Παγκόσμια Τράπεζα: Ο IFC συνεχίζει να ενισχύει την περιβαλλοντικά επιζήμια αγροβιομηχανία
Στα τέλη Ιουνίου, ο χρηματοδοτικός βραχίονας της Παγκόσμιας Τράπεζας για τον ιδιωτικό τομέα, IFC (Διεθνής Οργανισμός Χρηματοδότησης), ενέκρινε δάνειο ύψος 200 εκατομμυρίων δολαρίων με αποδέκτη τον αγροβιομηχανικό επιχειρηματικό κολοσσό Louis Dreyfus. Σύμφωνα με εκπροσώπους της περιβαλλοντικής οργάνωσης Friends of the Earth, το δάνειο θα χρησιμοποιηθεί υπό το πρόσχημα της «βιώσιμης ανάπτυξης» για την αγορά σόγιας και καλαμποκιού που καλλιεργούνται σε εκμεταλλεύσεις βιομηχανικής κλίμακας στην εξαιρετικά πολύτιμη και οικολογικά ευαίσθητη σαβάνα σεράδο της Βραζιλίας.
Ένα τεράστιο «μωσαϊκό» βιοποικιλότητας που φιλοξενεί το 5% της χλωρίδας και της πανίδας του κόσμου μαζί με 216 περιοχές ιθαγενών, η σεράδο έχει ήδη χάσει τη μισή γηγενή της βλάστηση εξαιτίας των εξαπλούμενων αγροκτημάτων βοοειδών και των βιομηχανοποιημένων μεγάλων εκματαλλεύσεων σόγιας και καλαμποκιού. Η Louis Dreyfus είναι μόνο μία από τις πολλές αγροτικές επιχειρήσεις, συμπεριλαμβανομένων των Cargill, Bunge, JBS και Marfrig, των οποίων οι δραστηριότητες σε βόειο κρέας και ζωοτροφές απειλούν να οδηγήσουν αυτό το οικοσύστημα σε πλήρη καταστροφή έως το 2030.
«Παρότι ο IFC ισχυρίζεται ότι το δάνειό του προς τη Louis Dreyfus θα συμβάλει στην αντιμετώπιση της υψηλότερης ζήτησης και των κλιμακούμενων τιμών των τροφίμων με περιβαλλοντικά βιώσιμο και χωρίς κοινωνικούς αποκλεισμούς τρόπο, στην πραγματικότητα, αυτή η επένδυση θα οδηγήσει σε περαιτέρω περιβαλλοντική καταστροφή και στέρηση των δικαιωμάτων των τοπικών και αυτόχθονων κοινοτήτων, ενώ θα ενισχύσει μία από τις πλουσιότερες και ισχυρότερες αγροβιομηχανικές επιχειρήσεις» αναφέρει άρθρο που υπογράφουν η Kari Hamerschlag, αναπληρώτρια διευθύντρια του Προγράμματος Τροφίμων και Γεωργίας στην οργάνωση Friends of the Earth, και η Kelly McNamara, ανώτερη Αναλύτρια Έρευνας και Πολιτικής για το Διεθνές Πρόγραμμα Χρηματοδότησης για το Κλίμα και τη Γεωργία στον ίδιο φορέα. «Το 2020, η Louis Dreyfus αποκόμισε έσοδα 49 δισεκατομμυρίων δολαρίων, ενώ έχει διαθέσιμη δημόσια και ιδιωτική χρηματοδότηση 3,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Με τις δημόσιες επενδύσεις στη βιώσιμη αγροτική παραγωγή να παραμένουν περιορισμένες, είναι απορίας άξιον γιατί χρησιμοποιούνται τα κεφάλαια των φορολογουμένων πολιτών για την υποστήριξη μιας μεγάλης εταιρείας που έχει συντελέσει στην καταστροφή του οικοσυστήματος σεράδο την τελευταία δεκαετία».