Θέλουμε «πράσινα» τρόφιμα, αλλά δεν ξέρουμε ούτε πού να τα βρούμε

Αποκαλυπτική η έρευνα της Ευρωπαϊκής Οργάνωσης Καταναλωτών για τις διατροφικές συνήθειες

«Είμαι διατεθειμένος να αλλάξω τη διατροφή μου για να μην επιβαρύνεται το περιβάλλον, αλλά… αυτά που τρώω εγώ δεν νομίζω ότι το επιβαρύνουν». Αυτό είναι το μάλλον εγωιστικό και αρκετά παράλογο συμπέρασμα πρόσφατης μεγάλης έρευνας που πραγματοποίησε η Ευρωπαϊκή Οργάνωση Καταναλωτών (BEUC) με την ΕΚΠΟΙΖΩ σε 11 χώρες της Ευρώπης. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι μεγαλύτερες επιπτώσεις στο περιβάλλον από τη μεριά των νοικοκυριών προκαλούνται από την κατανάλωση τροφίμων, ενώ η θέρμανση των κτηρίων και οι μετακινήσεις (κυρίως η χρήση του ιδιωτικού αυτοκινήτου) ακολουθούν.

Οι καταναλωτές φαίνεται να γνωρίζουν τις επιπτώσεις των διατροφικών συνηθειών στο περιβάλλον, αλλά υποτιμούν τον αντίκτυπο των δικών τους επιλογών. Ωστόσο, δύο στους τρεις ερωτώμενους δηλώνουν πρόθυμοι να αλλάξουν συνήθειες, όμως δυσκολεύονται λόγω της αυξημένης τιμής των «φιλικών» προς το περιβάλλον προϊόντων, αλλά και της έλλειψης γνώσης και επιλογών σε ποικιλία. Ειδικά στην Ελλάδα οι καταναλωτές δηλώνουν ότι δεν προτιμούν τα «καλά» για το περιβάλλον προϊόντα λόγω έλλειψης πληροφόρησης (το 69,5%), ακριβών τιμών (το 49,2%), αδυναμίας να τα βρουν/εντοπίσουν (το 41,4%) ή απουσίας σαφούς ένδειξης στην ετικέτα (το 24,4%).

Την ίδια στιγμή, πάνω από το 40% των Ευρωπαίων πολιτών που συμμετείχαν στην έρευνα δηλώνουν ότι είτε έχουν σταματήσει να τρώνε κόκκινο κρέας είτε το έχουν περιορίσει λόγω της αγωνίας τους για το περιβάλλον. Επιπλέον, το 84% πιστεύει ότι οι κυβερνήσεις δεν κάνουν αρκετά για να προωθήσουν τη βιώσιμη διατροφή.

Τι πιστεύουν οι Έλληνες

Στις έντεκα χώρες που διεξήχθη η έρευνα, η πλειονότητα των καταναλωτών:

✱ Συμφωνεί με την υποχρεωτική αναγραφή πληροφοριών αειφορικού χαρακτήρα στην ετικέτα των τροφίμων. Το υψηλότερο ποσοστό αποδοχής σημειώνεται στην Αυστρία με 68,0%, ενώ το χαμηλότερο στην Ολλανδία, με 43,2%. Στην Ελλάδα, το ποσοστό είναι 61,3%.

✱ Συμφωνεί με την επιβολή αυστηρότερων περιβαλλοντικών προδιαγραφών στους αγρότες. Το υψηλότερο ποσοστό αποδοχής σημειώνεται στην Ιταλία με 54,5% και το χαμηλότερο στη Σλοβακία με 39,2%. Εξαίρεση αποτελούν Βέλγιο και Ολλανδία με ποσοστά αποδοχής 28,9% και 20,9% αντιστοίχως. Στην Ελλάδα, το ποσοστό είναι 40,8%.

✱ Συμφωνεί με την παροχή κινήτρων στους αγρότες για πιο αειφορική παραγωγή τροφίμων. Το υψηλότερο ποσοστό αποδοχής σημειώνεται στη Σλοβενία με 63,4% και το χαμηλότερο στην Ολλανδία με 37%. Στη χώρα μας είναι 60,6%.

✱ Διαφωνεί με την υψηλότερη φορολόγηση και, επομένως, την ακριβότερη τιμή των τροφίμων που επιβαρύνουν περισσότερο το περιβάλλον. Το υψηλότερο ποσοστό σημειώνεται στην Ελλάδα, με 60,1%, ενώ το χαμηλότερο στην Ιταλία, με 34,5%. Διαφωνεί, επίσης, με την απόσυρσή τους από τα ράφια, με το υψηλότερο ποσοστό εδώ να σημειώνεται στη Λιθουανία με 58,6% και το χαμηλότερο στην Ιταλία με 35,1%. Στη χώρα μας, διαφωνεί το 40,3%.

✱ Διαφωνεί με την άποψη ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν θα έπρεπε να είναι πιο ενεργητική, όσον αφορά τις βιώσιμες πολιτικές για τα τρόφιμα, εκτός εάν άλλες χώρες, όπως η Κίνα ή οι ΗΠΑ, κάνουν το ίδιο. Το υψηλότερο ποσοστό σημειώνεται στη Γερμανία με 64,1% και το χαμηλότερο στην Ολλανδία με 41,1%. Στη χώρα μας, είναι 57,8%. Αυτό το εύρημα υποδηλώνει υψηλές προσδοκίες και απαίτηση των πολιτών από την ΕΕ να δρα πρωτοποριακά και συντονισμένα.

Τα «ναι» και τα «όχι»

Μεγάλο ποσοστό των ερωτώμενων δέχεται να αντικαταστήσει την κατανάλωση κόκκινου κρέατος με φυτικής προέλευσης τρόφιμα, όπως όσπρια. Το υψηλότερο ποσοστό αποδοχής σημειώνεται στην Ιταλία, με 75,1%, και το χαμηλότερο στη χώρα μας, με 49,1%.

Αρνείται, όμως, να αντικαταστήσει την κατανάλωση κόκκινου κρέατος ως εναλλακτική πηγή πρωτεϊνών με:

✱ Έντομα και παράγωγά τους. Το υψηλότερο ποσοστό άρνησης σημειώνεται στην Ελλάδα με 85,7% και το χαμηλότερο με 65,5% στην Ιταλία.

✱ Κρέας παρασκευασμένο στο εργαστήριο (από καλλιέργεια κυττάρων). Το υψηλότερο ποσοστό άρνησης σημειώνεται στη Σλοβακία, με 79,3%, και το χαμηλότερο στην Ολλανδία, με 54,2%. Στην Ελλάδα είναι 74,5%.

✱ Φυτικά υποκατάστατα του κρέατος, παρασκευασμένα μόνο από συστατικά που δεν περιέχουν Γενετικά Τροποποιημένους Οργανισμούς (μεταλλαγμένα). Το υψηλότερο ποσοστό άρνησης σημειώνεται στη Σλοβακία, με 55,7%, και το χαμηλότερο στην Πορτογαλία, με 27%. Στην Ελλάδα, το ποσοστό αυτό είναι 42,5%.

✱ Φυτικά υποκατάστατα του κρέατος, παρασκευασμένα από συστατικά που περιέχουν Γενετικά Τροποποιημένους Οργανισμούς. Το υψηλότερο ποσοστό άρνησης σημειώνεται στη χώρα μας, με 82,3%, ενώ το χαμηλότερο στην Ολλανδία, με 54,4%.