Βαμβάκι: Σε πλεονεκτική θέση η Ελλάδα για ακόμα μία χρονιά

Η ζήτηση στη φυσική αγορά και τα ακριβά ναύλα στηρίζουν το «καλό σενάριο» για τη χώρα μας

Χρονιά ανατροπών θα μπορούσε να χαρακτηριστεί αυτή που ολοκληρώθηκε και τυπικά πριν από λίγες μέρες (μετά και την παράταση της εκκοκκιστικής περιόδου μέχρι τις 18 Φεβρουαρίου) για το βαμβάκι και εύλογα οι παραγωγοί, όπως και όλοι οι εμπλεκόμενοι στον κλάδο αναζητούν κάποια σημάδια για το πώς θα κινηθεί η επόμενη.

Με την επιφύλαξη πάντα των αστάθμητων παραγόντων, οι οποίοι βέβαια δεν έχουν λείψει την τελευταία διετία (βλ. πανδημία και, πιο πρόσφατα, πόλεμο στην Ουκρανία), τα δεδομένα αυτήν τη στιγμή φαντάζουν ιδιαίτερα ευνοϊκά για το βαμβάκι. Σε επίπεδο θεμελιωδών, το ισοζύγιο προσφοράς-ζήτησης είναι υποστηρικτικό και αυτό αποτυπώνεται εδώ και αρκετό καιρό στο χρηματιστήριο, όπου οι τιμές κινούνται πολύ κοντά σε υψηλά δεκαετίας. Μάλιστα, το νέο άλμα του πετρελαίου, απόρροια της ρωσο-ουκρανικής κρίσης, βελτιώνει ακόμα περισσότερο την ανταγωνιστικότητα του βαμβακιού, καθώς καθιστά πιο ακριβές τις συνθετικές ίνες.

Σε ιστορικό υψηλό η κατανάλωση

Στο τελευταίο report προσφοράς-ζήτησης, το USDA αναθεώρησε πτωτικά την παγκόσμια κατανάλωση κατά 190.000 δέματα, όμως μεγαλύτερη και, πιο συγκεκριμένα, κατά 120.000 δέματα ήταν η διόρθωση στο σκέλος της παραγωγής, προερχόμενη κυρίως από την Ινδία (-500.000 δέματα) και την Τανζανία (-345.000 δέματα).

Ενδιαφέρον μάλιστα παρουσιάζουν και οι εκτιμήσεις που διατυπώνει στην έκθεσή του το αμερικανικό υπουργείο Γεωργίας για την Τουρκία, η κατανάλωση της οποίας το 2021/2022 έφτασε, όπως αναφέρει, τα 8,5 εκατ. δέματα, ενώ η αύξηση στη χρήση βάμβακος εκτιμάται σε 10%, υπερτριπλάσια δηλαδή του +3% που καταγράφηκε σε παγκόσμιο επίπεδο.

Ιδιαίτερα ενθαρρυντικές είναι και οι εκτιμήσεις του Αμερικανικού Συμβουλίου Βάμβακος, το οποίο τοποθετεί τη φετινή κατανάλωση από τα κλωστήρια στα 125,9 εκατ. δέματα σε παγκόσμιο επίπεδο, ποσότητα που συνιστά ιστορικό ρεκόρ, ενώ και τα αμερικανικά αποθέματα αναμένονται στα χαμηλότερα επίπεδα των τελευταίων έξι χρόνων.

Σύμφωνα με τον πρόεδρο της ΠΕΕΕΒ, Αντώνη Σιάρκο, «αυτήν τη στιγμή δε διαβλέπουμε συνθήκες υπεροπροσφοράς στην παγκόσμια αγορά και σε καμία περίπτωση δεν βλέπουμε πτώση της ζήτησης. Ακόμα κι αν σε διεθνές επίπεδο μεταβληθούν προς το καλύτερο τα δεδομένα παραγωγής την επόμενη χρονιά, λόγω των καλών τιμών που λαμβάνει το προϊόν, δεν πιστεύουμε ότι αυτό θα διαταράξει σε σημαντικό βαθμό το κομμάτι της προσφοράς».

Κι αυτό γιατί, όπως εξηγεί, «εξίσου ικανοποιητικές συνθήκες τιμών έχουν διαμορφωθεί και για τα ανταγωνιστικά του προϊόντα. Για παράδειγμα η σόγια, που στις ΗΠΑ είναι ο βασικός “ανταγωνιστής” του βαμβακιού όσον αφορά τις εκτάσεις, έχει επίσης σημειώσει σημαντική άνοδο το τελευταίο διάστημα και παραμένει ελκυστική για τους αγρότες».

Ακριβά και το 2022 τα μεταφορικά

Στο ίδιο πνεύμα, ο διευθύνων σύμβουλος των Θρακικών Εκκοκκιστηρίων, Ηλίας Κουρούδης, τονίζει τον κομβικό ρόλο που παίζει η έντονη ζήτηση στη φυσική αγορά και η οποία βεβαίως, ειδικά για τη χώρα μας, ενισχύεται από τις αναταράξεις που εξακολουθούν να επικρατούν στην παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα.

Αν μάλιστα επιβεβαιωθούν οι εκτιμήσεις των αναλυτών για διατήρηση των ναύλων στα σημερινά υψηλά επίπεδα, με ελάχιστες διακυμάνσεις, για το σύνολο του 2022, τότε η νέα σεζόν πιθανότατα θα φέρει το ελληνικό βαμβάκι ξανά σε πλεονεκτική θέση.

«Είναι γεγονός ότι η συνθήκη που δημιουργεί το υψηλό κόστος των μεταφορικών ευνοεί την Ελλάδα, γιατί με αυτόν τον τρόπο αναδεικνυόμαστε σε προτιμητέο προμηθευτή για τις κοντινές μας χώρες, οι οποίες είναι διατεθειμένες να πληρώσουν το… κάτι παραπάνω για να έχουν στη διάθεσή τους άμεσα το προϊόν. Το είδαμε να συμβαίνει πέρυσι και υπάρχουν σοβαρές πιθανότητες να ισχύει και φέτος», υπογραμμίζει ο κ. Κουρούδης.

«Πράγματι, ιστορικά είναι σπάνιο να πηγαίνουμε για δεύτερη σερί σεζόν με τόσο υψηλές τιμές. Στο παρελθόν, όποτε συνέβαινε αυτό μια χρονιά, συνήθως την επόμενη η αγορά ξεφούσκωνε. Τώρα, όμως, και πάντα με τα δεδομένα που έχουμε στη διάθεσή μας, βλέπουμε ότι συντρέχουν αρκετοί λόγοι για να συντηρηθούν αυτά τα επίπεδα τιμών. Σε κάθε περίπτωση, όσο δουλεύουν τα κλωστήρια και δη με αυτούς τους ρυθμούς, τα πράγματα θα δείχνουν καλά», συμπληρώνει ο ίδιος.