Κοινό Κέντρο Ερευνών: Η Ευρώπη ζητά άμεσα μέτρα για βιώσιμες πρακτικές βιομάζας

Καθώς η Ευρωπαϊκή Ένωση εντείνει τη στροφή της προς τις βιολογικές πρώτες ύλες, η ανάγκη για βιώσιμη διαχείριση των οικοσυστημάτων καθίσταται κρίσιμη. Η νέα έκθεση του Κοινού Κέντρου Ερευνών (JRC) της ΕΕ τονίζει ότι η αυξανόμενη παραγωγή και χρήση βιομάζας πρέπει να συμβαδίζει με τα όρια του περιβάλλοντος και τους στόχους των ευρωπαϊκών πολιτικών.
Γεωργία και αναγέννηση εδαφών
Η γεωργία παραμένει η κύρια πηγή βιομάζας στην ΕΕ, με υψηλό ποσοστό αυτάρκειας και μόλις 3% καθαρές εισαγωγές. Ωστόσο, μόνο το 24% των γεωργικών οικοσυστημάτων βρίσκεται σε καλή κατάσταση, ενώ το 23% θεωρείται υποβαθμισμένο. Η υιοθέτηση αναγεννητικών πρακτικών και η μείωση της εξάρτησης από ζωοτροφές μπορούν να απελευθερώσουν γη και βιομάζα για άλλες χρήσεις, όπως υλικά δόμησης ή βιομηχανικές εφαρμογές.
Δάση υπό πίεση
Η έκθεση δείχνει ότι, ενώ η κατάσταση βελτιώθηκε σε 33 δασικά οικοσυστήματα, επιδεινώθηκε σημαντικά στη Βόρεια Σκανδιναβία, τα Καρπάθια και την Ιβηρική Χερσόνησο.
Λόγω ανθρώπινης δραστηριότητας, λιγότερο από το 3% των δασών της Ευρώπης παραμένει πρωτογενές ή αρχέγονο, ενώ πάνω από το 70% είναι ομοιόμορφο ηλικιακά. Αυτή η τάση αντίκειται στη φυσική ποικιλομορφία των δασών, υπονομεύοντας την ανθεκτικότητά τους στην κλιματική αλλαγή.
Σύμφωνα με μοντέλα προσομοίωσης δασικής ανάπτυξης και με υπόθεση αύξησης του ΑΕΠ κατά 2% ετησίως, η ζήτηση για ξυλεία («στρογγυλή ξυλεία») ενδέχεται να αυξηθεί κατά 30% έως το 2050 (σε σχέση με το 2020). Με τα σημερινά δασικά πρότυπα, η ζήτηση θα μπορούσε να υπερβεί την προσφορά εντός ΕΕ κατά 6%. Αυτό θα είχε επίσης σοβαρές αρνητικές συνέπειες στην ικανότητα των δασών να απορροφούν CO2, με το δασικό ανθρακικό απόθεμα να μειώνεται κατά περίπου 37% έως το 2050.
Η βιώσιμη διαχείριση γης και τα συστήματα «γεωργίας άνθρακα» (carbon farming) μπορούν να συμβάλουν στην αντιμετώπιση της οικολογικής υποβάθμισης. Περιλαμβάνουν την επιμήκυνση του κύκλου συγκομιδής, τη φύτευση ποικιλόμορφων δέντρων, την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή, τις αλλαγές στις γεωργικές πρακτικές και τη βελτίωση των αστικών χώρων πρασίνου.
Η παγκόσμια σκιά της ευρωπαϊκής βιομάζας
Το αποτύπωμα βιομάζας της ΕΕ εκτείνεται πέρα από τα σύνορά της, καθώς οι εισαγωγές προϊόντων όπως η σόγια, το κακάο, το φοινικέλαιο και ο καφές συνδέονται με αποψίλωση και μετατροπή οικοσυστημάτων υψηλής βιοποικιλότητας σε γεωργική γη. Το εξωτερικό αποτύπωμα γης της ΕΕ για αυτά τα προϊόντα ανέρχεται σε περίπου 27 εκατομμύρια εκτάρια – σχεδόν το μισό της έκτασης της Ισπανίας. Η αποψίλωση αυτή προκαλεί απώλειες δασικής βιομάζας. Ο νέος Κανονισμός της ΕΕ για «αποψιλωμένα προϊόντα» στοχεύει να σταματήσει αυτή την πρακτική και να αυξήσει τη διαφάνεια στις εφοδιαστικές αλυσίδες μέσω υποχρεωτικής δέουσας επιμέλειας (due diligence). Ο κανονισμός έχει τη δυναμική να οδηγήσει σε σημαντικές αλλαγές προς πιο βιώσιμες εμπορικές πρακτικές παγκοσμίως.
Θαλάσσια βιομάζα και κυκλική οικονομία
Η καλλιέργεια φυκιών και η ανάκτηση αποβλήτων αποτελούν ελπιδοφόρες εναλλακτικές. Παρά τη βελτίωση στην αλιεία και την ανάκτηση βιοαποβλήτων, η εξόρυξη πρωτογενούς βιομάζας συνεχίζεται, δείχνοντας ότι η κυκλική οικονομία απαιτεί βαθύτερες αλλαγές.
Η έκθεση του JRC υπογραμμίζει πως η μετάβαση σε ένα αναγεννητικό μοντέλο βιομάζας απαιτεί συντονισμένη διακυβέρνηση, τοπικές λύσεις και σύνδεση των παραγωγικών πρακτικών με τα φυσικά όρια του πλανήτη.