Αυτό το άρθρο είναι 74 μηνών

Λιγότερα ζόρια για τους εξωστρεφείς από την αύξηση του κατώτατου μισθού

Δυσμενέστερες οι επιπτώσεις για τους κλάδους που βασίζονται στην εγχώρια ζήτηση, σύμφωνα με την τελευταία έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής
26/02/2019
5' διάβασμα
ligotera-zoria-gia-tous-exostrefeis-apo-tin-afxisi-tou-katotatou-misthou-149950

Ε λεγχόμενες επιπτώσεις στην ανταγωνιστικότητα των εξαγωγικών κλάδων της ελληνικής οικονομίας από την αύξηση του κατώτατου μισθού και σαφώς δυσμενέστερες για τις επιχειρήσεις που στηρίζονται κυρίως στην εσωτερική ζήτηση διαβλέπει το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής, στην 4η Τριμηνιαία Έκθεσή του για το 2018, που είδε πριν από λίγες μέρες το φως της δημοσιότητας.

Σε μια πρώτη προσπάθεια εκτίμησης των οικονομικών συνεπειών του μέτρου (σ.σ. πέρα από την αύξηση των κατώτατων ασφαλιστικών εισφορών των μη μισθωτών, δηλαδή και των αγροτών, τις οποίες ανέλυσε σε προηγούμενο φύλλο η «ΥΧ»), οι συγγραφείς της έκθεσης εξετάζουν κατά πόσο η αύξηση των μισθών θα μπορούσε να οδηγήσει σε ανακοπή της ανοδικής πορείας των εξαγωγών. Μια τέτοια ανησυχία θα ήταν βάσιμη, όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά, αν η αύξηση του μισθολογικού κόστους είχε ως συνέπεια και την αύξηση των τιμών των εξαγόμενων προϊόντων και υπηρεσιών, σε συνδυασμό με την επιβράδυνση της διεθνούς οικονομίας.

Προκειμένου να απαντήσουν το ερώτημα αυτό, οι οικονομολόγοι του Γραφείου Προϋπολογισμού αναλύουν τα στοιχεία από το σύστημα «Εργάνη» του υπουργείου Εργασίας, που αφορούν στην κατανομή ανά κλάδο οικονομικής δραστηριότητας των αμειβόμενων με τον κατώτατο και υποκατώτατο μισθό. Από τα στοιχεία αυτά προκύπτει ότι τα υψηλότερα ποσοστά αμειβόμενων με κατώτατο και υποκατώτατο μισθό καταγράφονται στους κλάδους της εστίασης, του χονδρικού και λιανικού εμπορίου και στις υπηρεσίες κτηρίων, δηλαδή σε μη διεθνώς εμπορεύσιμα αγαθά και υπηρεσίες.

Η ειδική περίπτωση της βιομηχανίας τροφίμων

Από τους εξαγωγικούς κλάδους, υψηλά ποσοστά παρατηρούνται στη βιομηχανία τροφίμων, όπου το 2017 το 24,4% των εργαζομένων αμειβόταν με κατώτατο ή υποκατώτατο μισθό, ενώ το 2018 το ποσοστό αυτό είχε ανέβει στο 25,7%. Θα πρέπει, ωστόσο, να σημειωθεί ότι στα στοιχεία αυτά περιλαμβάνονται και τα αρτοποιεία, τα οποία απευθύνονται κατά κύριο λόγο στην εγχώρια κατανάλωση.

Στους υπόλοιπους εξωστρεφείς κλάδους τα ποσοστά μπορεί να μην είναι αμελητέα, κινούνται ωστόσο χαμηλότερα από τον μέσο όρο. Ειδικότερα, στις χερσαίες μεταφορές με τον κατώτατο ή τον υποκατώτατο μισθό αμειβόταν το 2018 το 14,1% των απασχολούμενων (13,8% το αντίστοιχο ποσοστό το 2017), στην αποθήκευση το 16,4% (15,7% το 2017) και στα καταλύματα –που θεωρούνται εξαγωγικός κλάδος στον βαθμό που συνδέονται στενά με τον τουρισμό– το 11,9% (15,4% το 2017).

Το συμπέρασμα στο οποίο καταλήγει η έκθεση είναι ότι η αύξηση του μισθού θα επηρεάσει περισσότερο τους κλάδους που απευθύνονται στην εγχώρια ζήτηση, οι οποίοι πάντως μπορούν να ευνοηθούν από την ενίσχυση της εσωτερικής κατανάλωσης, ενώ έχουν και περιθώρια μετακύλισης του κόστους στις τιμές (με «τίμημα», ωστόσο, την αύξηση του πληθωρισμού) και σαφώς λιγότερο τους εξαγωγικούς κλάδους, συνεπώς δεν αναμένονται σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στην ανταγωνιστικότητα.

Σε άλλο σημείο της έκθεσης, πάντως, οι αναλυτές δεν αποκλείουν ακόμα και οι εξωστρεφείς επιχειρήσεις να αντιμετωπίσουν κάποιες πιέσεις από την αύξηση του μισθολογικού κόστους, για την αντιμετώπιση των οποίων ενδεχομένως να χρειαστεί να συμπιέσουν ανάλογα το περιθώριο κέρδους τους, δίχως να επηρεαστούν οι τιμές των εξαγόμενων (οι οποίες συχνά καθορίζονται διεθνώς).

Αυξάνονται τα χρέη προς εφορία, ταμεία

Μπορεί οι ληξιπρόθεσμες οφειλές του Δημοσίου να έχουν μειωθεί σημαντικά, ωστόσο τα χρέη των ασφαλισμένων και των φορολογουμένων συνεχίζουν να αυξάνονται έστω και με φθίνοντα, όπως επισημαίνει η έκθεση, ρυθμό.

Ειδικότερα, στο τέταρτο τρίμηνο του 2018, το σύνολο των ληξιπρόθεσμων ασφαλιστικών οφειλών διαμορφώθηκε στα 34,786 δισ. ευρώ, δηλαδή 433 εκατ. ευρώ πάνω σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο, λόγω και της εισαγωγής 47.379 νέων οφειλετών, με συνολικές οφειλές ύψους 153 εκατ. ευρώ.

Στο μέτωπο της εφορίας, το συνολικό ληξιπρόθεσμο υπόλοιπο στο τέλος του τέταρτου τριμήνου του 2018 διαμορφώθηκε στα 104,36 δισ. ευρώ, αυξημένο κατά 4,44 δισ. σε σχέση με το τέταρτο τρίμηνο του 2017 και κατά 1,27 δισ. ευρώ σε σχέση με το τρίτο τρίμηνο του 2018. Αν και ο συνολικός αριθμός των οφειλετών (4.064.750 άτομα) είναι μειωμένος σε σχέση με το τελευταίο τρίμηνο του 2017, η μείωση προέρχεται από τους οφειλέτες με χρέη μεταξύ 500 και 10.000 ευρώ. Στις υπόλοιπες κατηγορίες, με βασικότερη εκείνη των οφειλετών με χρέος κάτω από 500 ευρώ, παρατηρείται αύξηση.

 

ΓΡΑΦΤΗΚΕ ΑΠΟ: