Πρακτικές που μειώνουν το κόστος και αυξάνουν τις αποδόσεις στο χωράφι

του Φάνη Γέμτου, ομότιμου καθηγητή του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας

Τα τελευταία χρόνια παρουσιάστηκαν σημαντικές ανωμαλίες στις εφοδιαστικές αλυσίδες. Η πανδημία της COVID-19 δημιούργησε τα πρώτα προβλήματα με διατάραξη της λειτουργίας επιχειρήσεων, μεταφορών και αγοράς.

Οι καιρικές συνθήκες σε διάφορες περιοχές του πλανήτη διατάραξαν την παραγωγή πολλών γεωργικών προϊόντων. Η αύξηση του κόστους μεταφορών προκάλεσε νέες αυξήσεις τιμών των προϊόντων που φάνηκαν ήδη από τα μέσα του 2021.

Και ενώ ελπίζαμε σε μια σταδιακή επάνοδο της κανονικότητας με τον περιορισμό της COVID-19, η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και τα επακόλουθά της ανέτρεψαν και πάλι την κατάσταση.

Νέες αυξήσεις τιμών σε ενέργεια και πρώτες ύλες, ελλείψεις και αυξήσεις τιμών που δυσκολεύουν την παραγωγή (π.χ. αζωτούχα λιπάσματα) προκαλούν δυσκολίες στη πρωτογενή παραγωγή.

Αυτό οδηγεί σε κινδύνους μείωσης της παραγωγής που, σε συνδυασμό με τη συνεχιζόμενη αύξηση του πληθυσμού του πλανήτη, θα προκαλέσει επισιτιστική κρίση. Τα κοινωνικά προβλήματα που θα προκληθούν είναι τεράστια στις φτωχές χώρες που θα φτάσουν σε εμάς με αυξημένα κύματα μεταναστών.

Ο πρωτογενής τομέας της χώρας πορεύεται χωρίς καθοδήγηση προς το άγνωστο. Ένα υπουργείο που μοιράζει επιδοτήσεις και αποζημιώσεις χωρίς σχέδιο, μια αντιπολίτευση που απλώς υπερθεματίζει χωρίς καμία ιδέα στον διάλογο. Ένα συνεταιριστικό κίνημα ανίκανο να ασχοληθεί σοβαρά με ό,τι προσπαθεί να κάνει. Η κατάρρευση της τιμής του σιταριού είναι χαρακτηριστική.

Οι συνεταιρισμοί όπου ο πρόεδρος είναι και διαχειριστής, έμπορος κ.λπ. χωρίς καμία επιστημονική στήριξη για μελέτη των διεθνών αγορών συνήθως θα αποτυγχάνουν στην πρόβλεψη τιμών.

Αλλάζοντας πρακτικές

Πώς πρέπει να αντιδράσουν οι αγρότες μας στις συνθήκες αυξομείωσης των τιμών των προϊόντων και των εφοδίων; Η γνώμη μου είναι ότι θα πρέπει να αλλάξουν τις καλλιεργητικές πρακτικές που ακολουθούν για να μειώσουν το κόστος παραγωγής, ενώ θα διατηρήσουν ή θα αυξήσουν την παραγωγή τους.

Ας δούμε ποιο είναι το κόστος παραγωγής: Κόστος απόσβεσης και χρήσης εξοπλισμού, κόστος κατεργασίας εδάφους, κόστος εισροών (σπόρος, λίπασμα, φυτοφάρμακα), κόστος άρδευσης για τις ποτιστικές καλλιέργειες. Για την ανάλυση όλων αυτών των στοιχείων, χρειάζεται ένα βιβλίο. Θα προσπαθήσω να αναλύσω τις δυνατότητες μείωσης του κόστους των λιπασμάτων που είναι άμεσο.

Η αζωτούχος λίπανση είναι κρίσιμη για την απόδοση των καλλιεργειών και την ποιότητα του παραγόμενου προϊόντος. Με το κόστος να τριπλασιάζεται, η εφαρμογή του αζώτου αυξάνει το κόστος παραγωγής. Πώς μπορούμε να το μειώσουμε;

Αρχικά, με καλλιέργεια ψυχανθών που έχουν το χαρακτηριστικό ότι συμβιώνουν με μικροοργανισμούς (ζουν στις ρίζες των ψυχανθών, παίρνουν από αυτά προϊόντα της φωτοσύνθεσης και προσφέρουν το άζωτο που δεσμεύουν από την ατμόσφαιρα) που δεσμεύουν άζωτο από την ατμόσφαιρα.

Τα ψυχανθή μπορεί να μπουν στην αμειψισπορά, οπότε δεν χρειάζονται αζωτούχο λίπανση και να αφήσουν στο έδαφος άζωτο για την επόμενη καλλιέργεια. Μπορούν να καλλιεργηθούν ως ενδιάμεση καλλιέργεια (π.χ. ανάμεσα σε καλλιέργειες καλαμποκιού ή βαμβακιού) και είτε να συγκομιστούν αφήνοντας μόνο τη ρίζα με τα φυμάτια με άζωτο στο έδαφος είτε να μείνουν ολόκληρα τα φυτά στο χωράφι ως χλωρή λίπανση.

Να αυξήσουμε τον βαθμό απόδοσης της χρήσης του αζώτου, δηλαδή της ποσότητας που παραλαμβάνεται από τα φυτά προς την εφαρμοζόμενη ποσότητα. Έχουμε σημαντικές δυνατότητες να το πετύχουμε. Αρχικά, πρέπει να αυξήσουμε την οργανική ουσία του εδάφους.

Η οργανική ουσία απορροφά το άζωτο που εφαρμόζουμε και το αποδεσμεύει σταδιακά διευκολύνοντας την απορρόφηση από τα φυτά και μειώνοντας την έκπλυση προς τα βαθύτερα στρώματα του εδάφους. Η αύξηση της οργανικής ουσίας του εδάφους μπορεί να επιτευχθεί με μείωση της κατεργασίας – αναμόχλευσης του εδάφους, με ενσωμάτωση οργανικής ύλης (ρίζες ενδιάμεσων καλλιεργειών φυτοκάλυψης, υπολείμματα καλλιεργειών) και προσθήκη οργανικής ύλης (κοπριές, οργανικά λιπάσματα).

Στην εφαρμογή των λιπασμάτων πρέπει να υπολογίζουμε:

Το κατάλληλο λίπασμα: Τα αζωτούχα λιπάσματα είναι: α) είτε νιτρικά, που απορροφώνται άμεσα από τα φυτά, είναι αρνητικά φορτισμένα όπως και τα σωματίδια του εδάφους και, επομένως, εάν δεν τα απορροφήσουν, μεταφέρονται με το νερό στα βαθύτερα στρώματα του εδάφους, χάνονται από τα φυτά και προκαλούν τη νιτρορύπανση, β) είτε αμμωνιακά (και η ουρία που υδρολύεται σε αμμωνιακά), που είναι θετικά φορτισμένα, συγκρατούνται από τα σωματίδια του εδάφους και μετατρέπονται σταδιακά σε νιτρικά από τους μικροοργανισμούς του εδάφους. Επομένως, εάν θέλουμε άμεση χρήση του αζώτου, προσθέτουμε νιτρικά και για πιο μακροχρόνια χρήση αμμωνιακά λιπάσματα.

Την κατάλληλη δόση: Δηλαδή, την ποσότητα που μπορεί να χρησιμοποιήσει το φυτό για το επόμενο διάστημα ανάπτυξής του και σύμφωνα με το δυναμικό παραγωγής. Το να προσθέτουμε όλο το λίπασμα σε μία δόση είναι λάθος, καθώς το φυτό θα απορροφήσει όσο μπορεί και το υπόλοιπο θα χαθεί. Στο σκληρό σιτάρι, για παράδειγμα, θα πρέπει να εφαρμόσουμε ελάχιστο αζωτούχο λίπασμα ως βασική λίπανση, γιατί οι απαιτήσεις του φυτού μέχρι την αρχή της άνοιξης είναι πολύ μικρή. Αντίθετα, τον Φεβρουάριο πρέπει να εφαρμόσουμε την επιφανειακή λίπανση για να ενισχύσουμε την ανάπτυξη σε μεγαλύτερη δόση και μια μικρότερη δόση τον Μάρτιο για να εξασφαλίσουμε άζωτο στις αρχές Απριλίου για να πετύχουμε υψηλές πρωτεΐνες στον σπόρο.

Τον κατάλληλο χρόνο: Το κάθε στάδιο ανάπτυξης του φυτού έχει διαφορετικές απαιτήσεις σε λίπασμα. Όταν έχουμε γρήγορη ανάπτυξη, πρέπει να εφαρμόσουμε το λίπασμα, ενώ όταν η ανάπτυξη είναι αργή να μην εφαρμόσουμε. Όσο περισσότερες δόσεις εφαρμόσουμε, τόσο καλύτερα είναι, αρκεί να καλύπτουμε το επιπλέον κόστος της εφαρμογής.

Τη σωστή θέση και τον κατάλληλο εξοπλισμό: Πολλοί αγρότες χρησιμοποιούν χαμηλής ποιότητας λιπασματοδιανομείς. Πολλές φορές, βλέπουμε στα χωράφια λωρίδες με διαφορετικές αποχρώσεις πράσινου χρώματος, αποτέλεσμα ανομοιόμορφης διανομής. Η γραμμική εφαρμογή στις σκαλιστικές καλλιέργειες δίνει καλύτερα αποτελέσματα. Ακόμα καλύτερα η εφαρμογή με το νερό της άρδευσης. Η ενσωμάτωση του λιπάσματος μειώνει τις απώλειες. Μπορούμε να κάνουμε εξοικονόμηση πόρων για να βελτιώσουμε την αποδοτικότητα των καλλιεργειών μας, συμβάλλοντας στη διατήρηση της παραγωγής σε υψηλά επίπεδα για να αντιμετωπίσουμε μια επισιτιστική κρίση. Ποιος θα κατευθύνει τους αγρότες να το πετύχουν; Ενδιαφέρουσα ερώτηση για το πολιτικό προσωπικό, την επιστημονική κοινότητα και τις οργανώσεις των αγροτών.