώσεις θα αυξηθούν, ιδίως στη Νότια Ελλάδα.

Για την περίοδο 2021-2050, αναμένεται αύξηση της θερμοκρασίας η οποία ξεπερνά τους 1,5 βαθμούς Κελσίου
Για την περίοδο 2021-2050, αναμένεται αύξηση της θερμοκρασίας η οποία ξεπερνά τους 1,5 βαθμούς Κελσίου

Η καλλιέργεια κηπευτικών θα μετατοπιστεί βορειότερα και η παραγωγή θα αυξηθεί, ως συνέπεια της επέκτασης της καλλιεργητικής περιόδου.

Το γεωργικό εισόδημα, λόγω των συνολικών επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής, αναμένεται να αυξηθεί μέχρι το 2100, σε ποσοστά 2,92-13,37% του ΑΕΠ, στην περίπτωση που δεν ληφθούν υπόψη οι επιπτώσεις της ερημοποίησης στην απόδοση των καλλιεργειών. Αν συμπεριληφθούν οι αρνητικές επιδράσεις της ερημοποίησης, οι συνολικές επιπτώσεις κυμαίνονται από οφέλη 3,31% έως ζημίες 14,84% του ΑΕΠ.

Οι επιπτώσεις διαφοροποιούνται περαιτέρω αν συνεκτιμηθούν οι μεταβολές και άλλων παραγόντων που επηρεάζουν τη γεωργική παραγωγή και σχετίζονται με τις κλιματικές μεταβολές, όπως η επίδραση των ζιζανίων και των επιβλαβών εντόμων. Επίσης, οι προβλέψεις θα μπορούσαν να επιβαρυνθούν ακόμα περισσότερο εάν λαμβάνονταν υπόψη οι επιπτώσεις από την αύξηση της συχνότητας των ακραίων φαινομένων.

Αλιεία

Έχει εκτιμηθεί ότι αύξηση της μέσης θερμοκρασίας στην επιφάνεια του Αιγαίου κατά 1 βαθμό Κελσίου συνδέεται με μείωση του συνόλου των αλιευμάτων κατά 0,8%, ως προς τη μέση τιμή. Μια δυνητική αύξηση της θερμοκρασίας της επιφάνειας της θάλασσας κατά 3,3 βαθμούς Κελσίου έως το 2100 θα οδηγούσε σε μείωση κατά 2,5% του πληθυσμού των αλιευμάτων.

Η παραγωγή δεν αναμένεται να μειωθεί σημαντικά, αλλά θα πραγματοποιηθεί ανακατανομή των ποσοτήτων των ειδών που αλιεύονται και θα προστεθούν μεταναστευτικά είδη. Επίσης, θα ενισχυθεί η είσοδος και επικράτηση θερμόφιλων φυτικών και ζωικών υδρόβιων ειδών, με μεταβολές στη βιοποικιλότητα και πιθανά τοξικά φαινόμενα. Στην περίπτωση των εκτρεφόμενων ιχθύων (υδατοκαλλιέργειες) η αύξηση της θερμοκρασίας αναμένεται να οδηγήσει σε αύξηση του ρυθμού ανάπτυξης και αύξηση της παραγωγής. Αντίθετα, η άνοδος της στάθμης της θάλασσας πιθανώς θα έχει επιπτώσεις για τις παράκτιες εγκαταστάσεις εκτροφής. Η αύξηση των επιπέδων CO2 ενδέχεται να συνοδευθεί από οξίνιση των υδατοσυλλογών, με πιθανές συνέπειες σε είδη ευαίσθητα σε χαμηλότερες τιμές pH. Επίσης, οι μεταβολές που σχετίζονται με την ακραία βροχόπτωση είναι δυνατό να οδηγήσουν σε αυξομειώσεις της παροχής των ποταμών, με συνεπακόλουθες μεταβολές σε υδατοκαλλιέργειες στην περιοχή των εκβολών τους.

Η Ελλάδα θα πρέπει να επικεντρωθεί στη διατήρηση της ιχθυοπανίδας γλυκού νερού (MED) και των θαλάσσιων θηλαστικών (MMED), καθώς αυτές οι ομάδες αντιμετωπίζουν τον μεγαλύτερο αριθμό απειλών.

Περιοχές ευπρόσβλητες στη νιτρορύπανση στην Ελλάδα

Οι περιοχές που έχουν καθοριστεί ως ευπρόσβλητες σε νιτρορύπανση γεωργικής προέλευσης ζώνες είναι:

  1. Η περιοχή του Θεσσαλικού Πεδίου που περιλαμβάνει τις λεκάνες του Πηνειού ποταμού, του Τιταρήσιου, του Αλμυρού, του Ενιππέα και της κλειστής λίμνης Ξυνιάδος.
  2. Η περιοχή του Κωπαϊδικού Πεδίου που περιλαμβάνει τη λεκάνη του Βοιωτικού Κηφισού
  3. Η περιοχή του Αργολικού Πεδίου
  4. Η Λεκάνη του Πηνειού Ηλείας
  5. Η περιοχή του Κάμπου Θεσσαλονίκης Πέλλας Ημαθίας
  6. Η περιοχή της λεκάνης του Στρυμόνα
  7. Η περιοχή της πεδιάδας Άρτας-Πρέβεζας
  8. Η περιοχή της λεκάνης απορροής του ποταμού Ασωπού Βοιωτίας
  9. Η περιοχή του νότιου τμήματος του ποταμού Έβρου
  10. Η πεδιάδα Ανατολικά και Δυτικά της λίμνης Βιστωνίδας
  11.  Η περιοχή της λεκάνης απορροής του ποταμού Αγγίτη
  12. Η περιοχή της Βόρειας Κορινθίας
  13. Η περιοχή του Οροπεδίου Τρίπολης
  14. Η περιοχή Φιλιατρών-Κυπαρισσίας
  15. Η περιοχή της λεκάνης απορροής του ποταμού Λαρισσού Αχαΐας
  16. Η περιοχή Λεωνιδίου Αρκαδίας
  17. Η περιοχή Μαραθώνα Αττικής
  18. Η περιοχή Μεσογαίας Αττικής
  19. Η περιοχή του βόρειου τμήματος του ποταμού Έβρου
  20. Η περιοχή του Σπερχειού Φθιώτιδας
  21. Η περιοχή Παμίσου Μεσσηνίας
  22. Η περιοχή της Τροιζηνίας
  23. Η περιοχή Άστρους – Αγ. Ανδρέα Αρκαδίας
  24. Η περιοχή Μεγάρων Αλεποχωρίου Αττικής
  25. Η περιοχή της Αταλάντης Φθιώτιδας
  26. Η περιοχή Αλμυρού Μαγνησίας
  27. Η περιοχή της Πτολεμαΐδας Κοζάνης
  28. Η περιοχή Επανομής Μουδανιών Χαλκιδικής
  29. Η περιοχή της υπολεκάνης Γεροποτάμου Μεσσαράς Κρήτης
  30. Η περιοχή Αρτάκης Εύβοιας.

Αλλαγές στα αγροτικά οικοσυστήματα που έχουν συμβεί

Οι κυριότερες αλλαγές που πραγματοποιήθηκαν στα αγροτικά οικοσυστήματα (καλλιέργειες, αγροτικά μωσαϊκά και λιβάδια) οφείλονται στη μετατροπή τους σε αστικές περιοχές και υδάτινα σώματα (λίμνες και ποτάμια), ενώ από την άλλη, συνολικά 27.460 στρέμματα φυσικών οικοσυστημάτων μετατράπηκαν σε αγροτική γη. Ειδικά η μείωση της αρόσιμης καλλιεργήσιμης γης στην Ελλάδα, κατά την περίοδο 2006-2012, αποδίδεται στη μετατροπή της σε βοσκοτόπους (30%), σε άλλα σύνθετα πρότυπα καλλιέργειας (20%), σε μη αρδευόμενη αρόσιμη γη (18%), σε αγροτική γη με φυσική βλάστηση (11%) και σε ελαιώνες (11%), πέραν της μετατροπής της σε τεχνητές επιφάνειες και της δημιουργίας υδάτινων σωμάτων.

Aέρια θερμοκηπίου και αγροτική παραγωγή

Ο γεωργικός τομέας καλύπτει το 8,7% των ολικών εκπομπών Αερίων του Θερμοκηπίου του 2015, οι οποίες σε σχέση με το έτος βάσης υπολογίζονται μειωμένες κατά 17,9%. Η μείωση αποδίδεται κυρίως στον περιορισμό των εκπομπών υποξειδίου του αζώτου που αναφέρθηκε ανωτέρω και σχετίζεται με τον σταδιακό έλεγχο των εκπομπών από τη χρήση λιπασμάτων στα γεωργικά εδάφη, λόγω των υψηλών τιμών τους και των εναλλακτικών δυνατοτήτων στο πλαίσιο οργανικών καλλιεργειών. Σε αντίθεση με τις ευρωπαϊκές χώρες όπου ο σημαντικότερος παράγοντας περιορισμού των ΕΑΘ από τον αγροτικό τομέα είναι η μείωση του αριθμού των εκτρεφόμενων βοοειδών, στην Ελλάδα η επίδραση από τις μεταβολές στον κτηνοτροφικό κλάδο είναι μικρή.

Το περιβαλλοντικό αποτύπωμα της Ελλάδας

Η κατανάλωση περιβαλλοντικών πόρων στην Ελλάδα υπερβαίνει την εθνική παραγωγή σε τέτοιον βαθμό, ώστε θα χρειαζόταν μια περιοχή ίση με 2,47 φορές την επιφάνεια της Γης για να ικανοποιήσει τις ανάγκες των καταναλωτών αν όλοι οι κάτοικοι του πλανήτη κατανάλωναν πόρους όπως οι ‘Ελληνες. Το 2013, το οικολογικό έλλειμμα της Ελλάδας ήταν -2,71 Gha ανά άτομο, το οποίο ήταν περισσότερο από το διπλάσιο του παγκόσμιου μέσου όρου, ενώ η χρήση άνθρακα αντιπροσώπευε το 91% του συνολικού ελλείμματος.

Η χώρα παρουσιάζει ένα σταθερό οικολογικό έλλειμμα τα τελευταία 52 χρόνια, με μια μακροπρόθεσμη τάση αύξησης. Παρόλα αυτά, ήταν από τις χαμηλότερες στην Ευρώπη (21η θέση) το 2013, δεδομένου ότι η κατάσταση έχει αρχίσει πρόσφατα να βελτιώνεται (ξεκινώντας από το 2007), κυρίως λόγω της μείωσης της χρήσης ορυκτών καυσίμων και της γενικής κατανάλωσης, που απορρέει από την οικονομική κρίση. Παρατηρήθηκε μεγάλη μείωση του οικολογικού αποτυπώματος (35%) και αντίστοιχη πτωτική τάση στο αποτύπωμα του άνθρακα, της γεωργίας, της κτηνοτροφίας, της δασοκομίας και της αλιείας.