Ξεπέρασε κάθε προηγούμενο η ζήτηση για το τσάι του βουνού

Λίγο πριν από την έναρξη της ανθοφορίας και τη διαδικασία της συλλογής, η εικόνα που παρουσιάζουν τα αρωματικά και φαρμακευτικά φυτά δημιουργεί προβληματισμούς για το τελικό αποτέλεσμα. Οι εναλλαγές των θερμοκρασιών και οι βροχοπτώσεις επηρέασαν σε σημαντικό βαθμό την ποιότητα, από την οποία θα εξαρτηθεί και η τιμή.

Η διαφοροποίηση των ειδών, ανάλογα με τις ποσότητες που διακινούνται στην αγορά, επιδρούν και στις τιμές. Από τη μία πλευρά, βλέπουμε καθήλωση της τιμής στο αιθέριο έλαιο της λεβάντας και, από την άλλη, εκτόξευση της τιμής της ξερής δρόγης στο τσάι του βουνού.

Μπορεί τα ελληνικά αρωματικά και φαρμακευτικά φυτά να παρουσιάζουν υψηλά ποιοτικά χαρακτηριστικά λόγω του ξηροθερμικού κλίματος, όμως ο χώρος αυτός είναι φανερό πως δεν έχει βρει ακόμα τους βηματισμούς του στις αγορές.

Στη Λιβαδειά ο Χαράλαμπος Βλάχος ασχολείται με τη λεβάντα, όπου καλλιεργεί βιολογικά πάνω από 50 στρέμματα και σε μικρότερες εκτάσεις φασκόμηλο, θυμάρι, ελίχρυσο, δενδρολίβανο και βάλσαμο, ώστε να κάνει καλύτερη διασπορά κινδύνου από τυχόν καιρικές ή οικονομικές συγκυρίες.

Αναφερόμενος στην τρέχουσα καλλιεργητική περίοδο, υποστηρίζει ότι «οι βροχές επηρεάζουν την ανθοφορία και υπάρχει κίνδυνος να δημιουργηθούν προβλήματα». Τονίζει πως για τη λεβάντα η χρονιά είναι δύσκολη, διότι «η τιμή έχει καθηλωθεί στα 30 ευρώ το λίτρο στα αιθέρια έλαια από συμβατικές καλλιέργειες και στα 40 με 45 ευρώ για τα βιολογικά. Τα αποθέματα είναι ένα πρόβλημα και σίγουρα θα έχουν επιπτώσεις στη νέα συλλεκτική περίοδο», υποστηρίζει ο κ. Βλάχος.

Ρωτήσαμε τον ίδιο να μας εξηγήσει τι πρέπει να αλλάξει, ώστε να ο κλάδος να δημιουργήσει τη δική του δυναμική. Υποστήριξε την αναγκαιότητα της αλλαγής του θεσμικού πλαισίου, για τη δημιουργία μητρώου παραγωγών, «ώστε να γίνεται καλύτερος έλεγχος στις ελληνοποιήσεις των αιθέριων ελαίων και της ξηρής δρόγης, όπως επίσης και στην ίδρυση διεπαγγελματικής οργάνωσης, για τον καλύτερο συντονισμό, όλων των εμπλεκομένων στην παραγωγή, τη μεταποίηση και εμπορία των προϊόντων που παράγουμε».

Ο κορωνοϊός επηρέασε την αρωματοθεραπεία

Εστιάζοντας στον τομέα της μεταποίησης για την παραγωγή αιθέριων ελαίων, ο Νίκος Μαλίνης, μεταποιητής αρωματικών και φαρμακευτικών φυτών από την Ξηρολίμνη Κοζάνης, υποστηρίζει ότι «μειώθηκε σημαντικά η ζήτηση στα αιθέρια έλαια λόγω της πανδημίας, με αποτέλεσμα παραγωγοί και αγορά να μην έχουν βρει ακόμα τους ρυθμούς που είχαν πριν». Ισχυρίστηκε επίσης ότι ενδιαφέρον παρουσιάζει για πολλά είδη η ξηρή δρόγη, αλλά θα πρέπει να έχει συγκεκριμένα ποιοτικά χαρακτηριστικά.

Ανάρπαστο το τσάι του βουνού

Για σημαντική ζήτηση για τσάι του βουνού κάνει λόγο ο Στάθης Σταμοβλάσης από την Κάτω Τιθορέα Φθιώτιδας. Διατείνεται ότι «υπάρχει μεγάλο ενδιαφέρον από τις αγορές του εξωτερικού για το ελληνικό τσάι, λόγω των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του» και συνεχίζει: «Ο ανταγωνισμός όμως που δημιουργείται στις Τρίτες χώρες, λόγω χαμηλού κόστους παραγωγής, δημιουργεί σημαντικές πιέσεις στα δικά μας προϊόντα όχι μόνο για το τσάι του βουνού, αλλά και για τα άλλα αρωματικά και φαρμακευτικά φυτά».

Αναφερόμενος στο θέμα των τιμών για αυτή την περίοδο, υποστήριξε ότι το βιολογικό τσάι κυμαίνεται από 12 έως 18 ευρώ το κιλό. Καλές για τον ίδιο είναι και οι τιμές «στο θυμάρι και στη μέντα που φτάνει τα 13 ευρώ το κιλό, όπως επίσης και η καλής ποιότητας ρίγανη, που μπορεί να προσεγγίσει τα 10 ευρώ το κιλό».

Κοζάνη: Τέλος Απριλίου η συλλογή των τριαντάφυλλων

Η Καλλιόπη Σεμερτζίδου, παραγωγός αρωματικών φυτών, καλλιεργεί διάφορα είδη σε μεγάλες εκτάσεις και, ανάλογα με την εποχή, κάνει τη συλλογή των φυτών. Υπολογίζει ότι τέλος Απριλίου θα ξεκινήσει η συλλογή του τριαντάφυλλου για την παραγωγή ροδόνερου, ροδέλαιου, όπως επίσης και αποξηραμένου φυτού.

Εκτιμά ότι «η χρονιά είναι καλή, αλλά όλα θα εξαρτηθούν από τις καιρικές συνθήκες που επικρατούν τον μήνα που συλλέγονται τα ρόδα. Για 1 λίτρο αιθέριο έλαιο τριαντάφυλλου απαιτούνται 4,5 τόνοι ανθέων και η τιμή πώλησης μπορεί να φτάσει και τα 14.000 ευρώ», όπως η ίδια υπολογίζει. Αναφερόμενη και στα άλλα αρωματικά φυτά, κάνει λόγο για καθίζηση της τιμής στη λεβάντα.

Ελπίζει σε μία καλύτερη τιμή στο ριγανέλαιο, ανάλογα φυσικά με την ποιότητα της κραβακρόλης, και κλείνει με την αναγκαιότητα του εκσυγχρονισμού γεωργικών εκμεταλλεύσεων, ώστε να μειωθεί το κόστος.
«Ο μηχανολογικός εξοπλισμός και οι εγκαταστάσεις για τη μεταποίηση έχουν υψηλό κόστος για έναν μέσο καλλιεργητή. Η συλλογικότητα αποτελεί μονόδρομο, ώστε να μπορέσουμε να έχουμε μέλλον στον κλάδο μας», καταλήγει η ίδια.

Συμβάσεις για ρίγανη από τον ΘΕΣγη

Με αυξημένα στρέμματα ρίγανης μέσω συμβολαιακής γεωργίας ξεκινά τη νέα καλλιεργητική περίοδο ο συνεταιρισμός ΘΕΣγη. Ο αντιπρόεδρος του συνεταιρισμού, Βαγγέλης Παναγιώτου, κάνει λόγο για υψηλή ποιότητα, που επιτυγχάνεται μέσα από την πιστοποίηση της ολοκληρωμένης διαχείρισης και από την παραγωγή βιολογικής ρίγανης.

«Ανάλογα με τη χρήση του προϊόντος μετά τη συλλογή, δηλαδή ως ξηρή δρόγη ή παραγωγή ριγανέλαιου, ο συνεταιρισμός μας στοχεύει στην ποιότητα με την εφαρμογή νέων τεχνολογιών. Υπολογίζουμε ότι η συλλογή θα ξεκινήσει προς τα τέλη Ιουνίου. Μετά την κοπή, παραμένει για 2-3 ημέρες στο χωράφι και στη συνέχεια γίνεται η συλλογή. Η μέση απόδοση σε ξηρή δρόγη κυμαίνεται από 200 έως 250 κιλά το στρέμμα».