Κουνούπι Τίγρης: Υπάρχει τρόπος αντιμετώπισης και είναι ευρωπαϊκός

Τσιμπάει την ημέρα και φωλιάζει σε μέρη που έχουν έστω και ελάχιστο νερό. Το γνωστό, πλέον κουνούπι τίγρης που ήρθε από την Ασία και μοιάζει πια να έχει εγκατασταθεί στην Ελλάδα, σαν στο σπίτι του, έχει εντελώς διαφορετικές συνήθειες από τα υπόλοιπα κουνούπια που γνωρίζαμε ως τώρα.
Η σοβαρή πιθανότητα να μεταφέρει κάποιες ασθένειες ήταν η αφορμή για να κατασκευάσουν οι επιστήμονες παγίδες παρακολούθησης του πληθυσμού του, αλλά και του πληθυσμού και των άλλων κουνουπιών, στο πλαίσιο του προγράμματος LIFE CONOPS.
Με τις συγκεκριμένες παγίδες μπορούν να έχουν στα χέρια τους ασφαλείς μετρήσεις για τις συνήθειες των εντόμων και να οργανώσουν καλύτερα σχέδια πρόληψης. «Το δύσκολο ήταν να φτιάξουμε τον συνδυασμό εντομολογικού – μηχανολογικού εξοπλισμού, ώστε να πηγαίνει το έντομο στις παγίδες. Τώρα έχουμε την τεχνογνωσία και, αλλάζοντας τις προδιαγραφές, θα μπορούσαμε να δημιουργήσουμε παγίδες και για άλλα έντομα, τις οποίες για παράδειγμα θα βγάλουμε στο χωράφι, ώστε να μελετήσουμε τις συνήθειες τους και να μπορέσουμε να τα αντιμετωπίσουμε» λέει ο ερευνητής του Εργαστηρίου Γεωργικής Εντομολογίας του Μπενάκειου Φυτοπαθολογικού Ινστιτούτου, δρ Αντώνης Μιχαηλάκης, συντονιστής του προγράμματος LIFE CONOPS. Στο πλαίσιο αυτού του προγράμματος, θα εγκατασταθούν 12 παγίδες – συσκευές παρακολούθησης των κουνουπιών, οι τέσσερις στην Ιταλία (Μπάρι, Παλέρμο, Ραβένα, Ροβερέτο) και οι οκτώ στην Ελλάδα, έως τον Μάιο του 2016.
Στην Ελλάδα, οι παγίδες θα μπουν στις «εισόδους» της χώρας, αφού τα κουνούπια χρησιμοποιούν ως μέσα μετακίνησης τους ανθρώπους και τα αγαθά που ταξιδεύουν από τόπο σε τόπο. «Τα έντομα ταξιδεύουν με τους ανθρώπους και τα αγαθά. Μετά, οι συνθήκες παίζουν ρόλο στο αν θα εγκατασταθούν σε ένα μέρος ή όχι.
Με αυτή την έννοια έχει σημασία η κλιματική αλλαγή που δημιουργεί ευνοϊκές συνθήκες για τα λεγόμενα χωροκατακτητικά έντομα, τους εισβολείς δηλαδή» λέει ο κ. Μιχαηλάκης. Τρεις, λοιπόν, παγίδες θα τοποθετηθούν στην Αθήνα (αεροδρόμιο «Ελευθέριος Βενιζέλος», λιμάνι Πειραιά, Μπενάκειο Ινστιτούτο), δύο στη Θεσσαλονίκη (λιμάνι και αεροδρόμιο), Πάτρα (λιμάνι), Χανιά (αεροδρόμιο) και Έβρο (τελωνείο). Στο LIFE CONOPS, συνολικού προϋπολογισμού περίπου 3 εκατ. ευρώ, από ελληνικής πλευράς συμμετέχουν το Μπενάκειο Φυτοπαθολογικό Ινστιτούτο (είναι ο συντονιστής του έργου), το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, ο «Δημόκριτος», το Ερευνητικό Πανεπιστημιακό Ινστιτούτο Αστικού Περιβάλλοντος και Ανθρώπινου Δυναμικού του Παντείου Πανεπιστημίου, καθώς και οι εταιρείες ONEX και Terra Nova.
Λειτουργία
Η συσκευή παρακολούθησης έχει ειδικές προσελκυστικές ουσίες (γαλακτικό οξύ και διοξείδιο του άνθρακα) και μπορεί να λειτουργήσει συνεχώς επί τουλάχιστον ένα μήνα. Διαθέτει ψυκτικό θάλαμο συντήρησης των παγιδευόμενων κουνουπιών σε μηδέν έως 4 βαθμούς Κελσίου (πράγμα σημαντικό για να μελετηθούν μετά από τους εντομολόγους αν είναι φορείς ασθενειών), καθώς και δικό της μετεωρολογικό σταθμό που καταγράφει τις κλιματολογικές συνθήκες του περιβάλλοντος (θερμοκρασία, υγρασία, ανέμους).
Έτσι οι επιστήμονες μπορούν να συσχετίσουν τις κλιματικές συνθήκες με την παρουσία των εντόμων. Επίσης, μέσω συστήματος απομακρυσμένης παρακολούθησης και ελέγχου, καθώς και της κινητής τηλεφωνίας, είναι δυνατό οι ερευνητές να προγραμματίζουν εξ αποστάσεως πότε θα κάνουν δειγματοληψίες, να παρακολουθούν συνεχώς τη λειτουργία της παγίδας και να παίρνουν ασφαλή επιστημονικά δεδομένα.
Ένα κουνούπι αλλιώτικο από τα άλλα
Το ασιατικό κουνούπι τίγρης (Aedes albopictus) είναι ένα κανονικό σε μέγεθος κουνούπι, με μήκος σώματος παρόμοιο με εκείνο του κοινού κουνουπιού Culex pipiens (5-6 mm). Όμως, το σώμα του είναι μαύρου χρώματος με λευκές περιοχές στον θώρακα, την κοιλιά και τα πόδια, για αυτό άλλωστε και ονομάστηκε κουνούπι τίγρης. Τα θηλυκά είναι επιθετικά και είναι αυτά που τσιμπούν συνήθως κατά τη διάρκεια της ημέρας, με το μέγιστο της δραστηριότητάς τους να παρατηρείται νωρίς το πρωί (06:00 με 08:00) και αργά το απόγευμα (16:00 με 18:00). Προτιμούν να τσιμπούν στους εξωτερικούς χώρους, στις περιοχές των αστραγάλων και των γονάτων.
Εκτός από τον άνθρωπο, τσιμπούν με ευκολία και άλλα θηλαστικά, ενώ περιστασιακά μπορούν να τραφούν και με αίμα πτηνών. Μετά από κάθε γεύμα αίματος, και αφού ωριμάσουν τα αυγά τους (χρειάζονται 2-3 ημέρες), τα θηλυκά αναζητούν κατάλληλες εστίες ανάπτυξης των προνυμφών τους. Τα αυγά συνήθως προσκολλώνται στα τοιχώματα των εστιών νερού και αντέχουν στην ξηρασία για αρκετούς μήνες. Οι προνύμφες, στη συνέχεια, αναπτύσσονται σε μικρές φυσικές ή τεχνητές συλλογές νερού: Σε κοιλότητες δένδρων ή βράχων, μικρά δοχεία που συγκρατούν νερό, βάζα, βαρέλια, παλιά ελαστικά αυτοκινήτων, πιατάκια γλαστρών, στέρνες, κουβάδες, βαρέλια, φρεάτια κ.ά. Αγαπούν τις θερμοκρασίες ανάμεσα στους 20-30 βαθμούς, γι’ αυτό και στην Ελλάδα δεν εντοπίζονται το καλοκαίρι. Τα θηλυκά, τα οποία και μας τσιμπούν, ζουν 4 με 8 εβδομάδες στο εργαστήριο, αλλά μπορεί να επιβιώσουν έως και έξι μήνες.