Σημαντικές προοπτικές αλλά και δύσκολο παρόν για τις ιχθυοκαλλιέργειες
Σε στενωπό βρίσκεται ο κλάδος των ελληνικών ιχθυοκαλλιεργειών, έχοντας να αντιμετωπίσει από τη μια πλευρά την αύξηση του κόστους παραγωγής και από την άλλη τη στροφή των καταναλωτών παγκοσμίως σε φθηνότερα προϊόντα λόγω του πληθωρισμού, συνθήκη η οποία εκ των πραγμάτων «πριμοδοτεί» τον ήδη ισχυρό τουρκικό ανταγωνισμό.
Στα προβλήματα αυτά έρχονται να προστεθούν η δυσκολία πρόσβασης των μικρότερων κυρίως επιχειρήσεων του χώρου σε νέες χρηματοδοτήσεις, το χρόνιο πλέον «αγκάθι» του χωροταξικού αλλά και η αποτυχία του εγχειρήματος αναδιάρθρωσης του κλάδου, όπως αυτή αποτυπώνεται στη δυσχερή θέση στην οποία έχει περιέλθει σήμερα η Αvramar.
Αγγίζει το 20% η αύξηση στα κόστη παραγωγής
Όπως ανέφερε στη διάρκεια του 3ου Συμπόσιου Ιχθυοκαλλιέργειας που πραγματοποιήθηκε τη Δευτέρα 27 Νοεμβρίου στο ξενοδοχείιο Athens Marriot Hotel ο πρόεδρος της Ελληνικής Οργάνωσης Παραγωγών Υδατοκαλλιέργειας (ΕΛΟΠΥ), Απόστολος Τουραλιάς, από τα τέλη του 2021 οι επιχειρήσεις ιχθυοκαλλιέργειας βρέθηκαν αντιμέτωπες με ανατιμήσεις σε όλο το φάσμα των εισροών οι οποίες εντάθηκαν το 2022 μετά το ξέσπασμα του πολέμου στην Ουκρανία. Το αποτέλεσμα ήταν η αύξηση στο κόστος παραγωγής, αρχής γενομένης από τις ιχθυοτροφές, να αγγίζει πλέον το 20%, δίχως να φαίνεται στον ορίζοντα προοπτική σοβαρής αποκλιμάκωσης. «Αυτό που βλέπουμε ως το τέλος το 2023 είναι πρόβλημα για όλες τις επιχειρήσεις διότι δεν υπάρχει ένα χρονοδιάγραμμα για να ξέρουμε πόσο θα κρατήσει, ώστε να κάνουμε τις ενέργειες που χρειάζεται για να ανταπεξέλθουμε αυτό το διάστημα», επισήμανε.
Την ίδια στιγμή, οι πληθωριστικές πιέσεις και το αρνητικό κλίμα στην παγκόσμια οικονομία έχουν αφήσει το αποτύπωμά τους στη ζήτηση. «Βλέπουμε τους καταναλωτές να στρέφονται ολοένα και περισσότερο σε προϊόντα με χαμηλότερη τιμή τα οποία ο ανταγωνισμός, δηλαδή κατά κύριο λόγο η Τουρκία, μπορεί να προσφέρει. Αντίθετα, εμείς δεν έχουμε καταφέρει να περάσουμε στην τελική τιμή τα αυξημένα κοστολόγιά μας», σημείωσε ο κ. Τουραλιάς, προσθέτοντας ότι αυτό έχει σαν συνέπεια «οι εταιρείες του κλάδου να έχουν περιέλθει σήμερα σε περίοδο οικονομικής κρίσης και να συναντάμε προβλήματα ρευστότητας».
Απέτυχε η αναδιάρθρωση του 2019
Ο πρόεδρος του ΕΛΟΠΥ παραδέχτηκε επίσης ότι η αναδιάρθρωση που δρομολογήθηκε το 2019 και πάνω της στηρίχθηκε το αφήγημα ανάκαμψης του κλάδου έχει αποτύχει, με τον κορονοϊό και την ενεργειακή κρίση να παίζουν μεν σημαντικό ρόλο αλλά να μην αποτελούν τις μοναδικές, ούτε καν τις κύριες αιτίες γι’ αυτό. «Η αποτυχία αυτή βέβαια δεν δικαιολογεί ούτε εξαγνίζει το προηγούμενο μοντέλο», έσπευσε να διευκρινίσει ο κ. Τουραλιάς ενώ άφησε αιχμές και για την αντιμετώπιση της οποίας τυγχάνουν οι επιχειρήσεις του χώρου από τις τράπεζες που σε ορισμένες περιπτώσεις αγγίζει, όπως ανέφερε, τα όρια των αθέμιτων πρακτικών.
Σε κάθε περίπτωση, τόνισε, «η λογική ‘όσο περισσότερα χρωστάς, τόσο περισσότερα σε δανείζω’ δεν μπορεί να συνεχίσει να έχει εφαρμογή το 2023. Η αρωγή του τραπεζικού συστήματος στην επιβίωση και στην εξυγίανση μικρών ή μεγαλύτερων επιχειρηματικών σχημάτων στον κλάδο θα πρέπει να βασίζεται αυστηρά σε τεκμηριωμένο επιχειρηματικό σχέδιο που θα διασφαλίζει την μακροπρόθεσμη βιωσιμότητά τους. Ευκαιριακές λύσεις δανεισμού ή άλλων μέτρων της ίδιας λογικής το μόνο που κάνουν είναι να διαιωνίζουν τα προβλήματα», ανέφερε χαρακτηριστικά και πρόσθεσε ότι «το τραπεζικό σύστημα δεν πρέπει επίσης να επιτρέπει την αναβίωση χρεοκοπημένων εταιρειών που έχουν αφήσει απλήρωτους τους προμηθευτές, τους εργαζόμενους, το δημόσιο και τα ασφαλιστικά ταμεία».
Αναφορικά με τις Περιοχές Οργανωμένης Ανάπτυξης Υδατοκαλλιέργειας (ΠΟΑΥ), ο κ. Τουραλιάς τόνισε ότι πρόκειται για ζήτημα που πρέπει επιτέλους να λυθεί καθώς η τελευταία παράταση που έχει λάβει η χώρα μας εκπνέει στο τέλος του 2024.
Mε δύναμη πυρός 2,1 δισ. ευρώ η Αναπτυξιακή Τράπεζα Επενδύσεων
Ο πρόεδρος Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΑΤΕ, τ. ΤΑΝΕΟ) ανέφερε ότι την τελευταία πενταετία η Ελλάδα έχει αναπτύξει πλήθος χρηματοδοτικών εργαλείων για την ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας και του επιχειρείν όλων των κλάδων, συμπεριλαμβανομένων της παραγωγής, της τεχνολογίας και της καινοτομίας.
Όπως εξήγησε, μεταξύ άλλων, η ΕΑΤΕ αποτελεί έναν μικρό αλλά σημαντικό κρίκο στην αλυσίδα της χρηματοδότησης των επιχειρήσεων, λειτουργώντας «σαν το κρατικό ταμείο επενδύσεων για λογαριασμό του δημοσίου σε κεφάλαια επιχειρηματικών συμμετοχών». Αυτή τη στιγμή η τράπεζα έχει μια δύναμη πυρός 2,1 δισ. ευρώ για να επενδύσει σε επενδυτικά σχήματα venture capital και private equity. Την τελευταία τετραετία, μάλιστα, η ΕΑΤΕ έχει αναπτύξει ένα χαρτοφυλάκιο 21 σχημάτων στα οποία έχουν επενδυθεί περί τα 500 εκατ. ευρώ ενώ έχουν αντληθεί και άλλα 700 εκατ. ευρώ ιδιωτικά κεφάλαια- συνολικά δηλαδή 1,2 δισ. ευρώ έχουν επενδυθεί, όπως είπε, στο ο equity εταιρειών με προοπτική, βιωσιμότητα και καινοτόμα χαρακτηριστικά.
Αυγενάκης: «Έτος σταθμός το 2024 για την ιχθυοκαλλιέργεια»
Η ιχθυοκαλλιέργεια είναι ψηλά στην ατζέντα των προτεραιοτήτων της ΕΕ και μια από τις βασικές προτεραιότητες του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, τόνισε από την πλευρά του ο αρμόδιος υπουργός Λευτέρης Αυγενάκης λέγοντας χαρακτηριστικά ότι το 2024 θα είναι έτος σταθμός για την ανάπτυξη του κλάδου.
Σε συνέντευξή του στον Νίκο Χατζηνικολάου, στο άνοιγμα του Συνεδρίου, ανέφερε ότι η ΕΕ αναβαθμίζει το θέμα, ενώ δεν έχει όσες προϋποθέσεις έχει η Ελλάδα, η οποία πρέπει να λύσει το χειρόφρενο και να απελευθερώσει δυνάμεις. Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι το μέλλον βρίσκεται στην οργανωμένη αλιεία, είπε ο ΥπΑΑΤ, τονίζοντας ότι θα υπάρξει συνεργασία με το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, ώστε να επισπευσθεί η επίλυση του προβλήματος που υπάρχει με τους χωροταξικούς κανόνες. Ωστόσο, τόνισε ότι η ιχθυοκαλλιέργεια είναι μια παραγωγική διαδικασία που χαρακτηρίζεται από χαμηλό περιβαλλοντικό αποτύπωμα και ως εκ τούτου υποστηρίζει την πράσινη συμφωνία της ΕΕ και κάλεσε την κοινωνία να εγκαταλείψει προκαταλήψεις του παρελθόντος. «Πρέπει να κινηθούμε συντονισμένα, αποφασιστικά και άμεσα στη χωροθέτηση των μονάδων ιχθυοκαλλιέργειας για να μπορέσουμε να προχωρήσουμε και να κερδίσουμε, ως χώρα, τον χώρο που υπάρχει- σε επίπεδο Ευρώπης- και μας περιμένει, αλλά δεν θα μας περιμένει για πολύ».
Προς τον σκοπό αυτό ο ΥπΑΑΤ πιστεύει ότι η ίδρυση και λειτουργία Διεπαγγελματικής στο χώρο θα βοηθούσε καθοριστικά, καθώς έτσι η ΕΕ αλλά και το υπουργείο, θα μπορούν να συζητούν καθετοποιημένα με όλο τον κλάδο. Όπως είπε, η Μεσόγειος και ιδιαίτερα η Ελλάδα, προσφέρονται για επενδύσεις στον τομέα των ιχθυοκαλλιεργειών, θέτοντας ως προτεραιότητα στο ζήτημα αυτό τον περιορισμό γραφειοκρατικών διαδικασιών που σήμερα δημιουργούν εμπόδια. Πρόσθεσε, δε, ότι από 1ης Ιανουαρίου η Ελλάδα θα έχει ένα ακόμα πλεονέκτημα έναντι των λοιπών χωρών της ΕΕ, καθώς θα λειτουργεί στο Πανεπιστήμιο Κρήτης το 1ο Ευρωπαϊκό Κέντρο Αναφοράς Υδρόβιων Ζώων, το οποίο θα προσφέρει πληροφορίες και πιστοποιημένη γνώση.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρέθεσε ο υπουργός, η Ελλάδα είναι ένας από τους μεγαλύτερους παραγωγούς υδατοκαλλιέργειας στη λεκάνη της Μεσογείου.
Η προσφορά προϊόντων υδατοκαλλιέργειας στην Ελλάδα υπερβαίνει αυτή της αλιείας, αντιπροσωπεύοντας (το 2021), το 71% της εγχώριας παραγωγής ψαριών, ενώ η αλιεία το υπόλοιπο 29%. «O κλάδος των υδατοκαλλιεργειών αποτελεί βασικό μοχλό ανάπτυξης», είπε χαρακτηριστικά και πρόσθεσε ότι τα προϊόντα υδατοκαλλιέργειας συγκαταλέγονται στις τέσσερις πρώτες αγροτικές εξαγωγές της Ελλάδας, ξεπερνώντας σε αξία τα 500 εκατ. ευρώ. Το 80% της παραγωγής εξάγεται. Το 2022 το 82% εξήχθη σε 37 χώρες και το 18% της παραγωγής πήγε στην εγχώρια κατανάλωση. Το 75% εξάγεται σε χώρες της ΕΕ ενώ κύριες αγορές είναι oι: Ιταλία, Ισπανία, Γαλλία, ΗΠΑ, Ολλανδία, Γερμανία, Πορτογαλία, Ηνωμένο Βασίλειο.
Σε σχέση με την Τουρκία, ο Λευτέρης Αυγενάκης, υπογράμμισε την εξαιρετική ποιότητα των ελληνικών προϊόντων, γεγονός που αναγνωρίζεται από τις αγορές και στο οποίο επενδύει η χώρα μας. Αναφερόμενος στον ποσοτικό στόχο που έχει τεθεί από τη χώρα μας, είπε ότι έως το 2025 προβλέπεται αύξηση της παραγωγής 3% και έως το 2030 έως 5%.
Σχετικά με τις πηγές χρηματοδότησης, ο ΥπΑΑΤ είπε, ότι πρέπει να υπάρξει διάλογος και συμφωνία με τον τραπεζικό χώρο, ενώ έκανε ιδιαίτερη αναφορά στα ευρωπαϊκά προγράμματα ΕΠΑΛΘ 2014-2020 ύψος 500 εκατ. ευρώ και ΕΠΑΥΘ 2021- 2027, ύψους 520 εκατ. ευρώ. Τέλος, μέσω ανάπτυξης της ιχθυοκαλλιέργειας ό υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Λευτέρης Αυγενάκης, είπε ότι η Ελλάδα εκπληρώνει μια σειρά ευρωπαϊκών περιβαλλοντικών στόχων και:
- Διασφαλίζει πρότυπα βιώσιμης κατανάλωσης και παραγωγής.
- Αναλαμβάνει άμεση δράση για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής και των επιπτώσεών της.
- Διατηρεί και χρησιμοποιεί με βιώσιμο τρόπο τις θάλασσες και τους θαλάσσιους πόρους προς την κατεύθυνση της βιώσιμης ανάπτυξης.
Κελέτσης: «Κλάδος με μεγάλη δυναμική»
Στις προοπτικές και τα προβλήματα της Υδατοκαλλιέργειας αναφέρθηκε από την πλευρά του και ο υφυπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Σταύρος Κελέτσης.
Ο υφυπουργός ερωτώμενος για τη νέα πραγματικότητα μέσα στην οποία καλείται να λειτουργήσει ο κλάδος τόνισε ότι «η ιχθυοκαλλιέργεια – οστρακοκαλλιέργεια αποτελεί έναν δυναμικό κλάδο της ελληνικής οικονομίας. Στο παρελθόν απέκτησε και επέδειξε τεράστια δυναμική. Σήμερα αντιμετωπίζει κάποια προβλήματα – που έχουν να κάνουν κυρίως με τη ρευστότητα και τη λειτουργία της αγοράς- τα οποία ωστόσο πιστεύω ότι δεν είναι ανυπέρβλητα και γι αυτό εκτιμώ ότι ο κλάδος μπορεί να αποκτήσει νέα δυναμική και έχει μέλλον.
Το περίγραμμα της νέας πραγματικότητας περιλαμβάνει:
- Πρώτον τη νέα στρατηγική ανάπτυξης της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην Αλιεία, τη «Γαλάζια Ανάπτυξη» που υπηρετεί το στόχο της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας. Δηλαδή ισορροπία μεταξύ Προστασίας του θαλάσσιου περιβάλλοντος, εξασφάλιση επισιτιστικών πόρων και απασχόλησης με μικρό περιβαλλοντικό αποτύπωμα, άρα βιώσιμη (περιβαλλοντικά και οικονομικά) και κοινωνικά υπεύθυνη υδατοκαλλιέργεια.
- Την κλιματική αλλαγή και τις συνέπειές της. Η θαλάσσια υδατοκαλλιέργεια είναι εκτεθειμένη σε ακραία καιρικά φαινόμενα και κινδύνους που σχετίζονται με το κλίμα και την κλιματική αλλαγή. Θα πρέπει ο κλάδος να προσαρμοστεί στην αβεβαιότητα και τους κινδύνους της κλιματικής αλλαγής μέσω δράσεων που θα μετριάζουν τις αρνητικές επιπτώσεις.
- Τη νέα οικονομική πραγματικότητα και τις συνθήκες ανταγωνισμού αλλά και ανθεκτικότητα και προσαρμογή στις νέες αυτές δυσκολότερες συνθήκες. Χρειάζεται επένδυση στην γνώση, μεταφορά τεχνολογίας, διαφοροποίηση στο προϊόν σε σχέση με άλλες χώρες και βελτίωση της υψηλής ποιότητας που ήδη διαθέτουμε. Πρέπει επίσης, να προχωρήσουμε στην ίδρυση των ΠΟΑΥ μέχρι το τέλος του 2024 (ΥΠΕΝ). Απαιτείται επιπλέον καλύτερη οργάνωση των παραγωγών, ανάπτυξη νέων οργανωμένων στρατηγικών μάρκετινγκ, συνεργασία στους τομείς της μεταποίησης, διανομής και εμπορίας για μείωση του κόστους, επέκταση σε πολλά νέα προϊόντα (όπως παραγωγή ζωοτροφών, βιοκαυσίμων, καλλυντικών) αλλά και σε νέα πεδία όπως ο αλιευτικός τουρισμός.
- Τέλος, την αντιμετώπιση της αμφισβήτησης και της καχυποψίας σχετικά με τις συνέπειες της λειτουργίας μονάδων υδατοκαλλιέργειας αλλά και της ποιότητας των προϊόντων, που γεννά ένα ζήτημα κοινωνικής αποδοχής από τις τοπικές κοινωνίες, το οποίο βασίζεται σε μύθους και όχι στην πραγματικότητα. Αυτά πρέπει να αντιμετωπιστούν οργανωμένα, με επιχειρήματα και ειδικές καμπάνιες. Έχουμε χρέος όλοι, και εμείς ως Πολιτεία και Υπουργείο αλλά και οι άνθρωποι που υπηρετούν τον κλάδο, να συντονιστούμε, να συνεργαστούμε για να αλλάξουμε αυτή την εικόνα”.
Eρευνητικό πρόγραμμα για το περιβαλλοντικό αποτύπωμα
Η επιστημονική διευθύντρια της ΕΛΟΠΥ, Κατερίνα Λύτρα τόνισε ότι «απασχολεί όλο το πάνελ και τους συμπολίτες μας το θέμα αποτυπώματος των ιχθυοκαλλιεργειών στο περιβάλλον είτε αυτό είναι θάλασσα είτε αέρας. Για αυτό και η ΕΛΟΠΥ χρηματοδότησε ένα πρόγραμμα ερευνητικό με το Πανεπιστήμιο της Πάτρας, το οποίο έχει ολοκληρωθεί εδώ και ενάμιση χρόνο περίπου όπου έγινε ανάλυση κύκλου ζωής, δηλαδή εκτίμηση των συνεπειών στο περιβάλλον, που σχετίζονται με τη διάρκεια ζωής του προϊόντος, με σκοπό την ποσοτικοποίηση της περιβαλλοντικής υποβάθμισης, εφόσον γίνεται. Βρήκαμε ότι το αποτύπωμα του άνθρακα σε μια κλίμακα μέχρι το 20, ενώ στα μηρυκαστικά είναι στο 20 στα δικά μας ψάρια είναι στο 2,5.»
Ο Λεωνίδας Παπαχαρίσης, Business development expert της ΕΛΟΠΥ ανέφερε ότι, «όσο και αν ακούγεται ρηξικέλευθο, θα βοηθούσε πραγματικά να εξειδικευθεί η νομοθεσία που σχετίζεται με την ευζωία γιατί αυτή τη στιγμή στην πραγματικότητα ενώ υλοποιούμε και η δραστηριότητα μας περιορίζεται από υπάρχουσα νομοθεσία που σχετίζεται πραγματικά με την ευζωία, δεν μπορούμε να επικαλεστούμε επίσημα ότι έχουμε μια ξεκάθαρη νομοθεσία που την ακολουθούμε και πετυχαίνει τους στόχους. Οι παραγωγοί έχουν αναγνωρίσει ότι τα ψάρια είναι ενσυναίσθητα ζώα, ότι θα πρέπει να προσαρμόζουν και να προσαρμόζονται οι παραγωγικές τους διαδικασίες και στις ανάγκες ευζωίας των ψαριών. Είναι σχετιζόμενη η ευζωία με την ποιότητα των ψαριών που προσφέρουμε και με την τεχνική αποτελεσματικότητα των μονάδων παραγωγής».