Ολλανδία: Σκάνδαλο με τις γεννήσεις αγελάδων σε χιλιάδες μονάδες γαλακτοπαραγωγής

ollandia-agelades

Σε καθεστώς περιορισμού έχουν ήδη τεθεί περισσότερες από 2.000 γαλακτοπαραγωγικές εκμεταλλεύσεις στην Ολλανδία, έχοντας κριθεί ένοχες για απάτες. Οι παράνομες ενέργειες είχαν επιτρέψει στους ιδιοκτήτες των μονάδων να παρακάμπτουν αυστηρές περικοπές στην παραγωγή, στο πλαίσιο των ισχυουσών περιβαλλοντικών απαιτήσεων.

Συνολικά, στο μικροσκόπιο των αρχών ασφάλειας τροφίμων της Ολλανδίας έχουν μπει 7.700 από τις 23.300 μονάδες γαλακτοπαραγωγής της χώρας, με την κατηγορία της πλαστογράφησης των μητρώων του ζωικού τους κεφαλαίου.

Σε αρκετές περιπτώσεις, οι κτηνοτρόφοι συνήθιζαν να αποδίδουν ψευδώς πολυάριθμες γεννήσεις μοσχαριών σε έναν αρκετά περιορισμένο αριθμό αγελάδων, προφασιζόμενοι ότι τα μοσχάρια αυτά είχαν προκύψει ως αποτέλεσμα πολλαπλών γεννήσεων – εννοώντας ότι οι αγελάδες είχαν γεννήσει δίδυμα ή τρίδυμα. Βέβαια, αυτή η ασυνήθιστη αύξηση στις αναφορές των πολλαπλών γεννήσεων ήταν το στοιχείο που γέννησε υποψίες στις ολλανδικές αρχές.

Δεδομένου ότι μια αγελάδα αρχίζει να παράγει γάλα μετά τον τοκετό, όλα τα ζώα που γεννούν πρέπει να αναφέρονται ως γαλακτοπαραγωγικές αγελάδες, οι οποίες αντιπροσωπεύουν μία μονάδα ζωικού κεφαλαίου. Αντ’ αυτού, μερικές από τις εν λόγω αγελάδες καταγράφηκαν ψευδώς ως δαμαλίδες –δηλαδή νεαρές αγελάδες που δεν έχουν συλλάβει ακόμα μόσχους–, καθώς αυτές αντιπροσωπεύουν μόνο μισή μονάδα ζωικού κεφαλαίου.

Το κίνητρο της απάτης απορρέει από τους νέους περιβαλλοντικούς κανονισμούς της ΕΕ για το φωσφορικό άλας. Από το 2017, οι κτηνοτρόφοι υποχρεούνται να μειώσουν τον όγκο του ζωικού τους κεφαλαίου, ώστε να ανταποκρίνεται στον στόχο μείωσης των εκπομπών της συγκεκριμένης ουσίας, η οποία είναι ένα από τα βασικά συστατικά της ζωικής κοπριάς. Παραποιώντας την πραγματικότητα, οι κτηνοτρόφοι εμφάνιζαν το ζωικό τους κεφάλαιο μικρότερο από ό,τι πραγματικά ήταν, προκειμένου να συνάδει εικονικά με τους κανονισμούς.

Η υπουργός Γεωργίας της Ολλανδίας, Carola Schouten, χαρακτήρισε τις εν λόγω απάτες «απαράδεκτες». Όπως υπέδειξε, οι επιχειρήσεις που θα κριθούν ένοχες θα δουν τις πληρωμές τους στο πλαίσιο της ΚΑΠ να μειώνονται, ενώ θα τους επιβληθεί επιπρόσθετη φορολογία. Την ίδια στιγμή, οι δημόσιες αρχές επεξεργάζονται το ενδεχόμενο να ξεκινήσουν ποινικές διαδικασίες κατά των υπευθύνων.