Ο «χάρτης» της αγοράς των νωπών φρούτων και λαχανικών στην Ελλάδα

Ως έναν μεσαίου μεγέθους εξαγωγέα νωπών φρούτων και λαχανικών στην Ευρωπαϊκή Ένωση σκιαγραφούν την Ελλάδα τα επίσημα στοιχεία του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων (ΥΠΑΑΤ), με τις περισσότερες πωλήσεις εμπορευμάτων να πραγματοποιούνται σε χώρες της ΕΕ, όπως η Ρουμανία, η Βουλγαρία, η Γερμανία και η Ολλανδία, ενώ σημαντικοί προορισμοί αναδεικνύονται και οι ανατολικοευρωπαϊκές χώρες.
Σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία, που επεξεργάστηκε ο Σύνδεσμος Επιχειρήσεων Εξαγωγής, Διακίνησης Φρούτων, Λαχανικών και Χυμών – Incofruit Hellas για την «ΥΧ», η χώρα μας εξάγει μια ευρεία ποικιλία, όπως τα ακτινίδια, οι φράουλες, τα πορτοκάλια, τα πυρηνόκαρπα, τα καρπούζια, τα μανταρινοειδή και τα σταφύλια, ενώ τα κύρια εξαγόμενα λαχανικά είναι το σπαράγγι, τα αγγούρια, οι πιπεριές και οι ντομάτες.
Παραγωγή
Στο σύνολό της, η Ελλάδα παράγει 7.762 εκατ. τόνους νωπών φρούτων και λαχανικών (4.052 εκατ. τόνους φρούτα και 2.076 εκατ. τόνους λαχανικά). Σύμφωνα µε το ΥΠΑΑΤ, σε ό,τι αφορά τη διάθεση της παραγωγής, το μεγαλύτερο μέρος αυτής απορροφάται στην εσωτερική αγορά (το 55% των φρούτων και το 60% των λαχανικών). Αντίστοιχα, η μεταποίηση εκτιμάται ότι αξιοποιεί το 15% των φρούτων και το 25% των λαχανικών (µε σημαντικότερο προϊόν μεταποίησης τη βιομηχανική ντομάτα).
Νωπά φρούτα
Η χώρα μας –σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του υπουργείου– το 2024 παρήγαγε, κατ’ εκτίμηση, 4.052 εκατ. τόνους σε 12.740.361 στρ. Η παραγωγή, μάλιστα, προβλέπεται αυξημένη το 2025 (ως οι μέχρι σήμερα ομαλές καιρικές συνθήκες) σε 4.150 εκατ. τόνους (δεν περιλαμβάνονται οι παραγωγές σταφυλιών για κρασί και ελαιοκάρπων).
«Οι σημαντικότερες παραγωγές φρούτων είναι τα εσπεριδοειδή (πορτοκάλια, μανταρίνια, λεμόνια), που αποτελούν το 21,99% της συνολικής παραγωγής φρούτων, τα σταφύλια (6,74%), τα πυρηνόκαρπα, δηλαδή ροδάκινα, νεκταρίνια, βερίκοκα και κεράσια (24,09%) τα μηλοειδή, δηλαδή μήλα και αχλάδια (9,47%), τα καρπούζια – πεπόνια (9,67%) και τα ακτινίδια (7,57%)», αναφέρει ο Incofruit Hellas.
Φρέσκα λαχανικά
Η παραγωγή λαχανοκηπευτικών προϊόντων (συμπεριλαμβανομένων πατατών) ήταν 2,18 εκατ. τόνοι το 2024 σε 755.432 στρέμματα και εκτιμάται σε 2,5 εκατ. το 2025.
Η Ελλάδα παράγει κυρίως ντομάτες, που αντιπροσωπεύουν το 40,59% της συνολικής παραγωγής λαχανοκομικών προϊόντων. Άλλα λαχανικά είναι τα κρεμμύδια (7,14%), οι πατάτες (17,28%), οι πιπεριές (8,52%) και τα αγγούρια (8,05%). Όπως εξηγεί ο Incofruit Hellas στην «ΥΧ», ένα ουσιαστικό μέρος των φρούτων και των παραχθέντων λαχανικών χρησιμοποιείται από τη βιομηχανία μεταποίησης. Επίσης, παράγονται χυμοί φρούτων (κυρίως εσπεριδοειδή), μαρμελάδες, ξηρά φρούτα και λαχανικά, κονσερβοποιημένα και κατεψυγμένα φρούτα και λαχανικά.
Εμπόριο: Εισαγωγές και εξαγωγές
Σύμφωνα με τους πίνακες που επεξεργάστηκε για την «ΥΧ» ο Incofruit Hellas, oι μπανάνες εισήχθησαν από τον Ισημερινό, την Κολομβία και την Κόστα Ρίκα. Τα λεμόνια εισάγονται, κυρίως, από τη Νότια Αφρική, την Αργεντινή και την Αίγυπτο, ενώ τα μήλα από τη Βόρεια Μακεδονία, την Πολωνία και την Ιταλία. Άλλα εξωτικά φρούτα προέρχονται από άλλες χώρες της ΕΕ, όπως Ιταλία, Ολλανδία, Γαλλία και Γερμανία. «Αυτές οι χώρες προμηθεύουν τα εν λόγω προϊόντα, επανεξάγοντάς τα από εισαγωγές τους από τις χώρες προέλευσής τους. Τα σημαντικότερα λαχανικά που εισάγονται από τρίτες χώρες είναι πατάτες, ντομάτες, κρεμμύδια και σκόρδα. Η Τουρκία είναι ο σημαντικός προμηθευτής των ντοματών και η Αυστρία των κρεμμυδιών. Η Αίγυπτος, η Κύπρος και η Γαλλία είναι οι κυριότερες χώρες προέλευσης των εισαγωγών πατατών», μας αναφέρει ο ειδικός σύμβουλος του Incofruit Hellas, Γιώργος Πολυχρονάκης.
Όπως ήδη αναφέραμε, η Ελλάδα εξάγει μια ευρεία ποικιλία φρούτων, κυρίως, εγχώρια προϊόντα. Τα ακτινίδια, οι φράουλες, τα πορτοκάλια, τα πυρηνόκαρπα, τα καρπούζια, τα μανταρινοειδή και τα σταφύλια αποτελούν τα κύρια εξαγόμενα φρούτα.
Εξελίξεις τιμών
Οι τιμές στην ελληνική αγορά, σύμφωνα με τον Incofruit Hellas, δεν διαφέρουν πολύ από το επίπεδο της ΕΕ. Οι τιμές των νωπών φρούτων και των λαχανικών είναι το αποτέλεσμα των διαπραγματεύσεων μεταξύ του πωλητή και του αγοραστή. Τα φρούτα χαρακτηρίζονται από θετικό δείκτη Σχετικού Καθαρού Εξαγωγικού Πλεονεκτήματος, που οφείλεται σε μια ομάδα προϊόντων, όπως τα βερίκοκα, τα ροδάκινα, τα πορτοκάλια, τα κεράσια, τα σταφύλια και τα ακτινίδια, με θετικό πρόσημο μεγαλύτερο της μονάδας. Το γεγονός αυτό υποδηλώνει ότι η κατηγορία των φρούτων χαρακτηρίζεται από υψηλό βαθμό ανταγωνιστικότητας. Αντίθετα, τα λαχανικά χαρακτηρίζονται από συγκριτικό μειονέκτημα.
Σύμφωνα με τον Incofruit-Hellas, «τα κυριότερα εκ των προβλημάτων που αντιμετωπίζει ο κλάδος, πέραν των υπέρμετρων επιβαρύνσεων του κόστους των εξαγόμενων προϊόντων, άρχισαν να αντιμετωπίζονται με σταδιακή χάραξη σχετικής στρατηγικής, που αποβλέπει στην εξωστρέφεια της ελληνικής οικονομίας με:
- Τον έλεγχο της δραστηριότητας Βαλκάνιων “εμπόρων”, που δημιουργούσαν συνθήκες αθέμιτου ανταγωνισμού στις υγιείς εξαγωγικές επιχειρήσεις του κλάδου.
- Την υπογραφή διμερών φυτοϋγειονομικών πρωτοκόλλων συνεργασίας για τα ακτινίδια με διάφορες χώρες της Νοτιοανατολικής Ασίας και της Βόρειας και Νότιας Αμερικής, καθώς και την υποβολή αιτήσεων τόσο σε άλλες χώρες όσο και για επέκταση και σε άλλα προϊόντα, όπως κεράσια, εσπεριδοειδή και δαμάσκηνα».