Κτηνοτροφία: Κλείνει ο κύκλος του ελληνικού μαλλιού, στην έρευνα οι τελευταίες ελπίδες

Το πρόβειο μαλλί, κομμάτι της πολιτιστικής μας κληρονομιάς, αλλά και της παράδοσής μας, μετά από εκατοντάδες χρόνια χρήσης στη χώρα μας, έρχεται να κλείσει τον κύκλο του με άδοξο τρόπο, δημιουργώντας παράλληλα ένα σημαντικό κενό. Η φθίνουσα πορεία του είναι αποτέλεσμα πολλών παραγόντων.

Ξεκινώντας από τον πρωτογενή τομέα, δηλαδή τον κλάδο της κτηνοτροφίας και συνομιλώντας με τον Θανάση Ασπρουλάκη, παραδοσιακό κτηνοτρόφο και γνώστη δεκαετιών της αξιοποίησης του μαλλιού από την αγροτική οικογένεια, καθώς και της ενίσχυσης της τοπικής οικονομίας: «Το μαλλί που κουρεύουμε από τα ζώα μας είναι ένα προϊόν το οποίο στα παλιά χρόνια αποτελούσε το βασικό γνώρισμα για μία οικογένεια κτηνοτρόφων και όχι μόνο. Χιλιάδες οικοτεχνίες και βιοτεχνίες στη χώρα μας ασχολούνταν με τη διαχείρισή του, δίνοντας πλούτο και απασχόληση σε πολλούς ανθρώπους. Το σύνολο των γυναικών της υπαίθρου αξιοποιούσαν σε μεγάλο βαθμό το προϊόν αυτό, με το οποίο μεγάλωσαν γενιές και γενιές. Φτάνοντας στο σήμερα και βλέποντας το αδιέξοδο που έχει οδηγηθεί το μαλλί, ξέρουμε ότι δεν έχει μέλλον. Όταν πληρώνουμε 20 ευρώ για ένα φορτίο 400 κιλά μόνο και μόνο να το ξεφορτωθούμε και να μην το πετάξουμε, καταλαβαίνουμε ότι ήρθε το τέλος του».

Δύο εργοστάσια διαχείρισης σε όλη την επικράτεια

Το 1988, εποχή που ακόμη η αιγοπροβατοτροφία στη χώρα μας παρουσίαζε έντονη δραστηριότητα, ξεκίνησε από την ΕΑΣ Τρικάλων το εριοπλυντήριο με δυνατότητα επεξεργασίας 5.000 τόνων πλυμένου μαλλιού τον χρόνο. Το συγκρότημα αυτό είχε τη δυνατότητα να συγκεντρώνει άπλυτο μαλλί από όλη την Ελλάδα το οποίο μετά από επεξεργασία το διέθετε σε αγορές στο εξωτερικό. Ανάλογα με την επεξεργασία του, το προϊόν προοριζόταν για μάλλινα υφάσματα υψηλής ποιότητας, μοκέτες και μονωτικά υλικά, ακόμα και για οικοδομική χρήση.

Ο υπεύθυνος παραγωγής του εργοστασίου, Βασίλης Τριγώνης, μιλά για μία παραγωγή η οποία κλείνει τον κύκλο της στη χώρα μας. «Οι δραστηριότητες στον τομέα του μαλλιού μεταφέρθηκαν σε άλλες χώρες, οι οποίες έχουν φθηνό εργατικό κόστος. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να μειωθεί ο κύκλος των εργασιών και σήμερα στη χώρα μας να λειτουργούν μόνο δύο εργοστάσια διαχείρισης μαλλιού. Αγοράζουμε από τον κτηνοτρόφο το μαλλί των προβάτων στα 20 λεπτά το κιλό. Η τιμή αυτή δεν καλύπτει κανένα κόστος για τον ίδιο και το μεγαλύτερο ποσοστό των κτηνοτρόφων μάς το δίνουν για να μην το πετάξουν. Οι τιμές που πουλάμε σε δέμα μετά την επεξεργασία φτάνουν περίπου το 1,5 ευρώ το κιλό». Περιγράφοντας την κατάσταση της αγοράς, ο κ. Τριγώνης αναφέρει ότι το μάλλινο ύφασμα χάνει έδαφος από τους καταναλωτές και για τον λόγο αυτόν δεν υπάρχει μεγάλη ζήτηση. Ειδικά για το ελληνικό μαλλί, η ζήτηση είναι περιορισμένη ακόμα και από την εγχώρια νηματουργία.

Παίρνοντας μία εικόνα από τα λιγοστά νηματουργεία που έχουν μείνει, μιλήσαμε με τη Βιβή Γκουγκουλίδου, ιδιοκτήτρια νηματουργείου στην Ημαθία. Σύμφωνα με την ίδια, το ελληνικό μαλλί λόγω της χαμηλής ποιότητάς του δεν μπορεί να συγκριθεί με το εισαγόμενο, κυρίως από την Αυστραλία, όπου τα ζώα της φυλής Μερινός εκτρέφονται ειδικά για αυτό τον σκοπό. «Η ποιότητα του νήματος εξαρτάται από τις φυλές των ζώων και από τις καιρικές συνθήκες, οι οποίες επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό την ταυτότητά τους. Το ελληνικό μαλλί παρουσιάζει σοβαρά προβλήματα στην επεξεργασία του σε σύγκριση με αυτά που εισάγουμε από την Αυστραλία».

Οι νέες τεχνολογίες μπορούν να δώσουν τη λύση

Μπορεί το ελληνικό μαλλί να αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα, όμως υπάρχουν ακόμα επιχειρήσεις οι οποίες ασχολούνται με την τέχνη της ύφανσης και κυρίως με τον παραδοσιακό τρόπο, όπου η πρώτη η ύλη που αξιοποιούν προέρχεται από εισαγωγή. Η Χρύσα Γεωργίου διατηρεί μία τέτοια οικοτεχνική επιχείρηση στο κέντρο της Αθήνας, όπου παράλληλα με τη δημιουργία παραδοσιακών υφαντών δημιούργησε και το βιωματικό εργαστήρι διαδραστικού χώρου ύφανσης από φυσικές πρώτες ύλες με τρεις αργαλειούς. «Αγοράζω το τούρκικο μαλλί βαμμένο από 18 έως 20 ευρώ το κιλό για να δημιουργήσω τα υφαντά μου», αναφέρει.

Στο ερώτημά μας αν υπάρχει μέλλον για το ελληνικό μαλλί από τον παραδοσιακό τρόπο παραγωγής και βέβαια να αμείβεται ο κτηνοτρόφος, απάντησε θετικά, αλλά με ερωτηματικά. «Γνωρίζουμε ότι το μαλλί αποτελεί ένα φυσικό προϊόν για τον άνθρωπο, μέσα από την καθημερινή του χρήση. Αν καταφέρουμε να το αξιοποιήσουμε καλύτερα ώστε να παράγουμε νήμα με συγκεκριμένα ποιοτικά χαρακτηριστικά, στηριζόμενοι στη χρήση της νέας τεχνολογίας και φυσικά της έρευνας, πιστεύω ότι θα έχει μέλλον. Με αυτόν τον τρόπο οι συντελεστές της παραγωγικής αλυσίδας θα μπορέσουν να αποκτήσουν ένα σημαντικό επιχειρηματικό ενδιαφέρον».