Τα υποθηκευμένα ακίνητα δένουν τα χέρια της ΕΑΣ Ζακύνθου

Αποδέσμευση περιουσίας για να ξεπληρώσει τα χρέη της ζητά η Ένωση στα δικαστήρια με την Pqh

Εναν ιδιότυπο οικονομικό στραγγαλισμό που όχι μόνο ναρκοθετεί τις αναπτυξιακές προσπάθειες των τελευταίων ετών, αλλά πλέον συνιστά άμεση απειλή για την επιβίωσή της, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τους 2.000 παραγωγούς-μέλη της, αλλά και την αγροτική οικονομία του νησιού, βιώνει η ΕΑΣ Ζακύνθου.

O πρόεδρος της ΕΑΣ Ζακύνθου, Διονύσης Βερτζάγιας

Στον πυρήνα της οικονομικής δυστοκίας της Ένωσης βρίσκονται τα δανειακά βάρη από την πρώην ΑΤΕbank, η διευθέτηση των οποίων, παρά τις απόπειρες συνεννόησης τόσο με τις κυβερνήσεις των τελευταίων ετών όσο και με τους εκκαθαριστές της πρώην Αγροτικής, βρίσκεται στον αέρα.

«Για την ακρίβεια, το πρόβλημα έγκειται περισσότερο στις επιβαρύνσεις, δηλαδή στα πανωτόκια των συγκεκριμένων δανείων και λιγότερο στο κεφάλαιο αυτό καθαυτό», αναφέρει στην «ΥΧ» ο πρόεδρος της ΕΑΣ Ζακύνθου, Διονύσης Βερτζάγιας.

Όπως ο ίδιος προσθέτει, οι οφειλές αυτές άρχισαν να «μαζεύονται» πριν από την έναρξη της νέας χιλιετίας και το μεγαλύτερο μέρος τους έχει να κάνει με την «κοινωνική πολιτική», την οποία πολύ συχνά καλούνταν να κάνουν οι συνεταιρισμοί, συνεπεία του εναγκαλισμού τους με τα κόμματα.

Ο κ. Βερτζάγιας αναφέρει χαρακτηριστικά τις αγορές σταφίδας ή κρασιού που πραγματοποίησε η Ένωση, σε περιόδους κρίσεων, καθώς και την εμπλοκή με την αλήστου μνήμης ΣΥΝΕΛ (Συνεταιριστική Εταιρεία Λιπασμάτων), ενέργειες και δραστηριότητες που σχεδόν κάθε φορά άφησαν πίσω τους «τρύπες», οι οποίες έπρεπε να καλυφθούν με –νέες– τραπεζικές χρηματοδοτήσεις.

«Πρακτικά, ωθούμασταν να πάρουμε δάνεια, όχι μόνο εις γνώση, αλλά υπό τις ευλογίες των εκάστοτε υπουργών Γεωργίας και Οικονομικών. Αυτά τα δάνεια τα αποπληρώναμε μεν ως προς το αρχικό κεφάλαιο, ωστόσο έμεναν πίσω κάποιοι τόκοι», σημειώνει ο κ. Βερτζάγιας. Μέχρι το 2012, υπήρχε μια συνεννόηση με την Αγροτική Τράπεζα, η οποία καθιστούσε δυνατή τη μετακύλιση των υποχρεώσεων, δίνοντας ανάσα και, ταυτόχρονα, ευχέρεια κινήσεων στη συνεταιριστική οργάνωση.

Τα πάντα, ωστόσο, άλλαξαν με την πώληση της ΑΤΕbank, καθώς το χρέος της ΕΑΣ Ζακύνθου εντάχθηκε στον πυλώνα των «κόκκινων» δανείων που πέρασε στη διαχείριση του εκκαθαριστή της τράπεζας (Ν. Μαράντος). Από την πρώτη αυτή εκκαθάριση προέκυψε μια οφειλή 2,9 εκατ. ευρώ, η οποία, σύμφωνα με τον κ. Βερτζάγια, προερχόταν εξ ολοκλήρου από πανωτόκια.

Αβγατίζουν οι τόκοι

Ακολούθησαν κάποιες διαβουλεύσεις για μια φόρμουλα που θα επέτρεπε την απομείωση και, εν συνεχεία, την τμηματική αποπληρωμή της εναπομένουσας οφειλής, οι οποίες όμως δεν κατέληξαν πουθενά. «Στην ουσία, δεν μας έγινε ποτέ μια επίσημη πρόταση πάνω στην οποία να μπορούμε να συζητήσουμε. Έμενε πάντα μια εκκρεμότητα», εξηγεί ο κ. Βερτζάγιας. Αυτή η εκκρεμότητα μεταφέρθηκε το 2016 στην Pqh, η οποία ανέλαβε την εκκαθάριση του χαρτοφυλακίου «κόκκινων» δανείων της πρώην Αγροτικής. Η αλλαγή αυτή, ωστόσο, δεν επηρέασε τους τόκους, οι οποίοι συνέχιζαν να συσσωρεύονται με… καταιγιστικούς ρυθμούς.

«Από τις καταστάσεις που ζητήσαμε και λάβαμε πρόσφατα, διαπιστώσαμε ότι από το 2012 και μετά χρεωνόμασταν με ένα ποσό της τάξης των 600.000-700.000 ευρώ ετησίως, όλα πανωτόκια τα οποία μετατράπηκαν σε κεφάλαιο», σχολιάζει ο πρόεδρος της ΕΑΣ Ζακύνθου. Κάπως έτσι, προσθέτει, η αρχική οφειλή των 2,9 εκατ. ευρώ έφτασε σήμερα να αγγίζει τα 8 εκατ. ευρώ (7,971 εκατ. ευρώ, για την ακρίβεια).

Σε όλο αυτό το διάστημα, όπως σημειώνει ο κ. Βερτζάγιας, οι εκκαθαριστές συνέχισαν να εισπράττουν κανονικά περί τα 180.000 ευρώ σε ετήσια βάση από ενοίκια που είχαν εκχωρηθεί από την Ένωση στην Αγροτική Τράπεζα και, εν συνεχεία, «πέρασαν» στην κατοχή τους. «Στο σύνολο της δεκαετίας, έλαβαν ένα ποσό της τάξης του 1,5 εκατ. ευρώ, το οποίο όμως δεν ‘‘φαίνεται’’ πουθενά, ούτε βέβαια έχει χρησιμοποιηθεί για να μειωθεί η συνολική οφειλή μας», υπογραμμίζει.

«Σαν να μη θέλουν τα λεφτά μας»

Για τα τραπεζικά της χρέη η Ένωση έχει ήδη προσφύγει στα δικαστήρια, προσβλέποντας σε κάποιον λογικό, όπως τονίζει, συμβιβασμό. Για την αποδέσμευση της ακίνητης περιουσίας της είχαν γίνει σχετικές συζητήσεις με την προηγούμενη κυβέρνηση, το ζήτημα ωστόσο παρέμεινε ανοιχτό και θα επιδιωχθούν το αμέσως επόμενο διάστημα ραντεβού με τους νέους υπουργούς Αγροτικής Ανάπτυξης και Οικονομικών.

«Αυτήν τη στιγμή, δεν μπορούμε να κινηθούμε. Οι λογαριασμοί μας είναι δεσμευμένοι, δεν έχουμε ενημερότητα και αδυνατούμε να πληρώσουμε τους εργαζόμενούς μας. Αυτό που ζητάμε είναι να ‘‘ξεμπλοκάρουν’’ κάποια έστω από τα δεσμευμένα μας ακίνητα, ώστε να μπορέσουμε να τα πουλήσουμε και να ξεπληρώσουμε τις οφειλές μας, τουλάχιστον αυτές που αφορούν το Δημόσιο», δηλώνει ο κ. Βερτζάγιας.

«Παρακαλάμε να πληρώσουμε και φαίνεται σαν να μη θέλουν τα λεφτά μας», καταλήγει.

 

Πάνω από 20 εκατ. ευρώ η εμπορική αξία των ακινήτων

Μια λύση για την αποπληρωμή ή έστω την τακτοποίηση του υψηλού αυτού χρέους θα μπορούσε θεωρητικά να βρεθεί μέσα από την αξιοποίηση της ακίνητης περιουσίας της ΕΑΣ Ζακύνθου την οποία, σύμφωνα με τον κ. Βερτζάγια, η ίδια η Pqh αποτιμά στα 7,5 εκατ. ευρώ, όμως η πραγματική εμπορική της αξία ξεπερνά τα 20 εκατ. ευρώ.

Το δυστύχημα, ωστόσο, είναι ότι η περιουσία αυτή έχει υποθηκευθεί για τα δάνεια που λήφθηκαν από την ΑΤΕ. «Στην πράξη δηλαδή, η εκκαθαρίστρια εταιρεία είναι αυτήν τη στιγμή κατοχυρωμένη με την περιουσία αυτή, εισπράττει και τα ενοίκιά της κάθε χρόνο, επομένως έχει όλη την άνεση να τηρεί σκληρή στάση απέναντί μας και να μην μπαίνει σε οποιαδήποτε ουσιαστική συζήτηση», σημειώνει ο κ. Βερτζάγιας.

Για την ίδια την ΕΑΣ Ζακύνθου, ωστόσο, ο χρόνος που περνάει είναι πολύτιμος. «Έχουμε περιέλθει σε μια κατάσταση ασφυξίας. Πέραν των δανειακών βαρών, έχουμε και άλλες υποχρεώσεις, μεταξύ αυτών και απέναντι στο Δημόσιο, στο οποίο οφείλουμε περί το 1,5 εκατ. ευρώ από φόρους και εισφορές. Με δυο λόγια, δηλαδή, βρισκόμαστε στη δυσάρεστη όσο και περίεργη θέση να διαθέτουμε μια ακίνητη περιουσία που η αξία της υπερβαίνει τα χρέη μας, την οποία όμως δεν μπορούμε να τη χρησιμοποιήσουμε για να απελευθερωθούμε από αυτά», υπογραμμίζει ο κ. Βερτζάγιας.