Ε. Αργυροπούλου: Κλειδί της επιτυχίας ο συντονισμός δράσεων και παρεμβάσεων

Ε. Αργυροπούλου: Κλειδί της επιτυχίας ο συντονισμός δράσεων και παρεμβάσεων
Έφη Αργυροπούλου, Διευθύνουσα Σύμβουλος της AGRON

 «Χρειάζεται ο κατάλληλος συντονισμός δράσεων και παρεμβάσεων για τη γυναικεία επιχειρηματικότητα στον αγροτικό τομέα, με στόχο την εξοικείωση των γυναικών με τις νέες τεχνολογίες και τα προγράμματα εκπαίδευσης στη χρήση της τεχνολογίας». Αυτό τόνισε, μεταξύ άλλων, η Έφη Αργυροπούλου, διευθύνουσα σύμβουλος της Agron, τον τελευταίο χρόνο, μιας εταιρείας που δραστηριοποιείται στον τομέα των γεωπονικών υπηρεσιών, με στόχο τον συνδυασμό τεχνολογιών αιχμής στον αγροτικό τομέα.

Τα μηνύματα για τη γυναικεία επιχειρηματικότητα, όπως επεσήμανε, είναι αισιόδοξα, όσον αφορά το ενδιαφέρον που εκδηλώνεται από νέες γυναίκες να ξεφύγουν από ρόλους που ήταν γνωστοί ως παραδοσιακοί. «Οι γυναίκες γίνονται επιχειρηματίες, διότι έχουν την ανάγκη να βελτιώσουν την οικονομική τους κατάσταση, να ολοκληρωθούν μέσα από το επάγγελμά τους και τους ενδιαφέρει το συγκεκριμένο αντικείμενο εργασίας που επέλεξαν», είπε.

Για τη γυναίκα παραγωγό, υπογράμμισε ότι «η παραγωγός του μέλλοντος θα πρέπει να καταφέρει να πουλά όχι μόνο την παραγωγή της, αλλά ταυτόχρονα με τη χρήση τεχνολογίας να καταφέρει να πουλάει και τα δεδομένα της παραγωγής της. Αυτό θα δημιουργήσει μια αλυσίδα πληροφόρησης σε όλους όσοι εμπλέκονται στη διατροφική αλυσίδα, με τελικό αποδέκτη τον καταναλωτή».

Παράλληλα, υπογράμμισε τη σημασία να δοθούν ειδικά κίνητρα «σε δράσεις που ταιριάζουν με τοπικές ιδιαιτερότητες και αναπτυξιακές δυνατότητες, ώστε να μπορέσουν και να επιστρέψουν περισσότεροι νέοι στην ελληνική επαρχία, με συνδυασμό σύγχρονης τεχνολογίας και καινοτομικών δραστηριοτήτων». Ανέφερε το παράδειγμα οικογενειακών παραγωγών και κτηνοτροφικών μονάδων στην Ευρώπη, «όπου παρατηρείται η έντονη εκβιομηχάνισή τους, χρησιμοποιούν έξυπνα συστήματα ελέγχου, που βοηθούν να αυξήσουν την ασφάλεια και την ιχνηλασιμότητα των προϊόντων τους, αλλά και να δημιουργήσουν και μία προστιθέμενη αξία στις δραστηριότητές τους».

Σύμφωνα με έρευνες, το ποσοστό των γυναικών σε ανώτατες διοικητικές θέσεις είναι σταθερό και κυμαίνεται στο 25% με 27%. Αυτό, όπως είπε, «ουσιαστικά, αντανακλά μία δυσκολία παντρέματος του νέου τρόπου ευέλικτης εργασίας και πρακτικών και εξισορρόπησης της επαγγελματικής και προσωπικής ζωής των γυναικών. Παρ’ όλα αυτά, όμως, οι γυναίκες γίνονται επιχειρηματίες».

Όσον αφορά τα προβλήματα που συναντά η γυναικεία επιχειρηματικότητα, σύμφωνα με την ίδια, δεν διαφέρουν ανάλογα με το φύλο: «Υπάρχουν τα αντικειμενικά προβλήματα, δηλαδή ότι ένα στέλεχος καλείται να φέρει οικονομικά αποτελέσματα, να αυξήσει τη δραστηριότητα της επιχείρησής του, να αποδείξει ότι αξίζει τη θέση που έχει. Όλα αυτά, δυστυχώς, δεν εξαρτώνται μόνο από την ίδια, διότι είναι αλληλοσυνδεόμενα με την πολιτική κατάσταση της χώρας που ζει, τις γενικότερες συνθήκες που επικρατούν στην κοινωνία, το πολιτισμικό καθεστώς που υπάρχει».

Παρ’ όλα αυτά, τόνισε ότι «όλοι εμείς και οι γυναίκες συγκεκριμένα, καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε καθημερινά προβλήματα στη ζωή μας, τα οποία όμως δεν πρέπει να μας κρατούν πίσω από ό,τι μπορούμε να κατακτήσουμε. Είναι πρώτα θέμα μυαλού και να αντιμετωπίζεις τη ζωή με αισιοδοξία, γιατί προβλήματα πάντα υπήρχαν και πάντα θα υπάρχουν. Υπάρχουν ελπιδοφόρα μηνύματα και από τον χώρο, έτσι όπως τον βλέπω, καθώς εμφανίζεται μια προθυμία νέων γυναικών να αναλάβουν ηγετικούς ρόλους και να συμμετάσχουν σε αγροτικούς συνεταιρισμούς, οι οποίοι έχουν κάνει πολύ μικρή χρήση δανείων για επενδύσεις ή κεφάλαια κίνησης. Αυτό από μόνο του μπορεί να είναι ένα ελπιδοφόρο μήνυμα. Παράλληλα, όμως, θα πρέπει να πούμε ότι χρειάζεται και μια αλλαγή πολιτικής, διότι θα ήταν χρήσιμη μια γενικότερη κατεύθυνση αναστροφής παραδοσιακών προτύπων ως προς τη γυναικεία επιχειρηματικότητα».