του Γεώργιου Ι. Αρσένου, καθηγητή, Τμήμα Κτηνιατρικής, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο

Η κτηνοτροφία αποτελεί σημαντικό συντελεστή της εθνικής οικονομίας, αφού είναι δομικό στοιχείο της πρωτογενούς παραγωγής και στηρίζει με τα προϊόντα της την άμεση κατανάλωση, αλλά και τη βιομηχανία τροφίμων της χώρας. Επομένως, η κτηνοτροφία έχει κυρίαρχο ρόλο σε κάθε προσπάθεια κατάρτισης βιώσιμου οικονομικού μοντέλου για τις επιμέρους περιφέρειες, αλλά και για τη χώρα συνολικά. Στο πλαίσιο του ενδιάμεσου ΠΑΑ, αναμένεται να προκηρυχθεί σύντομα πρόγραμμα εγκατάστασης νέων αγροτών, αυξημένης, μάλιστα, πριμοδότησης. Σημαντικό μέρος των 11.000 νέων που αναμένεται να ενταχθούν ενδιαφέρεται για την κτηνοτροφία. Στο κείμενο που ακολουθεί, παρουσιάζονται βασικοί παράγοντες που θα καταστήσουν την εκμετάλλευση ενός σύγχρονου νέου κτηνοτρόφου βιώσιμη.

Η κτηνοτροφία στην Ελλάδα, τις τελευταίες δεκαετίες, μετασχηματίζεται και εξελίσσεται ακολουθώντας τις μεταβολές που λαμβάνουν χώρα σε κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο.

Τα γαλακτοκομικά προϊόντα έχουν διαχρονικά μια ισχυρή δυναμική στις εξαγωγές, ενώ το παραγόμενο κρέας συμβάλλει σε σημαντικό βαθμό στην αυτονομία της χώρας σε τρόφιμα υψηλής θρεπτικής αξίας. Το ερώτημα, όμως, είναι ποιος θέλει σήμερα να ασχοληθεί με την κτηνοτροφία και με ποιο περιεχόμενο και τι μηχανισμούς μπορεί να υπάρξει βιωσιμότητα για έναν νέο κτηνοτρόφο;

Ο κτηνοτρόφος είναι μια ευάλωτη κατηγορία εργαζομένου και ο ρόλος της πολιτείας, αλλά και των εμπλεκομένων στην αλυσίδα αξίας (έμποροι, μεταποιητές, καταστήματα τροφίμων) κάθε προϊόντος είναι καθοριστικός για έναν νέο κτηνοτρόφο ώστε να παραμείνει στο επάγγελμα. Είναι πολύ δύσκολο να επιτευχθεί κοινός βηματισμός μεταξύ των κτηνοτρόφων και των υπολοίπων, που ενώ στηρίζουν την ύπαρξή τους σε αυτόν ουσιαστικά έχουν διαχρονικά το πάνω χέρι στην «ισορροπία δυνάμεων» σε κάθε διαπραγμάτευση.

Σε ό,τι αφορά τον ρόλο της πολιτείας, διαπιστώνουμε σήμερα ότι η νέα Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ) ουσιαστικά ΚΑΠελώνει όσους θέλουν να παράγουν. Θεωρητικά, η νέα ΚΑΠ στηρίζει την «αειφόρο» ανάπτυξη, αλλά ουσιαστικά καταστρέφει το περιβάλλον, αφού στερείται μακροχρόνιας ρεαλιστικής στρατηγικής για την κτηνοτροφία.


Εξειδικευμένες μονάδες αιγοπρόβειου γάλακτος και κρέατος

Η βιωσιμότητα του κτηνοτροφικού τομέα απειλείται από τη συρρίκνωση του αγροτικού πληθυσμού. Ποιος νέος σήμερα θέλει να γίνει κτηνοτρόφος και με ποιον κλάδο της κτηνοτροφίας αξίζει να ασχοληθεί; Στην Ελλάδα, ο περισσότερο «διάσημος» και πολυπληθής κλάδος της κτηνοτροφίας είναι η αιγοπροβατοτροφία, που παρέχει εισόδημα σε χιλιάδες αγροτικές οικογένειες ιδιαίτερα των ορεινών και μειονεκτικών περιοχών.

Είναι χιλιοειπωμένη η φράση ότι οι αίγες και τα πρόβατα αξιοποιούν βοσκότοπους χαμηλής ποιότητας και παράγονται προϊόντα με υψηλό βαθμό εξαγωγικής δραστηριότητας παγκοσμίως (π.χ. φέτα), ενώ υπάρχουν πολλά περιθώρια για ποσοτική αύξηση και ποιοτική βελτίωση του παραγόμενου γάλακτος, αλλά και του κρέατος.

Ας δούμε, όμως, τι συμβαίνει στην πράξη. Τα ημιεκτατικά εκτρεφόμενα ποίμνια (π.χ. μετακινούμενα ποίμνια) υπάρχουν διότι στηρίζονται αποκλειστικά στις επιδοτήσεις, οι οποίες απλά συντηρούν μεσήλικες και γερασμένους κτηνοτρόφους.

Με την αποχώρηση των τελευταίων κανένας νέος δεν πρόκειται να ασχοληθεί με αυτήν τη μορφή της αιγοπροβατοτροφίας για παραγωγή γάλακτος. Το ίδιο πρόβλημα υπάρχει και για τα ημιεντατικά ποίμνια που και αυτά στηρίζουν μέρος της διατροφής τους στη βόσκηση σε λειμώνες ή θαμνώδεις εκτάσεις σε σχετικά μικρές αποστάσεις περιμετρικά των σταβλικών εγκαταστάσεων. Οι νέοι είναι πλέον περισσότερο εξοικειωμένοι με τα κινητά τηλέφωνα και τα χέρια τους δεν είναι για γκλίτσες, οπότε δύσκολο να συνεχιστεί και αυτή η μορφή της αιγοπροβαττροφίας, ανεξάρτητα από τη δυνατότητα οικονομικής βιωσιμότητας των εκτροφών.

Μονόδρομος για την ενασχόληση ενός νέου με την προβατοτροφία και περισσότερο με την αιγοτροφία είναι οι εντατικές εκμεταλλεύσεις στις οποίες υπάρχει ρεαλιστική ενσωμάτωση νέων τεχνολογιών, προσανατολισμός στην παραγωγή γάλακτος, θέληση για δημιουργία ομάδων παραγωγών και, γιατί όχι, καθετοποίηση της παραγωγής σε οργανωμένο πλαίσιο.

Άλλωστε, η προβατοτροφία και η αιγοτροφία άρχισαν να «αποδομούνται» από τότε που η μεταποίηση του γάλακτος έφυγε από τα χέρια των κτηνοτρόφων και πέρασε στους «τυροκόμους» με όλα τα προβλήματα που διαπιστώνουμε στην αυθεντικότητα και στην εντοπιότητα των παραγόμενων προϊόντων.

Παραγωγή κρέατος

Σε ό,τι αφορά την παραγωγή αίγειου και πρόβειου κρέατος, μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο δραστηριότητας για έναν νέο κτηνοτρόφο, αλλά θα πρέπει να ακολουθήσει το πρότυπο των εκτροφών πάχυνσης μόσχων με έμφαση στον τεμαχισμό και στην τυποποίηση των σφαγίων με εξαγωγική κατεύθυνση.

Στην Ελλάδα, το πρόβειο και το αίγειο κρέας, αν και ακόμα έχουν ένα μικρό μερίδιο αγοράς στις επόμενες γενιές, αυτό θα μηδενιστεί, διότι ήδη δύο γενιές έχουν βγάλει από τη δίαιτά τους το κρέας αυτό. Ακόμα μία δραστηριότητα που θα μπορούσε να αναπτύξει ένας νέος κτηνοτρόφος είναι η εκτροφή προβάτων ή αιγών με αποκλειστική κατεύθυνση την κρεοπαραγωγή, δηλαδή κάτι αντίστοιχο με την εκτροφή αγελάδων ελευθέρας βοσκής.

Για να καταστεί αυτό εφικτό, θα πρέπει να υπάρξει σοβαρή παρέμβαση από την πλευρά της πολιτείας και να διατεθούν μεγάλες εκτάσεις τις οποίες οι ανάδοχοι κτηνοτρόφοι θα μπορούν να φράξουν και να χρησιμοποιούν με μακροχρόνια μίσθωση ή δωρεάν παραχώρηση.

Βέβαια, θα πρέπει επίσης και οι δασικές υπηρεσίες της χώρας να πειστούν για τη χρησιμότητα των αιγοπροβάτων στη διαχείριση των δασών, αφού με την εφαρμογή του κτηματολογίου διαπιστώσαμε ότι ακόμα και τα χωράφια που δεν καλλιεργούνταν και στα οποία φύτρωσε ένα δέντρο χαρακτηρίστηκαν «δασική έκταση»!

Η δημιουργία, η ανάπτυξη και η επιβίωση οποιασδήποτε νέας αιγοπροβατοτροφικής μονάδας, ιδιαίτερα μη εντατικής, εξαρτάται άμεσα από ένα εθνικό σχέδιο για την κτηνοτροφία με στρατηγικό χρονοδιάγραμμα και αντικειμενική αξιολόγηση των δυνατοτήτων κάθε περιοχής της χώρας. Διαφορετικά, όλοι οι νέοι κτηνοτρόφοι μετά τον ενθουσιασμό του νέου και την απορρόφηση των οικονομικών κινήτρων θα απογοητευτούν και θα αποσυρθούν, διότι απλά δεν αξίζει τον κόπο.


Πτηνοτροφία: Αβγά ή κρέας;

Είναι πιθανό αρκετοί να διαφωνούν με τις απόψεις μας, αλλά εδώ καταθέτουμε τις δικές μας εμπειρίες, έχοντας διαπιστώσει ότι οι επιμέρους κλάδοι της κτηνοτροφίας αναπτύσσονται με διαφορετικούς ρυθμούς με κύριο χαρακτηριστικό την εντατικοποίηση που στοχεύει στην παραγωγή μεγαλύτερης ποσότητας προϊόντων με όσο το δυνατόν χαμηλότερο κόστος.

Έτσι, βλέπουμε ότι ένας κλάδος που προσελκύει με αξιώσεις έναν νέο είναι η πτηνοτροφία ιδιαίτερα για την παραγωγή αβγών. Αποτελεί μια σταθερή αναπτυσσόμενη δραστηριότητα σε πολλές περιοχές της χώρας, αφού αποτελεί μια εύκολη και σχετικά μικρού αρχικού κόστους επένδυση.

Με τη σταδιακή επικράτηση στην κατανάλωση των αβγών που προέρχονται από κότες ελευθέρας βοσκής, υπάρχουν μεγάλα περιθώρια για έναν νέο ή για μια ομάδα νέων να ασχοληθούν επιχειρηματικά με την παραγωγή αβγών. Η πτηνοτροφία γενικά είναι ο περισσότερο ανεπτυγμένος κλάδος στη χώρα μας με υψηλή προσαρμογή στις σύγχρονες διαχειριστικές πρακτικές και τεχνολογίες. Μεταξύ των εκτροφέων, ιδιαίτερα στην κρεοπαραγωγό ορνιθοτροφία, υπάρχει μεγάλη επιχειρηματική νοοτροπία με υψηλές προοπτικές βιώσιμης ανάπτυξης.

Το ορνίθειο κρέας αποτελεί αποκλειστική επιλογή στη δίαιτα των νέων με αυξανόμενες τάσεις, ενώ μαζί με το χοιρινό είναι βασικά συστατικά του catering στην τουριστική βιομηχανία. Σε αντίθεση με την παραγωγή αβγών, όμως, η ενασχόληση με την κρεοπαραγωγό πτηνοτροφία απαιτεί μεγαλύτερες επενδύσεις και εξειδικευμένες γνώσεις.

Σε κάθε περίπτωση, για έναν νέο ο κλάδος αυτός της κτηνοτροφίας έχει σαφέστατα μεγαλύτερη κοινωνική αποδοχή από την αιγοπροβατοροφία, λιγότερο κόπο και δεν απαιτεί απασχόληση 365 μέρες τον χρόνο χωρίς δυνατότητα διαλείμματος.


Χοιροτροφία: Ημιεκτατική και ειδικών φυλών

Αναφερθήκαμε παραπάνω στο χοιρινό κρέας και το ερώτημα είναι αν αξίζει κάποιος νέος να ασχοληθεί με τη χοιροτροφία. Η απάντηση είναι όχι, στην περίπτωση των εντατικών εκμεταλλεύσεων, και, ναι, με σοβαρές επιφυλάξεις, για την ημιεκτατική εκτροφή ορισμένων γενοτύπων όπως είναι ο μαύρος χοίρος.

Στην πρώτη περίπτωση, το κόστος για έναρξη μια εντατικής εκτροφής χοίρων και οι προοπτικές λειτουργούν απαγορευτικά λαμβάνοντας υπόψη τις διεθνείς τιμές του χοιρινού κρέατος και την εμπορικότητα του εγχώριου παραγόμενου κρέατος. Η δομή της χοιροτροφίας στην Ελλάδα βασίζεται κυρίως στις καθετοποιημένες εκτροφές που παλαιότερα είχαν τη δυνατότητα οικονομίας κλίμακας, αλλά σήμερα πασχίζουν να διατηρήσουν τη δραστηριότητά τους.

Στη δεύτερη περίπτωση, βασική παράμετρος είναι οι επιδοτήσεις που φαίνεται ότι μπορούν να λειτουργήσουν υποστηρικτικά για την έναρξη και τη σταδιακή ανάπτυξη μια τέτοιας δραστηριότητας, η οποία παρέχει τη δυνατότητα αξιοποίησης εγχώριων φυσικών πόρων για παραγωγή προϊόντων προστιθέμενης αξίας.


Στα 10.000 ευρώ ανά αγελάδα το κόστος εκκίνησης

Ανεξάρτητα από τον κλάδο που θα θελήσει να ασχοληθεί ένας νέος κτηνοτρόφος θα έχει να αντιμετωπίσει παρόμοιες προκλήσεις που σχετίζονται κυρίως με την υγεία και την ευζωία των ζώων, τις διακυμάνσεις στην τιμή παραγωγού των παραγόμενων προϊόντων, καθώς και στο κόστος αγοράς ζωοτροφών, ενώ τελευταία δέχεται και τις πιέσεις από διάφορους φορείς και πολιτικές που εστιάζουν στο περιβαλλοντικό αποτύπωμα και στην κλιματική αλλαγή.

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, απαραίτητη για τη βιωσιμότητα του κλάδου κρίνεται η ενίσχυση της παραγωγικότητας του ζωικού κεφαλαίου και η βελτίωση της οικονομικότητας των εκτροφών. Διαχρονικά, οι κτηνοτρόφοι καταβάλλουν προσπάθειες για βελτίωση των συνθηκών και μεθόδων εκτροφής των ζώων, τη γενετική βελτίωση και τον εκσυγχρονισμό των εκτροφών, υιοθετώντας καινοτόμες τεχνολογίες.

Οι πρακτικές αυτές είναι ιδιαίτερα έντονες στην περίπτωση της γαλακτοπαραγωγού βοοτροφίας. Το αγελαδινό γάλα, όπως και το αβγό, είναι τρόφιμο υψηλής βιολογικής αξίας και χαμηλής τιμής. Η συντριπτική πλειονότητα των εκτροφών γαλακτοπαραγωγών αγελάδων λειτουργεί σε επιχειρηματική βάση.

Το ερώτημα που προκύπτει είναι το εξής: Είναι μια καλή προοπτική για έναν νέο; Δυστυχώς, όχι, αν ο νέος δεν ανήκει σε οικογένεια που έχει ήδη δραστηριότητα στον κλάδο αυτόν και σημαντικό αριθμό αγελάδων. Το κόστος εκκίνησης είναι απαγορευτικό, αφού ξεπερνά τα 10.000 ευρώ ανά αγελάδα.

Στη βοοτροφία η ευκολότερη λύση είναι να γίνει ένας νέος εκτροφέας αγελάδων ελευθέρας βοσκής. Ο κλάδος έχει πολλά περιθώρια ανάπτυξης, εφόσον οι εκτροφές εστιαστούν σε συγκεκριμένες περιοχές της χώρας και σταδιακά υπάρξει αλλαγή νοοτροπίας για παραγωγή υψηλής ποιότητας πιστοποιημένου κρέατος. Η κατανάλωση βόειου κρέατος, ανεξάρτητα από τις επιθέσεις που δέχεται ο κλάδος για τον ρόλο του στην κλιματική αλλαγή, θα συνεχίσει να αυξάνεται και θα παράγονται νέα προϊόντα με μεγάλη προστιθέμενη αξία.


 

Συμπερασματικά, όσοι νέοι και νέες αποφασίσουν να γίνουν κτηνοτρόφοι, σε ελάχιστες περιπτώσεις θα μπορέσουν να διατηρήσουν τις εκτροφές τους χωρίς επιπλέον εργάτες, οι οποίοι στη συντριπτική τους πλειονότητα είναι ανειδίκευτοι μετανάστες.

Η διαθεσιμότητα εργατικού δυναμικού, εγχώριου ή εισαγόμενου, στις κτηνοτροφικές επιχειρήσεις είναι σήμερα το μεγαλύτερο πρόβλημα που, δυστυχώς, δεν τυγχάνει ρεαλιστικής αντιμετώπισης από την πολιτεία, ώστε να υπάρχει ένα ξεκάθαρο πλαίσιο εργασίας, διαρκούς εκπαίδευσης, ασφάλισης και κοινωνικής ένταξης. Χωρίς προοπτική και χωρίς υποδομές ιδιαίτερα σε απομονωμένες περιοχές, κανένας νέος δεν θα επιλέξει να γίνει κτηνοτρόφος και αν αρχικά το κάνει, στη συνέχεια θα εγκαταλείψει, διαπιστώνοντας το αδιέξοδο της επιλογής του.