Σύγχρονες τεχνικές εφαρμογής λιπασμάτων μειώνουν τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου

Νέα βήματα της ΕΕ για λιπάσματα φιλικότερα προς το περιβάλλον

Αισιόδοξα είναι τα νέα για τη µείωση των εκποµπών αερίων του θερµοκηπίου (εκτός CO2) και της αµµωνίας που σχετίζονται µε τον πρωτογενή τοµέα, αφού, σύµφωνα µε τα στοιχεία που φέρνει στο φως έκθεση της Κοµισιόν, έως το 2030 αναµένεται να καταγράψουν σηµαντική µείωση. Αυτό –σύµφωνα µε τα συµπεράσµατα της έρευνας– οφείλεται κυρίως στις σύγχρονες τεχνικές που χρησιµοποιούνται, οι οποίες µειώνουν τη χρήση των εισροών, όπως τα λιπάσµατα και βελτιώνουν την αποδοτικότητά τους.

Επίσης, η έκθεση, που αφορά την αγροτική ανάπτυξη της ΕΕ για την περίοδο 2017-2030, εξετάζει ακόµα την αναµενόµενη εξέλιξη περαιτέρω περιβαλλοντικών δεικτών, όπως οι ατµοσφαιρικοί ρύποι και το άζωτο.

Μείωση σε σύγκριση µε το 2008

Ειδικότερα, σύµφωνα µε την έκθεση της ΕΕ, οι συνολικές εκποµπές αερίων θερµοκηπίου (δηλαδή µεθανίου και οξειδίου του αζώτου) εκτός του CO2 από τη γεωργία αναµένεται να µειωθούν σηµαντικά έως το 2030 σε σύγκριση µε το 2008. Οι περισσότερες από αυτές προέρχονται άµεσα (σ.σ. κτηνοτροφικά υπολείµµατα –κοπριά) ή έµµεσα από τη ζωική παραγωγή, ένας τοµέας που θα είναι άµεσα υπεύθυνος για το 72% αυτών των εκποµπών το 2030. Επιπλέον, η συντριπτική πλειοψηφία των εκποµπών µεθανίου (85%) προέρχεται από τη διαδικασία της πέψης των µηρυκαστικών.

Επίσης, και οι εκποµπές αµµωνίας στην Ευρώπη που συνδέονται µε τη γεωργία αναµένεται να µειωθούν κατά περίπου 10% (από το 2008 έως το 2030). «Η ζωική και φυτική παραγωγή απελευθερώνει αµµωνία στην ατµόσφαιρα, µε ποσοστό άνω του 90% να συνδέεται µε τη γεωργία. Οι περισσότερες από τις εκποµπές αµµωνίας σχετίζονται µε τη διαχείριση της κοπριάς
–περίπου το 80%– και τη χρήση ανόργανων λιπασµάτων – περίπου 20%. Η απελευθέρωση αµµωνίας στην ατµόσφαιρα συνδυάζεται όµως και µε άλλες µορφές ρυπαντών του αέρα, συµβάλλοντας στον σχηµατισµό σωµατιδιακής ύλης µε ισχυρές αρνητικές επιπτώσεις στην ανθρώπινη υγεία», τονίζεται στην έκθεση.

Το σηµαντικό, ωστόσο, είναι πως αυτές οι µειώσεις θα λάβουν χώρα παράλληλα µε την αύξηση της παραγωγής κρέατος, γάλακτος και γαλακτοκοµικών προϊόντων. Αυτό δείχνει – όπως αναφέρουν τα στοιχεία– ότι η αποδοτικότητα της παραγωγής είναι ένας σηµαντικός παράγοντας για τη µείωση των εκποµπών, που «τρέχει» ταυτόχρονα µε τις µεταβολές στη σύνθεση του ζωικού κεφαλαίου (κοπάδια ζώων) και µε τα εξελιγµένα συστήµατα διαχείρισης υπολειµµάτων.

Κατά 2,6% χαµηλότερες και οι εκποµπές αζώτου

Σύµφωνα πάντα µε την ίδια έκθεση, το 2030, ο προβλεπόµενος µέσος όρος του πλεονάσµατος αζώτου στην ΕΕ αναµένεται να είναι κοντά στα 63 κιλά ανά εκτάριο, δηλαδή κατά 2,6% µειωµένο σε σχέση µε το 2008. Το πλεόνασµα αζώτου µιας εκµετάλλευσης είναι η ισορροπία µεταξύ εισροών και εκροών αζώτου από και προς την εκµετάλλευση.

Τα υψηλά επίπεδα πλεονάσµατος αζώτου επηρεάζουν την ατµόσφαιρα και τα υπόγεια ύδατα, οδηγώντας σε ρύπανση και µείωση της ποιότητας του νερού και του αέρα. «Η αναµενόµενη µείωση του πλεονάσµατος του αζώτου έως το 2030 οφείλεται στην προβλεπόµενη γενική αύξηση της αποδοτικότητας χρήσης αζώτου, αν και τα επίπεδα διαφέρουν σηµαντικά µεταξύ των µελών της ΕΕ. Σε περιοχές που αναµένεται µείωση του µεγέθους του ζωικού κεφαλαίου, το πλεόνασµα αζώτου θα µειωθεί σηµαντικά. Παροµοίως, αυξάνεται το µέσο πλεόνασµα αζώτου, όπου αυξάνεται ο αριθµός των ζώων», αναφέρει η Κοµισιόν.

Τέλος, στην έκθεση παρουσιάζονται προοπτικές και για επιµέρους τοµείς της πρωτογενούς παραγωγής, όπως οι αροτραίες καλλιέργειες, ο κρεατοπαραγωγικός και γαλακτοκοµικός κλάδος, καθώς και αυτός των οπωροκηπευτικών.