Χωρίς πυξίδα στη νέα συλλεκτική περίοδο οι ελαιοπαραγωγοί της Φθιώτιδας

Μπορεί οι καιρικές συνθήκες να πηγαίνουν πίσω τη συλλογή της ποικιλίας Καλαμών, τα προβλήματα όμως των παραγωγών καθημερινά μεγαλώνουν. Τέτοια εποχή, τα προηγούμενα χρόνια, σχεδόν το σύνολο της παραγωγής είχε πωληθεί και οι ελαιοπαραγωγοί προετοιμάζονταν για το ξεκίνημα της νέας συλλεκτικής περιόδου.

Σήμερα, όμως, οι ελιές παραμένουν μέσα στις κάδες και οι περισσότεροι έχουν εναποθέσει τις ελπίδες τους στην πολιτεία. Με πιέσεις και παραστάσεις στην πολιτική ηγεσία του ΥΠΑΑΤ, πιστεύουν ότι μπορεί να αλλάξει το κλίμα και να αντιμετωπιστούν τα αίτια της πτώσης των τιμών και κατ’ επέκταση η μείωση του εισοδήματος.

Σύμφωνα με τον Χαράλαμπο Κυπραίο, ελαιοπαραγωγό από τον Μεγαπλάτανο Λοκρίδας, η κατάσταση δυσκολεύει ακόμη περισσότερο. «Οι εμπορικές πράξεις που έχουν πραγματοποιηθεί το τελευταίο διάστημα είναι ελάχιστες σε σύγκριση με αυτές του παρελθόντος. Αν σε αυτό το πεδίο προσθέσουμε και τις χαμηλές τιμές των 60 έως 70 λεπτών για το 200άρι, μιλάμε για ένα άσχημο σενάριο για το επόμενο διάστημα», σημειώνει.

Μειωμένα τα εργατικά χέρια

Σύμφωνα με τον κ. Kυπραίο, σημαντικό πρόβλημα θα προκύψει και από την έλλειψη εργατικών χεριών για τη συλλογή της ελιάς: «Με πολλές δυσκολίες κατάφερα να βρω έξι εργάτες για να καλύψω τις ανάγκες μου για την τρέχουσα συλλεκτική περίοδο. Το ίδιο πρόβλημα με μένα αντιμετωπίζουν πολλοί συνάδελφοι και προσπαθούν από μόνοι τους να βρουν λύσεις», αναφέρει. Μπορεί οι εξελίξεις αυτές να επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό την παραγωγή της περιοχής, όμως οι αγρότες δεν κάθονται με σταυρωμένα χέρια. Προσπαθούν να δημιουργήσουν Ομάδες Παραγωγών, για τις οποίες μέχρι και χθες δεν ήθελαν να ακούσουν κουβέντα.

Παράλληλα, επιδιώκουν, σε συνεργασία με το υπουργείο, μία συνάντηση παραγωγών και εμπόρων για την εξεύρεση λύσης στο πρόβλημα της διάθεσης της ποικιλίας Καλαμών. Μεταξύ των άλλων προτάσεων επικεντρώνουν το ενδιαφέρον τους στη δημιουργία μιας ψηφιακής πλατφόρμας, στην οποία θα δηλώνεται η παραγωγή.

Τέλος, στο τραπέζι της συζήτησης μπαίνει και το θέμα απόκτησης χαρακτηρισμού της ποικιλίας ως προϊόν γεωγραφικής ενδείξεως, ώστε μέσα από αυτήν τη διαδικασία να επιτευχθεί καλύτερος έλεγχος.