Στο στόχαστρο μεγάλων επενδυτικών εταιρειών οι αγροτικές εκτάσεις

Το ξεπούλημα της αγροτικής γης καλά κρατεί, και στην εποχή του κορωνοϊού η συγκεκριμένη τάση εξαπλώνεται επικίνδυνα. Η απειλή της χρεοκοπίας οδηγεί πλέον και με τη βούλα στο σφυρί την ουκρανική αγροτική γη, ενώ στην παγκόσμια σφαίρα ενδεικτικά είναι τα παραδείγματα της βαλλόμενης από την πανδημία Βραζιλίας και της «κατακτημένης», από ξένες δυνάμεις, αγροτικής Αυστραλίας. Στη δοκιμαζόμενη από εμφύλιο πόλεμο Ουκρανία, η υγειονομική κρίση ήταν το τελευταίο καρφί στο φέρετρο μιας εξαιρετικά επιβαρυμένης οικονομίας. Όπως είχε αναδείξει στο πρόσφατο παρελθόν η «ΥΧ», η άμεση προοπτική άτακτης χρεοκοπίας έστρεψε την ουκρανική κυβέρνηση σε διεθνείς δανειστές, οι οποίοι της εξασφάλισαν με το αζημίωτο ένα πακέτο «σωτηρίας».

Τον Απρίλιο, ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντιμίρ Ζελέσκι έδωσε το πράσινο φως σε νομοσχέδιο που επιτρέπει την πώληση αγροτικών εκτάσεων στη χώρα, καταργώντας το μορατόριουμ που ίσχυε από το 2001 και προστάτευε τις γαίες από το ξεπούλημα. Το εν λόγω νομοσχέδιο αποτελεί μέρος μιας σειράς μεταρρυθμίσεων που έθεσε το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο ως προϋπόθεση για την απελευθέρωση ενός πακέτου δανείων που υπερβαίνει τα 7 δισ. ευρώ. Γνωστή για το άριστο σε ποιότητα «μαύρο» χώμα της, η Ουκρανία διαθέτει συνολικά 320 εκατομμύρια στρέμματα εύφορης γης, έκταση που ισοδυναμεί με το 1/3 όλων των καλλιεργήσιμων γαιών στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Για μια χώρα που είναι ο κορυφαίος εξαγωγέας ηλιελαίου στον κόσμο και ο έβδομος μεγαλύτερος εξαγωγέας σιταριού, οι πιέσεις για τις ανωτέρω μεταρρυθμίσεις καθοδηγούνται από πρωτοφανή ιδιοτελή κίνητρα.

«Ο στόχος είναι σαφώς να ευνοηθούν τα συμφέροντα των ιδιωτών επενδυτών και των δυτικών αγροτικών επιχειρήσεων. Τα διεθνή χρηματοπιστωτικά ιδρύματα έχουν μακρά ιστορία στο να συνδέουν τη βοήθειά τους με προϋποθέσεις μεταρρυθμίσεων και διαρθρωτικών μεταβολών, προκειμένου να προωθήσουν την ιδιωτικοποίηση και την απελευθέρωση των οικονομιών σε όλο τον κόσμο», τονίζει ο Frederic Mousseau, διευθυντής Πολιτικής στο Ινστιτούτο Oakland. «Ωστόσο, ο τρόπος με τον οποίο το ΔΝΤ έχει εκμεταλλευτεί την οικονομική δυσπραγία της Ουκρανίας για να αναγκάσει τη χώρα να διαθέσει τη γη της προς πώληση δεν έχει προηγούμενο στη σύγχρονη ιστορία».

Οι επενδύσεις απειλούν τη Βραζιλία

Στη Βραζιλία, η επενδυτική εταιρεία BrasilAgro έχει επεκτείνει τις εκμεταλλεύσεις της κατά 335.000 στρέμματα τους τελευταίους μήνες. Η αυτοφυής βλάστηση καλύπτει 119.150 στρέμματα αυτής της περιοχής και διατρέχει άμεσο κίνδυνο αποψίλωσης, εάν τα σχέδια της εταιρείας προχωρήσουν. Οι δύο πρόσφατες εξαγορές της, πάντως, δείχνουν ότι θα συνεχίσει να εφαρμόζει ένα επιθετικό επιχειρηματικό μοντέλο, που εστιάζει στην απόκτηση και στη μετατροπή της πολύτιμης σαβάνας σεράδο σε καλλιεργήσιμη γη.

Η BrasilAgro αναμένει ότι η παραγωγή σόγιας της θα αυξηθεί κατά 2,3% φέτος, ενώ σημειώνει ότι οι δραστηριότητές της δεν έχουν πληγεί σημαντικά από την πανδημία του κορωνοϊού. Στην τελευταία οικονομική έκθεσή της, η εταιρεία αναφέρει ότι τα έσοδα από τις δραστηριότητές της στη σόγια τους τελευταίους εννέα μήνες έχουν αυξηθεί κατά 68% σε ετήσια βάση.

Με αυτόν τον ρυθμό ανάπτυξης, ο τομέας της σόγιας θα συνεχίσει να συνδέεται με ολοένα και μεγαλύτερα ποσοστά αποψίλωσης των δασών στην αλυσίδα εφοδιασμού του. Το πολύ σημαντικό οικοσύστημα σεράδο, που αποτελεί την κύρια περιοχή καλλιέργειας της σόγιας, έχει σημειώσει αποκαρδιωτικά επίπεδα αποψίλωσης από το 2000.

Επενδυτική απόβαση στη γη της Αυστραλίας

Από ένα πολυσυλλεκτικό γκρουπ συνδέσμων και χωρών προέρχονται οι μεγάλοι βαρόνοι της γης στην Αυστραλία, οι οποίοι κατέχουν αγροτικές εκμεταλλεύσεις αξίας δισεκατομμυρίων ευρώ. Ανάμεσα σε αυτούς ξεχωρίζει ένας από τους μεγαλύτερους διαχειριστές επενδύσεων συνταξιοδοτικών ταμείων του Καναδά, ονόματι PSP Investments, ένα ταμείο ασφάλισης δασκάλων στη Νέα Υόρκη (TIAA), αλλά και μια αυστραλιανή επιχείρηση που δραστηριοποιείται στον χώρο των αγροτικών ακινήτων με τις «πλάτες» ενός ολλανδικού συνταξιοδοτικού ταμείου. Όπως αποκάλυψε η AgJournal, οι ανωτέρω όμιλοι κατέχουν συνολικά 63 εκατ. στρέμματα γεωργικής γης στην Αυστραλία, δηλαδή περίπου δύο φορές την έκταση της συνολικής καλλιεργούμενης γης της Ελλάδας. Το Ηνωμένο Βασίλειο είναι ο μεγαλύτερος ξένος επενδυτής στην αυστραλιανή αγροτική γη, κατέχοντας 102 εκατ. στρέμματα, ακολουθούμενο από την Κίνα με 92 εκατ. στρέμματα, ενώ έπονται οι ΗΠΑ, η Ολλανδία, οι Μπαχάμες και ο Καναδάς, με έκαστη χώρα να κατέχει τουλάχιστον 20 εκατ. στρέμματα. Κάτι τέτοιο πρακτικά σημαίνει ότι 526 εκατ. από τα συνολικά 3.850 εκατ. στρέμματα γεωργικής γης της Αυστραλίας ανήκουν σε ξένους επενδυτές, αντιπροσωπεύοντας το 13,6%.