Στη σοφία των Ίνκας στρέφονται οι επιστήμονες για τη γονιμότητα των εδαφών

Έρευνες και πειράματα για μια καινοτόμο μέθοδο που προέρχεται, όμως, από τη σοφία των ξένων αρχαίων πολιτισμών και η οποία εκμεταλλεύεται τις ιδιότητες των μικροοργανισμών για τη σημαντική βελτίωση της γονιμότητας του εδάφους, πραγματοποιούν τα τελευταία χρόνια επιστήμονες σε διεθνές, αλλά και ελληνικό επίπεδο.

Αυτό που μελετάται είναι το κληροδότημα των Ίνκας και η μεγάλη γνώση τους για τη γη και την καλλιέργεια των φυτών, η οποία, όμως, δεν υπάρχει σε γραπτές μαρτυρίες, ώστε να μπορέσει να εφαρμοστεί. Ο καθηγητής Γεωπονίας στο ΑΠΘ, Γεώργιος Δαουτόπουλος, πραγματοποιεί από πλευράς του πειράματα βασισμένα στη μέθοδο αυτή και η οποία αξιοποιεί τις ιδιότητες των μικροοργανισμών του εδάφους, με τα παράγωγα της αποσύνθεσης να είναι ωφέλιμα για άλλα φυτά και βοηθά στη βελτίωση της γονιμότητα του εδάφους. «Οι άνθρωποι εκείνη την εποχή έλυσαν μερικά από τα πιο δύσκολα προβλήματα που αντιμετωπίζουν σήμερα οι σύγχρονες κοινωνίες: το πρόβλημα της διάθεσης των αποβλήτων και των ακαθαρσιών.

Αυτοί τα μετέτρεπαν σε μια οργανική ουσία, η οποία πήγαινε στα χωράφια τους και αύξανε τις αποδόσεις για τα δεδομένα της ζούγκλας του Αμαζονίου κατά 800%», τονίζει ο κ. Δαουτόπουλος. Όπως εξηγεί, οι άνθρωποι στον Αμαζόνιο έκαιγαν μια ποσότητα ξύλων και τη μετέτρεπαν σε κάρβουνο.

Το κάρβουνο το χρησιμοποιούσαν στις εστίες για το φαγητό τους, ενώ συγχρόνως το έκαναν σκόνη και εκεί πάνω έριχναν ακαθαρσίες ζώων και ανθρώπων και απορρίμματα, εμπλουτίζοντας το έδαφος με μικροοργανισμούς. «Οι άνθρωποι εκείνης της εποχής είχαν καταφέρει από μικρές εκτάσεις γης να παράγουν πολλαπλάσιες ποσότητες τροφής.

Κι αυτό προσπαθούμε να αντιγράψουμε εμείς, η επιστημονική κοινότητα, και να δούμε ποιο ήταν το μυστικό, χωρίς όμως να διαθέτουμε κάποια γραπτή μαρτυρία», σημειώνει ο καθηγητής και καταλήγει οι κλιματικές συνθήκες στην περιοχή έχουν ως αποτέλεσμα η οργανική ουσία να καίγεται και οι πολλές βροχές να ξεπλένουν τα εδάφη, για αυτό και η παγκόσμια κοινότητα αντιτίθεται στη μετατροπή του Αμαζονίου σε καλλιεργούμενες γαίες, αφού μετά από δύο με τρία χρόνια τα χωράφια αυτά παύουν να είναι γόνιμα.