Πολύτιμο απόθεμα βιοποικιλότητας για την Ελλάδα η αγελάδα τύπου Κατερίνης

Αρρηκτα συνδεδεμένη με την πολιτισμική μας κληρονομιά και ταυτότητα και με αποδεδειγμένη ιστορική αξία, αφού στηρίχτηκε πάνω της η εξέλιξη του αγροτικού –και εν γένει όλου– του πολιτισμού, είναι η αγελάδα της Κατερίνης, που αποτελεί μία από τις αυτόχθονες στεππικές φυλές βοοειδών που ζουν στον ελλαδικό χώρο εδώ και χιλιάδες χρόνια.

Το όνομά της προέρχεται από την ομώνυμη πόλη και πρωτεύουσα του νομού Πιερίας, την Κατερίνη. «Έχει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, καθώς διατηρεί την αξία της στις τοπικές κοινωνίες και αποτελεί πολύτιμο απόθεμα βιοποικιλότητας για την εξυπηρέτηση μελλοντικών αναγκών», επισημαίνει ο καθηγητής του ΑΠΘ, Ανδρέας Γεωργούδης.

Όπως λέει, είναι από τις πρωτόγονες φυλές με ιστορία που ανάγεται από τον Μέγα Αλέξανδρο, ενώ στηρίζεται στους πιο γνωστούς μύθους της ελληνικής μυθολογίας, που είναι η αρπαγή της Ευρώπης από τον μεταμορφωμένο σε ταύρο Δία. Η μορφολογία του τύπου της Κατερίνης φαίνεται στη σωματική διάπλαση του ταύρου και απεικονίζεται στο νόμισμα της ελληνικής έκδοσης των δύο ευρώ.

«Μελισσώ, η Στεφανοκέρατη»

Οι κάτοικοι της Κατερίνης την αποκαλούσαν «Μελισσώ, η Στεφανοκέρατη», καθώς έχει χαρακτηριστικά λυροειδή (σε σχήμα λύρας), κέρατα (σε μερικές περιπτώσεις στεφανωτά) και γκρίζο χρώμα ανακατεμένο με μαύρες ή κιτρινοκαστανές (μελισσί) περιοχές.

Η αγελάδα Κατερίνης δεν συναντάται σήμερα στην περιοχή. Όπως λέει ο επιστημονικός συνεργάτης Π.Ε. Πιερίας, τεχνολόγος-γεωπόνος, Δημήτρης Ρουκάς, τα τελευταία ζώα που αναφέρονται στην περιοχή της Πιερίας είναι περίπου στα μέσα της δεκαετίας του 1975. «Τα ζώα αυτά υπήρχαν σε μεγάλους πληθυσμούς στην περιοχή λίγο πριν από τον πόλεμο και λίγο μετά. Τα χρησιμοποιούσαν για αγροτικές εργασίες ή στις μεταφορές για να τραβάνε τα κάρα», λέει ο κ. Ρουκάς.

Τα λίγα εναπομείναντα ζώα της φυλής, που υπήρχαν κάποτε σε μεγάλους πληθυσμούς στην Πιερία, αποτελούν πλέον έναν σπάνιο γενετικό πόρο και σύμφωνα με τον κ. Γεωργούδη, το Κέντρο Ζωικών Γενετικών Πόρων στην Καρδίτσα έχει την ευθύνη της φυλής αυτής. «Οι αγελάδες Κατερίνης εκτρέφονταν στις αρχές του προηγούμενου αιώνα, στις πεδιάδες της Θράκης, της Μακεδονίας και της Θεσσαλίας, σε πληθυσμό πολλών δεκάδων χιλιάδων κεφαλών.

Σήμερα, μετά την επικράτηση των εισαγόμενων φυλών, με σκοπό την κρεοπαραγωγή, έχουν απομείνει περίπου 1.000 ζώα σε περιοχές της Θεσσαλίας και προστατεύονται από εξαφάνιση στο πλαίσιο ειδικού προγράμματος του ΥΠΑΑΤ», σημειώνει ο κ. Γεωργούδης και προσθέτει πως η κατάσταση, όσον αφορά την αντίστοιχη αγελάδα της Συκιάς Χαλκιδικής, είναι πολύ χειρότερη, καθώς έχουν απομείνει ελάχιστα άτομα με αντιπροσωπευτικό φαινότυπο.

Σύμφωνα με τον ίδιο, οι λόγοι που επιβάλλουν τη διατήρηση της αγελάδας της Κατερίνης δεν είναι μόνον η ιστορική της αξία και η συμβολή της στην πολιτιστική κληρονομιά της Ελλάδας, αλλά και το γεγονός ότι τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της ταιριάζουν απόλυτα στα σύγχρονα πρότυπα παραγωγής και διατροφής.

«Είναι ζώο λιτοδίαιτο που αξιοποιεί την περιορισμένη βλάστηση των βοσκότοπων της χώρας μας, χωρίς να χρειάζεται ιδιαίτερη φροντίδα για προστασία από τις ασθένειες και τα παράσιτα.

Έχει ικανοποιητική απόδοση σε σφάγιο και το κρέας της ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις του σύγχρονου καταναλωτή, καθώς έχει χαμηλή περιεκτικότητα σε λίπος και είναι πλούσιο σε πολυακόρεστα λιπαρά οξέα, Ω3 και Ω6. Μαζί με τις άλλες αυτόχθονες φυλές μας, μπορεί να συνεχίσει να συμβάλλει στη διαμόρφωση της βιοποικιλότητας και να στηρίζει την εγχώρια παραγωγή ζωικών προϊόντων, αλλά και την κοινωνική συνοχή της υπαίθρου στη χώρα μας», καταλήγει ο κ. Γεωργούδης.