Μείωση κατά 33,2% στις εξαγωγές του ελληνικού βαμβακιού σε μια πενταετία

Από 310 χιλ. τόνους την περίοδο 2021/22 θα μειωθούν στους 207 χιλ. τόνους το 2025/26, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του USDA
23/12/2025
6' διάβασμα
meiosi-kata-332-stis-exagoges-tou-ellinikou-vamvakiou-se-mia-pentaetia-369982

Ενα μέρος της αγανάκτησης των αγροτών, που τους οδήγησε στα φετινά μαζικά μπλόκα, είναι και οι χαμηλές τιμές σε πολλά προϊόντα. Το πιο εμβληματικό προϊόν για τον θεσσαλικό κάμπο, αυτό που «έθρεψε» γενιές και γενιές αγροτών, είναι το βαμβάκι. Και φέτος ξεθωριάζει το λευκό του χρώμα, οδηγώντας τους βαμβακοπαραγωγούς σε άλλες καλλιέργειες και, βέβαια, στην οδό της διαμαρτυρίας.

Τα Εκκοκκιστήρια Καραγιώργου ανακοίνωσαν οριστική τιμή κλεισίματος ανοιχτών παραλαβών για το 2025 στα 0,36-0,38 ευρώ/κιλό (στην πύλη του εκκοκκιστηρίου). Σύμφωνα με πληροφορίες της σελίδας «Ελληνικό βαμβάκι», σε Θεσσαλονίκη, Σέρρες και Ημαθία, αυτή την περίοδο τα βαμβάκια «κλείνονται» με τιμή βάσης στα 35 λεπτά/κιλό, τη στιγμή που η τιμή ημέρας κινείται χαμηλότερα (στα 33,5 λεπτά/κιλό στο χωράφι). Το γεγονός αυτό σηματοδοτεί και το άδοξο τέλος της εκκοκκιστικής περιόδου, αν και τυπικά ολοκληρώνεται στις 31 ∆εκεµβρίου.

Οι ελάχιστοι αισιόδοξοι, που έχουν απομείνει, λένε ότι «ο κύκλος θα γυρίσει». Αντίστοιχα, και η Ένωση Εκκοκκιστών Ελλάδος, κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης για τους 8ους Μεσογειακούς Δρόμους Βαμβακιού, προσπάθησε να δείξει ότι υπάρχει μέλλον για το προϊόν, εφόσον οι καταναλωτές συνειδητοποιήσουν την ανωτερότητά του σε σχέση με τις συνθετικές ίνες. Σε αυτό το όχι και τόσο ελκυστικό σκηνικό για την επόμενη καλλιεργητική περίοδο, προστίθενται και οι εκθέσεις του USDA, που επανήλθαν μετά από ένα τρίμηνο απουσίας, λόγω της διακοπής χρηματοδότησης από την κυβέρνηση των ΗΠΑ.

Ειδικότερα, οι εξαγωγές τουcού εμφανίζουν σαφή πτωτική πορεία την τελευταία 5ετία, καθώς από τους περίπου 310 χιλιάδες τόνους της περιόδου 2021/22 εκτιμάται ότι θα περιοριστούν στους 207 χιλιάδες τόνους το 2025/26 (πέρυσι ήταν 234 χιλ. τόνοι). Πρόκειται για μια μείωση της τάξης του 33,2%, εξέλιξη που αποτυπώνει τόσο τις μεταβολές στη διεθνή ζήτηση όσο και τον αυξημένο ανταγωνισμό από άλλες χώρες παραγωγής, σε ένα περιβάλλον με πιεσμένες τιμές και αυξημένο κόστος παραγωγής.

Σε παγκόσμιο επίπεδο, η εικόνα της αγοράς χαρακτηρίζεται από ήπιες, αλλά ουσιαστικές μεταβολές. Η παγκόσμια παραγωγή μειώνεται κατά σχεδόν 300.000 δέματα και διαμορφώνεται στα 119,8 εκατ. δέματα, καθώς οι μικρότερες σοδειές στο Μάλι και σε άλλες χώρες της Δυτικής Αφρικής υπερκαλύπτουν την αύξηση της παραγωγής στις Ηνωμένες Πολιτείες. Για την περίοδο 2025/26, η αμερικανική παραγωγή αναμένεται ελαφρώς αυξημένη κατά 1% σε σχέση με τις προηγούμενες εκτιμήσεις, φτάνοντας τα 14,3 εκατομμύρια δέματα, εξέλιξη που αποδίδεται στη βελτίωση των αποδόσεων στις περισσότερες πολιτείες.

Το παγκόσμιο εμπόριο περιορίζεται επίσης κατά σχεδόν 300.000 δέματα, στα 43,7 εκατ. δέματα. Οι χαμηλότερες εξαγωγές από το Μάλι, την Μπουρκίνα Φάσο και την Ακτή Ελεφαντοστού υπερκαλύπτουν την αύξηση των εξαγωγών από την Αίγυπτο, ενώ οι εισαγωγές του Μπανγκλαντές και του Βιετνάμ μειώνονται κατά 100.000 δέματα η καθεμία. Η παγκόσμια κατανάλωση αναθεωρείται προς τα κάτω κατά σχεδόν 300.000 δέματα και εκτιμάται στα 118,6 εκατ. δέματα, λόγω μειώσεων κατά 100.000 δέματα στην κατανάλωση της Βραζιλίας και των ΗΠΑ, καθώς και πολλών μικρότερων περικοπών στις χώρες της Κεντρικής Αμερικής.

Η χρήση βαμβακιού από τα αμερικανικά κλωστήρια προβλέπεται στα 1,6 εκατ. δέματα, το χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων σχεδόν 150 ετών. Τα παγκόσμια τελικά αποθέματα αυξάνονται οριακά στα 76,0 εκατ. δέματα, καθώς τα υψηλότερα αποθέματα στις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Βραζιλία υπερκαλύπτουν τη μείωση των αποθεμάτων στο Βιετνάμ, το Μπανγκλαντές και το Μάλι.

Πρώτο το Μπαγκλαντές σε εισαγωγές βαμβακιού

Το Μπανγκλαντές εισήγαγε 8,05 εκατ. δέματα βαμβακιού κατά το εμπορικό έτος 2024/25 (Αύγουστος 2024-Ιούλιος 2025), καθιστώντας το τον μεγαλύτερο εισαγωγέα βαμβακιού παγκοσμίως, καθώς η κλωστοϋφαντουργική βιομηχανία συνεχίζει να ανακάμπτει από την επιβράδυνση της περιόδου μετά την πανδημία.

Την τελευταία δεκαετία, το Μπανγκλαντές ανταγωνιζόταν την Κίνα για την πρώτη θέση στις εισαγωγές, σε μεγάλο βαθμό ανάλογα με το αν η Κίνα προχωρούσε σε αγορές για τα κρατικά της αποθέματα. Ωστόσο, την περίοδο 2024/25, το Βιετνάμ αναδείχθηκε δεύτερος μεγαλύτερος εισαγωγέας βαμβακιού, με διαφορά μικρότερη των 100.000 δεμάτων σε σχέση με το Μπανγκλαντές. Αντίθετα, η Κίνα εισήγαγε μόλις 5,19 εκατ. δέματα, καθώς η παραγωγή πάνω από τον μέσο όρο περιόρισε τις πωλήσεις από τα κρατικά αποθέματα και συγκράτησε τη ζήτηση για εισαγόμενες ποσότητες.

Κοιτώντας προς την περίοδο 2025/26, το Βιετνάμ και το Μπανγκλαντές αναμένεται να συνεχίσουν να ανταγωνίζονται για την πρώτη θέση παγκοσμίως στις εισαγωγές, με τις εισαγωγές του Βιετνάμ να προβλέπονται μόλις οριακά υψηλότερες από εκείνες του Μπανγκλαντές. Παρότι και οι δύο χώρες αντιμετωπίζουν παρόμοιους δασμούς από τις Ηνωμένες Πολιτείες, το Μπανγκλαντές θα μπορούσε να ωφεληθεί από τη μεγαλύτερη εξάρτησή του από την αγορά της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπου απολαμβάνει αδασμολόγητη πρόσβαση τουλάχιστον έως το 2029.

Ωστόσο, η βιομηχανία έτοιμου ενδύματος στο Μπανγκλαντές βρίσκεται αντιμέτωπη και με σημαντικές προκλήσεις, όπως η έλλειψη ξένου συναλλάγματος, η πολιτική και κοινωνική αστάθεια, καθώς και οι ελλείψεις ενέργειας, παράγοντες που ενδέχεται να περιορίσουν τις μελλοντικές προοπτικές ανάπτυξης, καθώς η χώρα προσπαθεί να διατηρήσει την ανταγωνιστικότητά της στον κλωστοϋφαντουργικό και τον κλάδο έτοιμου ενδύματος.

ΓΡΑΦΤΗΚΕ ΑΠΟ: