Η παγκόσμια αστάθεια και η επέλαση της ακροδεξιάς στρεβλώνουν το περιβαλλοντικό όραμα της ΕΕ, θέτοντας σε δεύτερη μοίρα τους πράσινους στόχους.

Κλονισμένα από την παγκόσμια αστάθεια και την επέλαση της Ακροδεξιάς στην Ευρώπη, τα κράτη-μέλη υπαναχωρούν των φιλόδοξων σχεδίων τους για τη μείωση των αερίων του θερμοκηπίου, την προώθηση βιώσιμων γεωργικών πρακτικών και την ενίσχυση της βιοποικιλότητας.

Όπως γράφεται στο γνωστό διαδικτυακό περιοδικό Yale Environment 360, αυτή η τάση πυροδοτεί έντονη ανησυχία ότι η ΕΕ θα αποτύχει να εκπληρώσει τις δεσμεύσεις που ανέλαβε στο πλαίσιο της Συμφωνίας του Παρισιού για την κλιματική αλλαγή.

«Τέσσερα χρόνια μετά την παρουσίαση της Πράσινης Συμφωνίας, η πρόοδος της ΕΕ στις πράσινες πολιτικές καθυστερεί ή, ακόμα χειρότερα, οπισθοδρομεί. Αντί να προχωρήσουμε σε τολμηρές ενέργειες για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής και της απώλειας βιοποικιλότητας, πολλές τέτοιες απόπειρες δέχονται επίθεση, έχουν αποδυναμωθεί ή ακόμη και αντιστραφεί, σε μεμονωμένα κράτη-μέλη και σε επίπεδο ΕΕ», σημειώνει ο περιβαλλοντικός συντάκτης Christian Schwagerl, ο οποίος εργάζεται, μεταξύ άλλων, στη Frankfurter Allgemeine Zeitung (FAZ), μία από τις σημαντικότερες καθημερινές εφημερίδες της Γερμανίας.

Εντεινόμενες κρίσεις, ακροδεξιό «κύμα» και αντιδράσεις αγροτών αλλάζουν τις προτεραιότητες

«Θορυβημένες από τον πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία και την παγκόσμια αστάθεια, οι χώρες της ΕΕ προσπαθούν να εξασφαλίσουν εναλλακτικές πηγές για ορυκτά καύσιμα, αντί να επιταχύνουν τη χρήση Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, και είναι επιφυλακτικές ως προς την επιβολή νέων κανόνων μείωσης των εκπομπών στην αυτοκινητοβιομηχανία», υπογραμμίζει ο Schwagerl.

Όπως συνηγορεί και ο αρθρογράφος, το πολιτικό ανάγλυφο της ΕΕ έχει αλλάξει πολύ μετά το πρόσφατο «ντόμινο» εκλογικών νικών των (ακρο)δεξιών παρατάξεων και της λαϊκιστικής ρητορικής τους στην Ιταλία, τη Φινλανδία, τη Σουηδία και την Ουγγαρία, συχνά με ισχυρή υποστήριξη από τις αγροτικές κοινότητες, αλλά και εναντίωση των τελευταίων στα περιβαλλοντικά μέτρα, όπως συμβαίνει στην περίπτωση της Ολλανδίας. «Ζητήματα όπως η προστασία της βιοποικιλότητας έχουν μετακινηθεί από το προσκήνιο, όπου με τόση δυσκολία κέρδισαν θέση, στο περιθώριο. Ο πρωταγωνιστικός ρόλος της Ευρώπης στις πράσινες πολιτικές τίθεται ουσιαστικά υπό αμφισβήτηση, ευρισκόμενος αντιμέτωπος με ισχυρές πολιτικές δυνάμεις σε πολλές πρωτεύουσες κρατών-μελών», εξηγεί ο Schwagerl.

Η Γερμανία κινδυνεύει να γίνει το κακό παράδειγμα

Η Γερμανία, πολυπληθέστερη χώρα και μεγαλύτερη οικονομία της ΕΕ, αποτελεί ενδεικτική περίπτωση αυτής της μεταστροφής. Πριν από λίγες εβδομάδες, ο Christian Lindner, υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας και ηγέτης του νεοφιλελεύθερου Ελεύθερου Δημοκρατικού Κόμματος (FDP) στη κυβέρνηση συνασπισμού της χώρας, απέσυρε την υποστήριξη του κόμματός του σε μια κρίσιμη συμφωνία μεταξύ των κυβερνώντων κομμάτων για τη σταδιακή κατάργηση των σταθμών παραγωγής ενέργειας της χώρας έως το 2030.

Όπως σχολιάζει ο Schwagerl, ο Γερμανός υπουργός επικαλέσθηκε την ενεργειακή ανασφάλεια λόγω του πολέμου στην Ουκρανία. «Μέχρι να καταστεί σαφές ότι η ενέργεια θα είναι διαθέσιμη και προσιτή, θα πρέπει να σταματήσουμε να ονειρευόμαστε τη σταδιακή κατάργηση της ηλεκτροπαραγωγής με καύση άνθρακα», είχε δηλώσει χαρακτηριστικά, βγάζοντας από το κάδρο την προθεσμία του 2030.

Έως το 2030, η Γερμανία έχει δεσμευθεί να μειώσει τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα (CO2) στο 65% κάτω από τα επίπεδα του 1990. Προκειμένου να συμμορφωθεί με τους ετήσιους στόχους της, θα πρέπει να αποτρέψει σωρευτικές εκπομπές περίπου 1 δισ. τόνων CO2 έως το 2030.

Ωστόσο, «ακόμα και αφότου η κυβέρνηση πέρασε το πιο σημαντικό πακέτο μείωσης του CO2 αυτό το καλοκαίρι, υπάρχει ένα χάσμα 200 εκατ. τόνων, αντιστοιχώντας σε έλλειμμα 20%», όπως προειδοποιεί η Brigitte Knopf, αναπληρώτρια πρόεδρος του επιστημονικού φορέα που είναι υπεύθυνος για την παρακολούθηση της προόδου της Γερμανίας ως προς τους κλιματικούς της στόχους.

Η Knopf ανησυχεί ότι η γερμανική κυβέρνηση θα δώσει το «κακό παράδειγμα» στην ΕΕ, παραμελώντας τις υποχρεώσεις της στο πλαίσιο της συμφωνίας του Παρισιού. «Χρειάζεται επειγόντως να δώσουμε ένα μήνυμα προς την Ευρώπη, ότι η Γερμανία θα κάνει περαιτέρω βήματα», υπογράμμισε. «Όμως, αυτήν τη στιγμή, το χάσμα στους στόχους του κλίματος έχει καταστεί αποδεκτό».