Ορθές Πρακτικές: Πως διαχειριζόμαστε την ανθεκτικότητα των ζιζανίων

του Δρος Θωμά Γιτσόπουλου, αναπλ. ερευνητή, Ινστιτούτο Γενετικής Βελτίωσης και Φυτογενετικών Πόρων, ΕΛΓΟ-«Δήμητρα»

Η μειωμένη αποτελεσματικότητα ενός ζιζανιοκτόνου έναντι κάποιου ζιζανίου, όταν εφαρμόζεται στη συνιστώμενη δόση και σε κατάλληλες συνθήκες εφαρμογής, αποτελεί ένδειξη ότι το ζιζάνιο έχει ενδεχόμενα αναπτύξει ανθεκτικότητα στο συγκεκριμένο ζιζανιοκτόνο. Η ανάπτυξη ανθεκτικότητας στον πληθυσμό ενός ζιζανίου γίνεται σταδιακά στον αγρό, όταν το ίδιο ζιζανιοκτόνο εφαρμόζεται κάθε χρόνο, μετατρέποντας τον πληθυσμό από ευαίσθητο σε ανθεκτικό.

Σημειώνεται ότι ανθεκτικά ζιζάνια (ανθεκτικοί βιότυποι) προϋπάρχουν μέσα σε έναν ευαίσθητο πληθυσμό ζιζανίων αλλά σε μικρό ποσοστό, εξαιτίας τυχαίων μεταλλάξεων και δεν δημιουργούνται από τη χρήση του ζιζανιοκτόνου. Με τη συνεχή εφαρμογή ενός ζιζανιοκτόνου, οι ευαίσθητοι βιότυποι του πληθυσμού καταστρέφονται, σε αντίθεση με τους ανθεκτικούς που επιζούν και πολλαπλασιάζονται κάθε χρόνο. Αρχικά, αυτό δεν είναι ορατό στον αγρό, με την πάροδο όμως των χρόνων, οι ανθεκτικοί βιότυποι τελικά κυριαρχούν μετατρέποντας τον πληθυσμό του ζιζανίου σε ανθεκτικό.

Στην Ελλάδα, έντονα προβλήματα ανθεκτικότητας έχουμε κυρίως στα χειμερινά σιτηρά με ανθεκτικότητα σε πολλά ζιζάνια (ήρα, αγριόβρωμη, παπαρούνα, φάλαρη, άγριο σινάπι, κολλητσίδα κ.ά.) και στο ρύζι (μουχρίτσα, κόκκινο ρύζι, μοσχοκύπερη). Επίσης, περιπτώσεις ανθεκτικότητας στα ζιζάνια έχουν αναφερθεί σε άλλες καλλιέργειες όπως βλήτο, λουβουδιά, βέλιουρας και κόνυζα. Κοινό χαρακτηριστικό των αγρών με προβλήματα ανθεκτικότητας αποτελεί η συνεχής και σχεδόν αποκλειστική χρήση του ίδιου ζιζανιοκτόνου για την αντιμετώπιση των ζιζανίων. Συνήθως παρατηρείται σε περιπτώσεις μονοκαλλιέργειας (ίδια καλλιέργεια στον ίδιο αγρό για πολλά χρόνια).

Μέτρα αντιμετώπισης της ανθεκτικότητας

 Αλλαγή του ζιζανιοκτόνου: Αποτελεί συνήθως την πρώτη επέμβαση μόλις διαπιστωθεί ότι υπάρχει πρόβλημα ανθεκτικότητας. Σημαντικό είναι το νέο ζιζανιοκτόνο που θα χρησιμοποιηθεί να έχει διαφορετικό μηχανισμό δράσης από αυτό που θα αντικατασταθεί. Πρέπει να τονιστεί ότι υπάρχουν ζιζανιοκτόνα με διαφορετική δραστική ουσία αλλά με τον ίδιο μηχανισμό δράσης. Επομένως, κατά την αντικατάσταση του ζιζανιοκτόνου πρέπει να αναζητήσουμε όχι απλά ένα ζιζανιοκτόνο με διαφορετική δραστική ουσία, αλλά με διαφορετικό μηχανισμό δράσης.

✱ Αμειψισπορά: Στη μονοκαλλιέργεια, οι γεωργικές πρακτικές που εφαρμόζονται στον αγρό δεν διαφοροποιούνται από χρονιά σε χρονιά. Έτσι δημιουργούνται ευνοϊκές συνθήκες για κάποιο ή κάποια είδη ζιζανίων που προσαρμόζονται καλύτερα στον αγρό, με συνέπεια να αυξάνεται η πυκνότητά τους και να ανταγωνίζονται την καλλιέργεια. Η συνεχής χρήση των ζιζανιοκτόνων ως αποκλειστικό μέσο αντιμετώπισης των ζιζανίων, ειδικά όταν δεν μπορούν να εφαρμοστούν άλλες πρακτικές, δημιουργεί τις κατάλληλες συνθήκες ανάπτυξης ανθεκτικότητας.

Σημαντικό ρόλο στην πρόληψη ανάπτυξης ανθεκτικότητας, αλλά και στη διαχείρισή της, παρέχει η αμειψισπορά (εναλλαγή των καλλιεργειών), διότι έτσι προκαλούνται αλλαγές στις αγρονομικές πρακτικές (ημερομηνία σποράς/φύτευσης, λιπάνσεις, αρδεύσεις), εναλλάσσονται τα ζιζανιοκτόνα, εφαρμόζονται άλλες μέθοδοι ζιζανιοκτονίας (πχ. σκαλίσματα), εισάγονται καλλιέργειες με διαφορετική ανταγωνιστικότητα, με συνέπεια να διαταράσσεται ο κύκλος της ανάπτυξης και η πυκνότητα των ζιζανίων και να διατηρεί τους πληθυσμούς ζιζανίων υπό έλεγχο.

Για να διαχειριστούμε την ανθεκτικότητα με το μέτρο της αμειψισποράς σημαντικό είναι το είδος των καλλιέργειών που θα επιλέξουμε. Έτσι, πρέπει να επιλεγούν καλλιέργειες με διαφορετική ημερομηνία σποράς/συγκομιδής, με διαφορετική ανταγωνιστική ικανότητα (π.χ. σίκαλη αντί σιταριού, βιομηχανική κάνναβη αντί βαμβακιού), με τη δυνατότητα χρήσης ζιζανιοκτόνων διαφορετικού μηχανισμού δράσης και με τη δυνατότητα εφαρμογής μηχανικής και άλλων μεθόδων καταπολέμησης ζιζανίων. Συστήνεται να εναλλάσσονται οι ετήσιες καλλιέργειες με διετείς ή πολυετείς (π.χ. σιτάρι, βαμβάκι με μηδική ή χορτοδοτικά φυτά), οι σκαλιστικές με μη-σκαλιστικές και να γίνεται χρήση φυτών εδαφοκάλυψης.

Η εφαρμογή της αμειψισποράς για τη διαχείριση της ανθεκτικότητας αποτελεί εξαιρετικό εργαλείο, είναι όμως δύσκολη διότι στην επιλογή των καλλιεργειών εμπλέκονται οικονομικοί, εδαφοκλιματικοί και άλλης φύσεως λόγοι. Η αγρανάπαυση και η καταστροφή των ζιζανίων μηχανικά ή με μη εκλεκτικά ζιζανιοκτόνα είναι μια επιλογή στην αμειψισπορά, όταν είναι δύσκολο να να αλλάξει η καλλιέργεια (πχ. ρύζι).

✱ Εφαρμογή ψευδοσποράς: Τεχνική κατά την οποία προετοιμάζεται το έδαφος για σπορά αλλά δεν σπέρνεται, ενώ με άρδευση ή βροχόπτωση προκαλείται το φύτρωμα των ζιζανίων. Ακολουθεί καταστροφή τους με ελαφρά κατεργασία εδάφους και σπορά για να αναπτυχθεί η καλλιέργειά μας νωρίτερα από τα ζιζάνια. Έτσι καταπολεμούνται τα είδη των ζιζανίων που φυτρώνουν χρονικά μαζί με την καλλιέργεια.

✱ Βαθύ όργωμα με σκοπό το παράχωμα σπόρων ζιζανίων: Εφαρμόζεται εναντίον ζιζανίων με μικρούς σπόρους που δεν διατηρούν τη βλαστική τους ικανότητα για πολλά χρόνια (π.χ. οι σπόροι της ήρας φυτρώνουν στα 2-5 εκατ. βάθος και χάνουν τη βλαστικότητα μετά από 2-3 χρόνια).

✱ Καταστροφή των ζιζανίων πριν σποροποιήσουν: Βρίσκει εφαρμογή ειδικά σε αγρούς με έντονο πρόβλημα ανθεκτικότητας.

Προληπτικά μέτρα

✱ Να καθαρίζονται σχολαστικά τα γεωργικά μηχανήματα από υπολείμματα χώματος, ώστε να αποφεύγεται η μεταφορά σπόρων ζιζανίων από αγρό σε αγρό.

 Να χρησιμοποιείται πιστοποιημένος σπόρος απαλλαγμένος από σπόρους ζιζανίων.

 Να χρησιμοποιούνται μείγματα ζιζανιοκτόνων με διαφορετικό τρόπο δράσης.

 Να γίνεται αλλαγή του ζιζανιοκτόνου κάθε τρία χρόνια, με ζιζανιοκτόνο που έχει διαφορετικό τρόπο δράσης, ακόμη και αν αυτό που χρησιμοποιείται είναι πολύ αποτελεσματικό.

Συμπεράσματα

Η διαχείριση της ανθεκτικότητας πρέπει να στηρίζεται στην εφαρμογή όλων των διαθέσιμων μέτρων αντιμετώπισης των ζιζανίων, με επίκεντρο την αμειψισπορά. Επίσης, απαιτείται συνεργασία των παραγωγών με τοπικούς γεωπόνους, για τη συνεχή ενημέρωση σχετικά με τους μηχανισμούς δράσης των ζιζανιοκτόνων, αλλά και με ερευνητικούς φορείς/πανεπιστήμια για κατάρτιση πλάνων αμειψισποράς.