Ακινησία στην αγορά του σκληρού σιταριού μετά την «κοιλιά» των τιμών

Ισχνό το ενδιαφέρον για πωλήσεις από εμπόρους και παραγωγούς εν μέσω υποτονικής ζήτησης

Υποτονικά κινείται η εγχώρια αγορά του σκληρού σιταριού, καθώς η στασιμότητα που παραδοσιακά παρατηρείται τέτοια εποχή στη γειτονική Ιταλία, αλλά και οι χαμηλές (σε σχέση με το ξεκίνημα του αλωνισμού) προσφερόμενες τιμές, κάθε άλλο παρά ευνοούν τις συναλλαγές. Είναι χαρακτηριστικό ότι για εξαγωγική δουλειά που έχει προγραμματιστεί να εκτελεστεί στις 20 Αυγούστου από το λιμάνι του Βόλου με σιτάρια μέτριας –στην καλύτερη περίπτωση– ποιότητας η τιμή που ακούγεται δεν ξεπερνά τα 260 ευρώ/τόνο FOB, ενώ για τις καλύτερες ποιότητες οι προσφορές κινούνται πέριξ των 270 ευρώ/τόνο.

Πρόκειται για νούμερα τα οποία σε καμία περίπτωση δεν «δελεάζουν» τους Έλληνες εμπόρους, οι οποίοι στην πλειοψηφία τους το προηγούμενο διάστημα πλήρωσαν από 23-24 λεπτά/κιλό και πάνω στους παραγωγούς και αναπόφευκτα έχουν διαμορφώσει αρκετά υψηλά κοστολόγια.

Ως εκ τούτου, δεν βιάζονται, και προτιμούν να παίξουν το χαρτί της αναμονής, προσβλέποντας σε μια μεταστροφή του κλίματος από τον Σεπτέμβριο και μετά. Αντίστοιχη στάση υιοθετούν και οι ουκ ολίγοι καλλιεργητές οι οποίοι έχουν κρατήσει προϊόν στις αποθήκες τους ενώ, όπως πληροφορείται η «ΥΧ», αρκετές εμπορικές επιχειρήσεις, μετά από συνεννόηση με τους παραγωγούς, μεταθέτουν για αργότερα τα κλεισίματα σε σιτάρια που έχουν παραδοθεί με ανοιχτή τιμή, δίνοντας στους εμπλεκόμενους μια προκαταβολή.

Ρυθμιστής ο Καναδάς

Το στοιχείο που θα παίξει σημαντικό, αν όχι και καθοριστικό ρόλο στην πορεία της αγοράς το αμέσως επόμενο διάστημα είναι φυσικά η νέα σοδειά του Καναδά. Ο αλωνισμός στη χώρα που αποτελεί τον μεγαλύτερο παραγωγό και, ταυτόχρονα, εξαγωγέα σκληρού σιταριού στον κόσμο ξεκινά περί τα μέσα Σεπτεμβρίου και εκτείνεται χρονικά μέχρι τον Δεκέμβριο.

Επί του παρόντος, η κατάσταση των χωραφιών κρίνεται αρκετά ικανοποιητική, ενώ οι τελευταίες προβλέψεις (Ιουλίου) τοπικών αρχών και υπηρεσιών τοποθετούν την παραγωγή στους 6 εκατ. τόνους, δηλαδή 500.000 τόνους υψηλότερα από την προηγούμενη εκτίμηση (Ιουνίου) και περίπου 1 εκατ. τόνους παραπάνω σε σχέση με τους 4,97 εκατ. τόνους του 2019.

Το προηγούμενο διάστημα, πάντως, αξιοποιώντας την αυξημένη ζήτηση για ζυμαρικά στη διάρκεια της παγκόσμιας καραντίνας και υιοθετώντας ιδιαίτερα επιθετική τιμολογιακή πολιτική, η χώρα κατάφερε να αυξήσει σημαντικά τις εξαγωγές της. Μιλώντας με αριθμούς, στις 31 Ιουλίου 2020 οι εξαγωγές σκληρού σιταριού του Καναδά ανέρχονταν σε 5,27 εκατ. τόνους, αυξημένες κατά 17% σε σύγκριση με τους 4,52 εκατ. τόνους το αντίστοιχο διάστημα πέρυσι. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι, στην παρούσα συγκυρία, αρωγός για τις εξαγωγές της βορειοαμερικανικής χώρας (και, αντίστοιχα, τροχοπέδη για τις ευρωπαϊκές) είναι και η ισοτιμία δολαρίου/ευρώ.

Μειωμένη η παραγωγή της ΕΕ

Οι πιο πρόσφατες εκτιμήσεις «θέλουν» την ευρωπαϊκή παραγωγή να είναι φέτος μειωμένη στους 7,3 εκατ. τόνους (από 7,6 εκατ. τόνους το 2019), νούμερο που αντιστοιχεί σε χαμηλό πενταετίας και μάλιστα υπολείπεται κατά 15% από τον μέσο όρο των τελευταίων πέντε χρόνων (8,6 εκατ. τόνοι). Σύμφωνα, δε, με τη Strategie Grains, οι καιρικές συνθήκες έχουν επηρεάσει τις ποιότητες και ιδίως τις πρωτεΐνες των σιταριών σε Ιταλία, Ελλάδα, Ισπανία και Γαλλία, κάτι που, σε συνδυασμό με τα ελάχιστα αποθέματα της περυσινής σοδειάς, κάνει τους Καναδούς να αισιοδοξούν για περαιτέρω αύξηση των δικών τους εξαγωγών. Σε παγκόσμιο επίπεδο, μετά την πτώση σε πενταετή χαμηλά το 2019/2020, η παραγωγή της σεζόν 2020/2021 αναμένεται, σύμφωνα με τη Strategie Grains, να αυξηθεί ελαφρώς, καθώς τις απώλειες της ΕΕ, του Μαρόκου και του Μεξικού θα αντισταθμίσουν οι αυξημένες σοδειές του Καναδά, των ΗΠΑ, της Τουρκίας, της Αλγερίας και της Αυστραλίας.

Ειδικότερα, η παραγωγή της Τουρκίας εκτιμάται ότι θα υπερβεί φέτος κατά 16% την περυσινή, ενώ η γειτονική χώρα φαίνεται ότι έχει καταφέρει να «πιάσει» και αρκετά υψηλά επίπεδα πρωτεϊνών. Την ίδια στιγμή, οι εκτάσεις που έχουν σπαρθεί με σκληρό στις ΗΠΑ είναι κατά 12% αυξημένες σε σύγκριση με την προηγούμενη σεζόν.

Ελάχιστα τα αποθέματα

Στον αντίποδα, η παραγωγή των αφρικανικών χωρών αναμένεται φέτος μειωμένη, με το πρόβλημα να εντοπίζεται κυρίως σε Μαρόκο και Τυνησία, οι οποίες «υπέφεραν» τους προηγούμενους μήνες από την ξηρασία. Στην Αλγερία, αν και οι καιρικές συνθήκες ήταν παρόμοιες κατά το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου, οι βροχές της άνοιξης σε συνδυασμό με τα αρδευτικά έργα που έχουν υλοποιηθεί τα τελευταία χρόνια στη χώρα, φαίνεται ότι έσωσαν, σε έναν βαθμό τουλάχιστον, την παρτίδα.

Σε γενικές γραμμές, πάντως, η νέα εμπορική σεζόν έχει ξεκινήσει με χαμηλά αποθέματα σε παγκόσμιο επίπεδο. Κάτι που, σε συνδυασμό με τη ζωηρή ζήτηση (έστω κι αν πολύ δύσκολα θα δούμε ξανά μεταβολές όπως αυτές που παρατηρήθηκαν στη διάρκεια της καραντίνας) κάνει τους περισσότερους αναλυτές να μη δίνουν πολλές πιθανότητες στα σενάρια περαιτέρω μείωσης των τιμών. Αντίστοιχα βέβαια δεν διαβλέπουν προς το παρόν και περιθώρια για κάποιο ράλι σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα.

Χαμηλά ο διαγωνισμός της Τυνησίας, δεν βοηθά η ισοτιμία ευρώ/δολαρίου

Στον τελευταίο διαγωνισμό της Τυνησίας για 25.000 τόνους σκληρού σιταριού, κατατέθηκαν περί τις 10 προσφορές και η τιμή έκλεισε στα 321 δολάρια/τόνο CIF (για παράδοση τον Οκτώβριο), νούμερο που με την τρέχουσα ισοτιμία «μεταφράζεται» σε 272 ευρώ/τόνο.

Σύμφωνα με πληροφορίες, τη συγκεκριμένη δουλειά κέρδισε διεθνής εμπορικός οίκος και πρόκειται να εκτελεστεί με καναδέζικο σιτάρι. Στην Ιταλία, η Φότζια δεν συνεδρίασε την περασμένη εβδομάδα, οπότε οι τιμές έμειναν σταθερές. Έτσι, οι πρώτες ποιότητες (πρωτεΐνη 13%, ειδικό βάρος 78 kg/hl, υαλώδη 80%) κινούνται στα 295-300 ευρώ/τόνο (τιμή αποθήκης παραγωγού) και οι αμέσως επόμενες (πρωτεΐνη 12%, ειδικό βάρος 76 kg/hl, υαλώδη 70%) στα 285-290 ευρώ/τόνο.

H Mπολόνια παρέμεινε σταθερή με την τιμή για την πρώτη κατηγορία (πρωτεΐνη 13,5%, ειδικό βάρος 80 kg/hl, υαλώδη 80%) να κινείται από 290 έως 295 ευρώ/τόνο (παραδοτέο στον τόπο προορισμού) και για τη δεύτερη (πρωτεΐνη 12,5%, ειδικό βάρος 78 kg/hl, υαλώδη 70%) από 282 έως 287 ευρώ/τόνο.