Αιγοπρόβειο γάλα: Προοπτική εκτόξευσης της τιµής παραγωγού στα νέα συµβόλαια

Προσοχή στις ισορροπίες της αγοράς συστήνουν οι… εγκρατείς

των Αντώνη Ανδρονικάκη, Νικολέτας Τζώρτζη, Γιάννη Σάρρου

Με τις πρώτες γέννες να έχουν ξεκινήσει, η συζήτηση για το πλαφόν όπου θα διαμορφωθούν οι τιμές στο πρόβειο και στο γίδινο γάλα για τη νέα σεζόν έχει αρχίσει να ζωηρεύει. Από τη μία, η άνοδος στην τιμή παραγωγού της επερχόμενης σεζόν θεωρείται δεδομένη από τους κτηνοτρόφους.

Τον τόνο και αυτήν τη φορά δίνουν οι συνεταιρισμοί και ιδιαίτερα οι γαλακτοπαραγωγικές περιοχές της Θεσσαλίας, που αυτή την περίοδο πληρώνονται σε τιμές έως και 1,40 ευρώ/κιλό για το πρόβειο. Από την άλλη, οι τυροκόμοι δηλώνουν ότι η αύξηση του κόστους παραγωγής έχει πλήξει και τη βιομηχανία εκτός από τους παραγωγούς, ενώ το φρένο στις πωλήσεις φέτας δημιουργεί την ανάγκη μιας συζήτησης με ρεαλισμό και σύμφωνα με τις τάσεις της αγοράς, με τις εξαγωγές να έχουν μειωθεί σε διψήφιο ποσοστό.

Πού θα κάτσει η μπίλια στα νέα συμβόλαια

Ήδη από τον περασμένο μήνα, η συνάντηση των κτηνοτρόφων στη Λάρισα έθεσε τον πήχη για την ερχόμενη σεζόν ως προς την τιμή παραγωγού στο γάλα. Η νεοσύστατη Πανελλήνια Ομάδα Παραγωγών Αιγοπρόβειου Γάλακτος έθεσε τον πήχη βιωσιμότητας στα 1,80 ευρώ/κιλό, υποστηρίζοντας ότι το κόστος παραγωγής αυτή την περίοδο βρίσκεται στα 1,65 ευρώ/κιλό. Η «ΥΧ» απευθύνθηκε σε κτηνοτρόφους, μεμονωμένους και συνεταιρισμένους, με το ερώτημα ποια είναι κατά τη γνώμη τους μια επιθυμητή και βιώσιμη τιμή για τους παραγωγούς.

Ο πρόεδρος του αρκαδικού συνεταιρισμού «Η Μαντινεία», Πάνος Κολιόπουλος, δήλωσε πως «η δική μας συμφωνία με τη Γαλάτεια ΙΚΕ λήγει τον ερχόμενο Οκτώβριο, επομένως εκτιμώ ότι οι πρώτες κουβέντες θα ξεκινήσουν από τον Σεπτέμβριο. Το γάλα των παραγωγών μας πληρώνεται από τον περασμένο Οκτώβριο στο 1,20. Προσωπικά ανήκω στους κτηνοτρόφους που ιδιοπαράγουν ζωοτροφές και καλύπτω τις ανάγκες μου σε ζωοτροφές κατά 60%. Ωστόσο, η μεγάλη αύξηση του κόστους αυτών, αλλά και της ηλεκτρικής ενέργειας, μου έχουν δημιουργήσει πίεση. Για παράδειγμα, αυτή την εβδομάδα ξεφόρτωσα φύραμα στα 56 λεπτά/κιλό. Αυτό περιλαμβάνει, πρωτεΐνη, καλαμπόκι, κριθάρι, πίτουρα, ισορροπιστές κ.ά. συστατικά. Τα καύσιμα έχουν επίσης ακριβύνει όπως ξέρουμε και αποτελούν σημαντική επιβάρυνση στο κόστος. Κατά τη γνώμη μου, η τιμή στο πρόβειο γάλα πρέπει να πάει στα 1,70 ευρώ/κιλό».

Με την ανωτέρω άποψη συντάσσεται και ο πρόεδρος του κτηνοτροφικού συνεταιρισμού Τυρνάβου, Αργύρης Μπαϊραχτάρης. Ο ίδιος μάς παρέπεμψε στην πρόσφατη συνάντηση των κτηνοτρόφων στη Λάρισα, ενώ προανήγγειλε και νέα πρωτοβουλία προσεχώς: «Μετά τον Δεκαπενταύγουστο και πιθανότατα στις αρχές Σεπτεμβρίου, θα γίνει νέα πανελλαδική συνάντηση αιγοπροβατοτρόφων, όπου θα τεθούν εκ νέου τα ζητήματα που απασχολούν τον κλάδο. Αν με ρωτάτε για την τιμή παραγωγού, ο ΣΕΚ έχει συγκεντρώσει στοιχεία και έχει οριοθετήσει το κόστος στα 1,65 ευρώ/κιλό. Επομένως, αν θεωρήσουμε ότι ο παραγωγός είναι θεμιτό να έχει και ένα κέρδος της τάξης του 15%, προκύπτει ότι με μια τιμή στα 1,80 ευρώ/κιλό μπορεί να είναι βιώσιμος».

Ο Στέφανος Γιώγκος από τη Δράμα είναι ένας από τους λιγοστούς κτηνοτρόφους κάτω των 30 ετών. Με 150 πρόβατα, σκέφτεται σοβαρά να εγκαταλείψει το επάγγελμα, λόγω της μη βιώσιμης κατάστασης, αλλά και της έλλειψης χρόνου ξεκούρασης, αφού όπως μας λέει έχει υποχρεωθεί να κάνει και δεύτερη δουλειά για να τα βγάλει πέρα: «Αν κρατήσουν αυτές οι τιμές στις ζωοτροφές, στην ενέργεια και στα καύσιμα, ένας κτηνοτρόφος για να κρατηθεί πρέπει να πουλά στα 1,80 το κιλό. Αυτήν τη στιγμή πληρώνομαι από τη La Farm στα 1,22 ευρώ. Πρόσφατα αγόρασα σόγια στα 72 λεπτά και καλαμπόκι 40 λεπτά το κιλό. Ελπίζουμε ότι όταν ξεκινήσουν τα αλώνια θα μπορεί ο κτηνοτρόφος να αγοράζει καλαμπόκι γύρω στα 28 λεπτά, για να πάρουμε μια μικρή ανάσα. Προσωπικά, και με την επιδείνωση του κόστους παραγωγής, σκέφτομαι να πουλήσω τα ζώα μου και να αποχωρήσω από το επάγγελμα».

Με μελανά χρώματα περιγράφουν οι κτηνοτρόφοι της Δυτικής Ελλάδας την κατάσταση που επικρατεί στον κλάδο τους, ακριβώς λόγω της σημαντικής αύξησης του κόστους παραγωγής. Σύμφωνα με τον κτηνοτρόφο από την Αμαλιάδα Ηλείας, Χρήστο Τσιχλιά, 1,50 ευρώ το κιλό θεωρείται μια καλή τιμή για τη διάθεση του πρόβειου γάλακτος, προκειμένου να αντιμετωπιστούν τα αυξημένα κόστη. «Μοναδική λύση αποτελεί κατά τη γνώμη μου η καθετοποιημένη παραγωγή. Σταβλίζουμε τα ζώα μας, παράγουμε τις δικές μας ζωοτροφές και ελέγχουμε όλα τα στάδια παραγωγής», τονίζει στην «ΥΧ» ο κτηνοτρόφος, ο οποίος διαθέτει 190 πρόβατα.

Ο Νίκος Κατσούλας, κτηνοτρόφος από τον Σταυρό Φθιώτιδας, δήλωσε ότι οι έμποροι θα πρέπει να κατανοήσουν την κατάσταση στην οποία βρίσκονται οι κτηνοτρόφοι. «Οι βιομηχανίες γάλακτος έχουν αντιληφθεί σε έναν βαθμό την κατάσταση που βρισκόμαστε σήμερα και άτυπα κλείνουν συμφωνίες με 1,4 ευρώ το κιλό για το πρόβειο. Η τιμή όμως αυτή δεν συμβαδίζει με το αυξημένο κόστος παραγωγής μας, γι’ αυτό επιμένουμε ότι η τιμή πρέπει να φτάσει τα 1,8 ευρώ, για να μπορέσουμε να καλύψουμε τις τρέχουσες ανάγκες μας».

O πρόεδρος του κτηνοτροφικού συλλόγου Φθιώτιδας, Θανάσης Ασπρουλάκης δήλωσε στην «ΥΧ»: «Δεν έχουν γίνει εμπορικές πράξεις στην τρέχουσα περίοδο, θα ξεκινήσουν από τον Σεπτέμβριο. Όμως, υπάρχει κινητικότητα από την πλευρά των εμπόρων για την αγορά γάλακτος λόγω των μειούμενων κτηνοτροφικών μονάδων». Καταλήγοντας, ανέφερε ότι υποστηρίζει σθεναρά την αύξηση της τιμής του γάλακτος στα 1,80 ευρώ το κιλό για το πρόβειο και στο 1,10 για το κατσικίσιο.

Δηλώσεις στην «ΥΧ» παραχώρησε και ο αιγοτρόφος από την Άρτα, Χαρίλαος Βασιλάκης. Ο ίδιος τόνισε ότι παρά τα νούμερα που ακούγονται, τόσο στα υφιστάμενα, όσο και στα επερχόμενα συμβόλαια, δεν θα πρέπει να ξεχνάμε και τους πολύ μικρούς κτηνοτρόφους, με λίγες δεκάδες ζώα, που αμείβονται σε χαμηλότερες τιμές. «Σε έναν παραγωγό με ετήσιο τονάζ πέντε τόνων, η τιμή παραγωγού στο πρόβειο φτάνει το 1 ευρώ/κιλό, ενώ για τον μικρό αιγοτρόφο δεν ξεπερνά τα 60 λεπτά.

Αν πάμε τώρα σε μεγαλύτερες ποσότητες, της τάξης των 30 – 40 τόνων για παράδειγμα, εκεί πράγματι φτάνουμε το 1,25 – 1,30 ευρώ/κιλό στο πρόβειο γάλα και πάνω από 75 λεπτά/κιλό στο γίδινο, με ανώτατη τιμή τα 80 λεπτά. Προσωπικά φέτος άλλαξα εταιρεία και μετακινήθηκα στον “Όλυμπο”, όπου και πληρώνομαι το γάλα μου στα 77 λεπτά/κιλό». Σύμφωνα με τον κ. Βασιλάκη, αυτή την περίοδο λίγοι αγοράζουν ζωοτροφές, γιατί ο κόσμος δεν έχει ρευστότητα. Αυτοί, παίρνουν το 40κιλο σακί καλαμπόκι στα 17,5-18 ευρώ (περίπου 45 λεπτά/κιλό) και το σακί κριθάρι στα 16 ευρώ (40 λεπτά/κιλό).

«Τα λεφτά είναι στις ζωοτροφές»

Ενδιαφέρουσα ήταν η τοποθέτηση στην «ΥΧ» προβατοτρόφου με 500 κεφάλια από την Αιτωλοακαρνανία, που θέλησε να διατηρήσει την ανωνυμία του. Όπως μας είπε, ο ίδιος παράγει τριφύλλι, καλαμπόκι και άλλα προϊόντα, καλύπτοντας σχεδόν το σύνολο των αναγκών της μονάδας του. Ωστόσο, σκέφτεται να στραφεί πιο εντατικά στην καλλιέργεια ζωοτροφών και να ελαττώσει την κτηνοτροφική του δραστηριότητα, καθώς αυτή την περίοδο «όποιος πουλάει ζωοτροφές, κερδίζει. Εμείς καλύπτουμε περίπου το 85% των αναγκών μας σε ζωοτροφές, για αυτό πουλάμε και κάποιες μικρές ποσότητες σε άλλους κτηνοτρόφους. Όπως έχει η κατάσταση θα λιγοστέψουμε τα ζώα για να πουλάμε ζωοτροφές, γιατί από εκεί βγάζεις χρήματα και όχι από την κτηνοτροφία».

Η ανωτέρω περίπτωση αποτελεί βέβαια εξαίρεση, καθώς λίγοι κτηνοτρόφοι έχουν δική τους γη ή καταφέρνουν να νοικιάζουν κάποια χωράφια για να καλύπτουν μέρος των αναγκών τους σε ζωοτροφές. Σύμφωνα με τον Σύνδεσμο Ελληνικής Κτηνοτροφίας (ΣΕΚ), θα πρέπει να δοθούν φορολογικά κίνητρα από την Πολιτεία ώστε να μπορούν οι κτηνοτρόφοι να νοικιάζουν γη και να καλλιεργούν πρωτεϊνούχα φυτά.

Μείωση τονάζ από 10% έως 30%

Σημαντική μείωση τόσο στα κοπάδια, όσο και στην παραγωγή γάλακτος των μονάδων, διαπιστώνουν οι παραγωγοί αιγοπρόβειου γάλακτος. Πρόκειται για εξέλιξη που αποδίδεται στην αδυναμία τους να αντεπεξέλθουν στο υψηλό κόστος παραγωγής και στην ανάγκη να εξορθολογίσουν τα κοπάδια τους και την παραγωγή τους. Ο Στέφανος Γιώγκος από τη Δράμα θεωρεί ότι η τιμή παραγωγού στο γάλα θα συνεχίσει να ανεβαίνει, όχι όμως λόγω της ανόδου της τιμής των ζωοτροφών, αλλά επειδή το γάλα λιγοστεύει: «Εκτιμώ ότι στις περιοχές της Δράμας και των Σερρών υπάρχει μια μείωση στο τονάζ έως και 30%. Αυτό φαίνεται και από το γεγονός ότι το βυτίο μεγάλης εταιρείας, μέχρι πέρσι ερχόταν να παραλάβει γάλα κάθε δύο μέρες. Από τον περασμένο Μάιο το φορτηγό έρχεται κάθε τρεις μέρες».

Από την πλευρά του, ο Χρήστος Τσιχλιάς εκτιμά πως το τονάζ στους παραγωγούς της Ηλείας έχει μειωθεί κατά 20%, καθώς πολλοί συνάδελφοί του δεν μπορούν να αντεπεξέλθουν στο κόστος και σφάζουν ζώα. «Αν αυτή η κατάσταση συνεχιστεί, τότε η μείωση θα ξεπεράσει το 40%», δηλώνει ο ίδιος. Ίδια είναι η κατάσταση που επικρατεί για τους αιγοτρόφους στην Αιτωλοακαρνανία. Σύμφωνα με τον πρόεδρο του Γαλακτοκομικού Συνεταιρισμού Θέρμου Αιτωλοακαρνανίας, Κώστα Μυζήθρα, ο οποίος διαθέτει 400 γίδια, η κτηνοτροφία διανύει μία από τις χειρότερες περιόδους της, όχι μόνο εξαιτίας του υψηλούς κόστους παραγωγής, αλλά και των επιθέσεων που δέχονται τα κοπάδια από τους λύκους. «Έχει μειωθεί σημαντικά το τονάζ του γάλακτος κατά 20% με 30%».

Αξίζει να αναφερθεί ότι σύμφωνα με τα στοιχεία του ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ, που βασίζονται σε δηλώσεις παραγωγής γάλακτος στο σύστημα ΑΡΤΕΜΙΣ, στο πρόβειο γάλα για το α’ πεντάμηνο του 2022 σε σχέση με το α’ πεντάμηνο του 2021 δεν προκύπτει κάποια ουσιαστική μείωση.

Ισορροπία και ρεαλισμό ζητούν οι μετριοπαθείς

Σε μια πιο μετριοπαθή προσέγγιση, σε σχέση με όσους ζητούν… αβλεπί αυξήσεις 30% με 40% στις τιμές, προέβησαν έτεροι συνομιλητές της «ΥΧ» αναφορικά με τα συμβόλαια γάλακτος της νέας σεζόν. Ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικής Κτηνοτροφίας, Τάκης Πεβερέτος, δήλωσε σχετικά: «Θεωρώ ότι είναι λάθος να μιλάμε για μια τιμή γενικευμένα και αόριστα.

Εμείς, ως ΣΕΚ, θέλουμε ο κτηνοτρόφος υπό τις παρούσες συνθήκες να μπορεί να εξασφαλίσει έστω ένα μίνιμουμ κέρδους. Από εκεί και πέρα θα πρέπει να διαχωρίσουμε τις περιπτώσεις των κτηνοτρόφων. Υπάρχουν για παράδειγμα αυτοί που παράγουν οι ίδιοι ζωοτροφές και καλύπτουν τις ανάγκες τους κατά τουλάχιστον 50%. Αυτοί, σύμφωνα με τα στοιχεία μας, έχουν κόστος παραγωγής κοντά στο 1,50 ευρώ/κιλό παραγόμενου γάλακτος. Εάν δεν παράγουν ή παράγουν πολύ μικρές ποσότητες, το κόστος για τον κτηνοτρόφο ανεβαίνει στο 1,65 ευρώ. Επιπλέον, υπάρχουν παραγωγοί όπως είναι οι μετακινούμενοι, που μπορούν και βγάζουν τα ζώα τους στα λιβάδια για βοσκή περίπου για έξι μήνες και άρα έχουν και αυτοί χαμηλότερο κόστος παραγωγής».

Συνεχίζοντας, ο ίδιος ανέφερε: «Θα πρέπει να δούμε μέχρι ποιο σημείο μπορεί να φτάσει η τιμή του γάλακτος, ώστε να λειτουργεί αρμονικά και η αγορά. Καλώς ή κακώς, η πώληση της φέτας είναι καθοριστικός παράγοντας για να μπορούν οι τυροκομικές επιχειρήσεις να προσφέρουν μια καλή τιμή στον κτηνοτρόφο. Έπειτα, μην ξεχνάμε ότι η τιμή που δίνουν οι ιδιωτικές επιχειρήσεις επηρεάζει και τους καθετοποιημένους συνεταιρισμούς, οι οποίοι, αν τα πράγματα ξεφύγουν, θα πιεστούν».

Η «ΥΧ» ζήτησε την άποψη του Διδάκτορα Ζωικής Παραγωγής του ΑΠΘ και στέλεχος μεγάλης επιχείρησης εμπορίας ζωοτροφών, Ιωάννη Καϊμακάμη, αναφορικά με τη συζήτηση που έχουν «σηκώσει» οι κτηνοτρόφοι για σημαντικές αυξήσεις στα συμβόλαια αιγοπρόβειου της νέας σεζόν. Ο ίδιος παρουσιάστηκε επιφυλακτικός: «Παραμένω ιδιαίτερα προβληματισμένος. Ακολουθώντας την παράδοση, οι κτηνοτρόφοι πιέζουν για αυξήσεις στις τιμές. Αυτό είναι κατανοητό, θεμιτό, έχει όμως και στοιχεία συναισθηματισμού. Ας αφουγκραστούμε όμως τους πραγματικούς παλμούς της αγοράς του γάλακτος.

Στη μια πλευρά της αλυσίδας παραγωγής έχουμε τις ζωοτροφές. Πράγματι, οι τιμές είναι υψηλές και αδιαμφισβήτητα προκαλούν σημαντικές αυξήσεις στο κόστος παραγωγής. Για εμένα προσωπικά εδώ είναι το πρόβλημα και σε αυτό το σημείο πρέπει πλέον να εστιάσουμε».

Ο ίδιος πρόσθεσε στην κουβέντα και τη διάσταση της βιωσιμότητας των τυροκομείων, τα οποία πιέζονται λόγω της αύξησης του κόστους της εισκόμισης, αλλά και της ύφεσης των πωλήσεων: «Στην άλλη πλευρά της παραγωγικής αλυσίδας βρίσκονται οι μεταποιητές, οι οποίοι δέχονται πιέσεις όσον αφορά τη ραγδαία αύξηση του κόστους κτήσης του γάλακτος και την αύξηση στο κόστος μεταφοράς κατά την εισκόμιση.

Αν, για παράδειγμα, το 2021, μια βιομηχανία είχε μέσο κόστος εισκόμισης τρία λεπτά, αυτό σήμερα βρίσκεται στα πέντε λεπτά. Λαμβάνοντας υπόψιν ότι όλοι σχεδόν μεγέθυναν χιλιομετρικά τις ζώνες γάλακτος, το παραπάνω νούμερο μπορεί να φτάσει στα 7 έως 10 λεπτά. Πρόκειται δηλαδή για μία σημαντική αύξηση του βιομηχανικού κόστους, η οποία συνοδεύεται από μείωση των πωλήσεων τυριών. Εκτιμώ ότι τα κίτρινα τυριά καταγράφουν μείωση σε όγκο πωλήσεων 15%-17% και η φέτα ΠΟΠ 9%-12% κατά το α’ εξάμηνο του 2022 σε σχέση με πέρσι».

Το φρένο στις πωλήσεις φέτας προτάσσουν οι γαλακτοβιομηχανίες

Για πτωτική τάση στις εξαγωγές φέτας έκανε λόγο ο διευθύνων σύμβουλος της «Ελληνικά Γαλακτοκομεία», Μιχάλης Σαράντης, προσθέτοντας ότι όλα τα δεδομένα θα εκτιμηθούν τον Οκτώβριο για να κλείσουν τα συμβόλαια της νέας σεζόν : «Όλα καθορίζονται από την αγορά. Όσο πλησιάζουμε στον Οκτώβριο θα μπορούμε να δούμε τις συνθήκες που επικρατούν στην αγορά και να μιλήσουμε για τις τιμές. Σε σχέση με πέρσι, οι πωλήσεις της φέτας στο εξωτερικό κινούνται πτωτικά κατά περίπου 15%, γεγονός που πρέπει να συνυπολογίσουμε για τη διαμόρφωση της τιμής παραγωγού».

Ο Νίκος Σκανιάς, διευθυντής Ζώνης Γάλακτος της «ΗΠΕΙΡΟΣ» δήλωσε για το ίδιο θέμα: «Ακόμη δεν μπορούμε να ξέρουμε αν θα υπάρξει μείωση τιμών ζωοτροφών στο εγγύς μέλλον. Από την άλλη η πτώση των πωλήσεων φέτας και στην Ελλάδα και στις βασικές αγορές της Ευρώπης, σε διψήφιο ποσοστό, δείχνουν ότι υπάρχει δυσκολία πλέον στον καταναλωτή. Υπάρχουν συζητήσεις σε περιοχές που έχουν πρώιμο γάλα, οι κτηνοτρόφοι δικαίως ζητούν αυξήσεις για να είναι βιώσιμοι, ενώ οι τυροκόμοι είναι ακόμη διστακτικοί. Άρα, το ερώτημα είναι πώς θα είναι και οι κτηνοτρόφοι και οι αγρότες παραγωγοί ζωοτροφών βιώσιμοι, αλλά και πώς οι καταναλωτές θα μπορούν να αγοράσουν τα παραγόμενα τυροκομικά προϊόντα».

Ενδιαφέρουσα ήταν η τοποθέτηση του προέδρου της Διεπαγγελματικής Φέτας και αντιπροέδρου της «ΔΩΔΩΝΗ», Ιωάννη Βιτάλη, που μεταξύ άλλων παραδέχθηκε ότι η τιμή παραγωγού χρειάζεται να αυξηθεί: «Η τιμή του γάλακτος διαμορφώνεται από τους μεταποιητές σε συνεννόηση είτε με κάθε κτηνοτρόφο ξεχωριστά, είτε με τον εκάστοτε συνεταιρισμό. Στην επικράτειά μας υπάρχουν πολλές διαφορετικές τιμές, ανάλογα με την προσφερόμενη ποσότητα, αλλά και την περιοχή του κτηνοτρόφου. Η μεταποίηση αναγνωρίζει εδώ και καιρό το υψηλότερο κόστος παραγωγής του γάλακτος, όπως και έχει διαμορφωθεί τα τελευταία δύο χρόνια, από την αύξηση της ενέργειας των ζωοτροφών και άλλων παραγόντων. Για αυτό άλλωστε η τιμή του γάλακτος είναι σήμερα εκεί που είναι. Ίσως και να χρειάζεται και περαιτέρω αύξηση, χωρίς να δύναμαι να ορίσω το ύψος της αυτήν τη στιγμή.

Παραλλήλως, όμως, πρέπει να υπολογίσουμε σοβαρά ότι η μεταποίηση εντέλει θα πληρώσει τιμή γάλακτος αποδεκτή στον καταναλωτή. Οποιαδήποτε άλλη λογική στον υπολογισμό της τιμής αγοράς θα έχει σαν αποτέλεσμα την αλλοίωση, που ισούται με νοθεία του τελικού προϊόντος. Ο κτηνοτρόφος ζητά την τιμή που επιθυμεί και ο μεταποιητής που θα συμφωνήσει μαζί του, θα τη δώσει. Όμως, υπολογίστε κάτι σημαντικό: Αυτή η διαδικασία “αμεσότητας” έρχεται σε αντίθεση με τη βιομηχανία, που δεν μπορεί να ζητά συνέχεια νέες τιμές από τα σούπερ μάρκετ γιατί δεν δέχονται τις αυξήσεις αλλά, πέραν τούτου και πάνω απ΄ όλα, να αναλογιστούμε και πάλι τον καταναλωτή.

Μέχρι ποια τιμή δύναται ο καταναλωτής να πληρώσει τη φέτα; Το μόνο βέβαιο -σε αβέβαιες εποχές- είναι ότι σημαντική μείωση της κατανάλωσης θα οδηγήσει με μαθηματική ακρίβεια, μακροπρόθεσμα, στη μείωση της τιμής του γάλακτος. Ως πρόεδρος της ΕΔΟΦ, σε πρόσφατη επαφή μου με το ΥΠΑΑΤ, ζήτησα να εξετάσει σοβαρά η Πολιτεία το ενδεχόμενο να συμβάλει με την καταβολή μέρους της τιμής του γάλακτος στη μεταποίηση, για να ικανοποιηθούν οι κτηνοτρόφοι που πλήττονται και να περιοριστεί και η τελική τιμή του προϊόντος στον καταναλωτή».