Καλλιεργητικές πρακτικές: Πώς βελτιώνουμε τις ιδιότητες του εδάφους

του Ιωάννη Πασιά, Δρος Χημείας ΕΚΠΑ,
τεχνικού υπευθύνου στο Γενικό Χημείο Έρευνας και Αναλύσεων «Πασιάς-Ραπτοπούλου»

Το έδαφος αποτελεί το κλειδί για την επιτυχία της καλλιέργειάς μας και την ανταμοιβή του μόχθου του αγρότη. Στο συγκεκριμένο άρθρο, θα παρουσιαστούν οι σημαντικότερες διαδικασίες για τη βελτίωση των ιδιοτήτων του εδάφους και την αύξηση των αποδόσεων της καλλιέργειας.

 

1 Βελτιώνοντας το pH

 

Το pH του εδάφους είναι άμεσα συνυφασμένο με παραμέτρους όπως η κατιονταλλακτική ικανότητα, η δραστικότητα των ενζύμων και των μικροοργανισμών, η βιοδιάσπαση των ελαίων και η μετατροπή της οργανικής ουσίας σε ανόργανα συστατικά. Η διόρθωση του pH σχετίζεται με τη βέλτιστη περιοχή που απαιτεί η καλλιέργεια και δεν είναι εύκολη υπόθεση, ενώ δεν είναι μόνιμη λύση. Γενικά, ως βέλτιστη περιοχή για την πλειονότητα των καλλιεργειών ορίζεται η περιοχή 6-7.5.

Η αύξηση του pH συνήθως πραγματοποιείται με χρήση ασβέστη, ο οποίος μπορεί να δοθεί και σε μορφές εναλλακτικές, όπως του δολομίτη και του αταπουλγίτη. Για την αύξηση του pH κατά μία μονάδα απαιτείται η χρήση περίπου 250 έως 500 κιλών ανά στρέμμα. Η προσθήκη πρέπει να γίνεται με ενσωμάτωση στο έδαφος και εξαρτάται από το είδος του εδάφους. Σε αμμώδη εδάφη απαιτείται μικρότερη προσθήκη σε σχέση με τα αργιλώδη. Προσοχή, η προσθήκη θα πρέπει να γίνεται πάντα μετά από εδαφολογική ανάλυση, γιατί μπορεί να αυξήσει δραματικά τον λόγο μαγνησίου προς κάλιο, με αποτέλεσμα την εμφάνιση έντονων χλωρώσεων στην καλλιέργεια και στη μη σωστή θρέψη.

Για τη μείωση του pH, μπορούν να χρησιμοποιηθούν ανόργανες μορφές θείου ή θειικών αλάτων του σιδήρου και του αργιλίου, καθώς και με προσθήκη κομπόστ και τύρφης. Η ποσότητα που θα προστεθεί είναι πιο περίπλοκη σε σχέση με την αύξηση του pH, καθώς εξαρτάται από την οργανική ουσία, την ποσότητα ανθρακικού ασβεστίου, την καλλιέργεια, αλλά και το μικροκλίμα της περιοχής (ποσοστό βροχόπτωσης και υγρασίας).

 

2 Διορθώνοντας την αλατότητα

 

Η αλατότητα του εδάφους οφείλεται στη γειτνίαση του χωραφιού με λίμνες, θάλασσα και άλλες περιοχές υψηλής συγκέντρωσης αλάτων. Η αλατότητα οφείλεται, κυρίως, στην περίσσεια μαγνησίου, ασβεστίου και νατρίου. Πολύ σημαντικό παράγοντα αποτελεί το νερό ποτίσματος. Αν το νερό έχει αγωγιμότητα >800
μS/cm συνιστάται να γίνεται άρδευση κατά τις νυχτερινές ώρες με χαμηλές ροές και με χρήση καλού αποστραγγιστικού δικτύου. Βέλτιστο σενάριο σε αυτές τις περιπτώσεις είναι η εγκατάσταση μόνιμου φίλτρου αντίστροφης ώσμωσης στη γεώτρηση, μια κοστοβόρα, αλλά μόνιμη λύση.

Για εδάφη παρατεταμένης ξηρασίας συνιστάται η χρήση υπόγειου αποστραγγιστικού δικτύου με σωληνώσεις. Άλλες προτάσεις αντιμετώπισης της αλατότητας είναι η διήθηση και η έκπλυση του εδάφους, η ισοπέδωση του εδάφους με μεταφορά από περιοχή χαμηλής αλατότητας.

Προσοχή, όμως, η έκπλυση να γίνεται κατά τους χειμερινούς μήνες. Τελευταίες μελέτες έχουν αποδείξει πως σημαντική βοήθεια στην αφαλάτωση των εδαφών παίζει και η χλωρή λίπανση, η οποία βοηθάει στη μείωση των διαθέσιμων αλατούχων ενώσεων. Τέλος, ο τρόπος σποράς μπορεί να αντιμετωπίσει το σοβαρό πρόβλημα της αλατότητας. Συνήθως συνιστάται σπορά υπό κλίση ή σε σαμάρια.

3 Βελτιώνοντας τη μηχανική σύσταση

 

Τα εδάφη, ανάλογα με την περιεκτικότητά τους σε άμμο, ιλύ και άργιλο διακρίνονται σε αμμώδη, αργιλώδη, πηλώδη και ιλυώδη. Γενικά, τα εδάφη μέσης σύστασης (50% άμμος, 25% ιλύς και 25% άργιλος) είναι ιδανικά για τις περισσότερες καλλιέργειες, καθώς επιτρέπουν από τη μία τον καλό αερισμό και την απομάκρυνση της υγρασίας και, από την άλλη, την καλή θρέψη των φυτών και των δέντρων με αυξημένη κατιονταλλακτική ικανότητα. Ιδιαίτερη προσοχή θα πρέπει να δίνεται και στο βάθος του εδάφους, καθώς καλλιέργειες όπως η καρυδιά σχηματίζουν ριζικά συστήματα σε μεγαλύτερα βάθη και, επομένως, μια μη διαπερατή επιφάνεια σε βάθος 90 εκατοστών θα δημιουργήσει πρόβλημα στην ανάπτυξη του δέντρου.

Σε περίπτωση προβληματικών εδαφών, προτείνονται σήμερα διάφορα εδαφοβελτιωτικά για τη βελτίωση της ανθεκτικότητας και συνεκτικότητας του εδάφους σε ελαφρά εδάφη ή της αποστράγγισης σε βαριά αργιλώδη εδάφη. Τέτοια εδαφοβελτιωτικά είναι ο δολομίτης, ο ζεόλιθος, ο ατταπουλγίτης, ο περλίτης, η γη διατομών και άλλα. Αυτά χρησιμοποιούνται συνήθως μαζί με πρόσθετα ενίσχυσης της οργανικής ουσίας των εδαφών, όπως χουμικά, τύρφη, κομπόστ και άλλα.

Για την προσθήκη τους απαιτείται η εδαφολογική ανάλυση, καθώς μπορεί να δημιουργηθούν προβλήματα με αλλαγή του pH του εδάφους, καθώς και με την ενίσχυση του εδάφους με άλατα ειδικά μαγνησίου και ασβεστίου. Η διόρθωση των εδαφών μπορεί, επίσης, να επιτευχθεί με ενσωμάτωση και ισοπέδωση εδαφών διαφορετικής σύστασης, αλλά και με σπορά σε σαμάρια και εξαέρωση του εδάφους. Οι συγκεκριμένες παρεμβάσεις βελτιώνουν σημαντικά τις ιδιότητες του εδάφους, αλλά είναι σημαντικό να γνωρίζει ο αγρότης πως το έδαφος επιλέγει την καλλιέργεια και όχι ο ίδιος ο αγρότης.