Νέα μελέτη: Μη βιώσιμη άρδευση και κλιματική αλλαγή αποστραγγίζουν τα παγκόσμια αποθέματα των υπόγειων υδάτων

Επιταχυνόμενη η υποχώρηση της στάθμης τους τα τελευταία 40 χρόνια

Η στάθμη των υπόγειων υδάτων παγκοσμίως παρουσιάζει εκτεταμένη και επιταχυνόμενη πτώση τα τελευταία 40 χρόνια, εξαιτίας των μη βιώσιμων πρακτικών άρδευσης, σε συνδυασμό με τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής, σύμφωνα με πρόσφατη επιστημονική μελέτη που επικαλείται το πρακτορείο Reuters.

Τα υπόγεια ύδατα αποτελούν σημαντική πηγή γλυκού νερού, μεταξύ άλλων και για τις αγροτικές εκμεταλλεύσεις. Όπως αναφέρουν οι συντάκτες της μελέτης, η οποία δημοσιεύθηκε στο γνωστό επιστημονικό περιοδικό Nature, η εξάντληση των αποθεμάτων τους εγκυμονεί σοβαρούς οικονομικούς και περιβαλλοντικούς κινδύνους, συμπεριλαμβανομένης της πτώσης των αποδόσεων των καλλιεργειών, αλλά και καταστροφικών φαινομένων καθίζησης του εδάφους, ιδιαίτερα στις παράκτιες περιοχές.

«Μία από τις πιθανότερες κυρίαρχες κινητήριες δυνάμεις πίσω από την ταχεία και επιταχυνόμενη μείωση των υπόγειων υδάτων είναι η υπερβολική άντλησή τους για αρδευτικούς σκοπούς σε ξηρά κλίματα», δήλωσε ο Scott Jasechko, από το Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια στη Σάντα Μπάρμπαρα (UCSB), ένας από τους συντάκτες της μελέτης. Οι εντεινόμενες συνθήκες ξηρασίας, οι οποίες έχουν επικρατήσει λόγω της κλιματικής αλλαγής, διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην παραπάνω τάση, ωθώντας, συν τοις άλλοις, τους αγρότες να αντλούν περισσότερα υπόγεια ύδατα, ώστε να εξασφαλίζουν ότι οι καλλιέργειές τους αρδεύονται σωστά, όπως σημείωσε ο Jasechko.

Στη μελέτη αναφέρεται ότι η εξάντληση των υπόγειων υδάτων είναι ιδιαίτερα αισθητή σε περιοχές με ξηρό κλίμα, όπου υπάρχει εκτεταμένη παρουσία καλλιεργούμενων εδαφών. Για τις ανάγκες εξαγωγής αυτού του πορίσματος, οι ερευνητές ανέλυσαν 170.000 πηγάδια σε περισσότερες από 40 χώρες. Η Βόρεια Κίνα, το Ιράν και οι Δυτικές Ηνωμένες Πολιτείες βρέθηκαν μεταξύ των περιοχών που επλήγησαν περισσότερο.

Υπερβαίνει τα 2 μέτρα η πτώση της στάθμης σε περιοχές της μεσογειακής Ευρώπης

Σε περισσότερο από το 1/3 των 1.693 υδροφόρων συστημάτων που αναλύθηκαν από τη μελέτη καταγράφηκε ετήσια πτώση της στάθμης κατά τουλάχιστον 0,1 μέτρο από το 2000 έως το 2022, με ένα 12% να πλήττεται από πτώση που υπερβαίνει το μισό μέτρο. Μερικοί από τους σφοδρότερα πληγέντες υδροφορείς βρέθηκαν σε περιοχές της Ισπανίας, του Ιράν, της Κίνας και των ΗΠΑ, δοκιμαζόμενοι από πτώση της στάθμης τους κατά περισσότερα από 2 (!) μέτρα ετησίως, κατά το προαναφερθέν διάστημα.

Μάλιστα, περίπου στο 30% των υπό μελέτη υπόγειων υδροφορέων, ο ρυθμός εξάντλησης των υδάτων βρέθηκε να έχει επιταχυνθεί από το 2000. Στον αντίποδα, η εικόνα ορισμένων άλλων υπόγειων υδροφόρων οριζόντων βελτιώθηκε κατά την ίδια περίοδο, εν μέρει ως αποτέλεσμα τοπικά εφαρμοζόμενων μέτρων που στοχεύουν στον περιορισμό της ποσότητας νερού που μπορεί να αντληθεί.

Υπάρχει, τέλος, η δυνατότητα για τους υδροφορείς να ανανεώσουν τα αποθέματά τους, λαμβάνοντας νερό που εκτρέπεται από αλλού. Ωστόσο, η εφαρμογή τέτοιων πρακτικών συναντάται «σχετικά σπάνια», καθώς θα απαιτούσε πολύ περισσότερη προετοιμασία και δουλειά, όπως υποστήριξε ο Jasechko.