Αλιεία: Με δυσκολία κρατάνε τον κλάδο οι μικροί ιχθυοκαλλιεργητές

Μέσα από ένα δύσκολο οικονομικό, κοινωνικό και πολιτικό περιβάλλον, οι αλιείς αλλά και οι μικροί επιχειρηματίες στον κλάδο της ιχθυοκαλλιέργειας προσπαθούν να επιβιώσουν και, παράλληλα, να διατηρήσουν τις επιχειρήσεις τους. Προβλήματα παρουσιάζονται στους επαγγελματίες ψαράδες της παράκτιας αλιείας, καθώς και στους μικρούς ιχθυοκαλλιεργητές, που δέχονται έντονα τις πιέσεις των μεγαλύτερων. Σημαντικά, επίσης, είναι τα προβλήματα που δημιουργούνται στα δίχτυα των αλιέων από την παρουσία και άλλων θαλάσσιων οργανισμών, όπως είναι τα δελφίνια, οι χελώνες, ακόμα και οι φώκιες.

Στο γκρίζο αυτό τοπίο, υπάρχουν και επαγγελματίες ψαράδες, οι οποίοι τολμούν με νέες δραστηριότητες, ώστε να αναδείξουν το επάγγελμά τους και, παράλληλα, να δώσουν προστιθέμενη αξία στα προϊόντα και τις υπηρεσίες τους. Εκείνο, όμως, που δημιουργεί πολλά ερωτήματα είναι το μέλλον της παραδοσιακής αλιείας, με τη μεγάλη συρρίκνωση του κλάδου.

Αποτιμώντας αυτή την κατάσταση, ο Άγγελος Μπαμπουκάκης, ψαράς παράκτιας αλιείας από τη Στυλίδα που μετρά πολλές δεκαετίες στον τομέα, κάνει λόγο για μεγάλη συρρίκνωση του κλάδου. «Στην περιοχή μας, πριν από δέκα χρόνια ήμασταν περίπου 150 επαγγελματίες και τώρα έχουμε μείνει 30 που, στο σύνολο, είμαστε μεγάλοι σε ηλικία και οδεύουμε προς τη συνταξιοδότηση, χωρίς να υπάρχει διάδοχη κατάσταση», αναφέρει.

Υποστηρίζει, επίσης, ότι «στον χώρο της αλιείας, αλλά και της εμπορίας των αλιευμάτων επικρατεί μια άναρχη κατάσταση, καθώς δεν υπάρχει ολοκληρωμένη διαχείριση του θαλάσσιου οικοσυστήματος, όπως και στην πώληση των αλιευμάτων, που ένα μεγάλο ποσοστό διακινείται χωρίς παραστατικά και, κυρίως, από ερασιτέχνες αλιείς».

Αναφερόμενος στην παραδοσιακή αλιεία, ο κ. Μπαμπουκάκης τονίζει ότι ταυτίζεται απόλυτα με την ιστορία και τον πολιτισμό της παράκτιας και νησιωτικής χώρας και μπορεί να συμβάλει σημαντικά στην οικονομική ανάπτυξη του τόπου. «Για να γίνει, όμως, αυτό απαιτείται μια σειρά ενεργειών από την πλευρά της πολιτείας, με κίνητρα που θα έχουν στόχο τη συγκράτηση των νέων, αλλά και την προσέλκυση άλλων στο επάγγελμα», καταλήγει ο ίδιος.

Στο ποιοτικό προϊόν στηρίζονται οι μικροί ιχθυοκαλλιεργητές

Στην ποιότητα και όχι στην ποσότητα στρέφονται οι μικροί ιχθυοκαλλιεργητές, ώστε να μπορέσουν να αντιμετωπίσουν τον ανταγωνισμό από τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις του κλάδου. Το τελευταίο διάστημα, το κόστος παραγωγής των ιχθυοτροφών έχει εκτοξευθεί στα ύψη και οι τιμές των ψαριών παρουσιάζουν αισθητή μείωση.

Ο Γιώργος Τζαβές, ιχθυοκαλλιεργητής από τη Λάρυμνα Φθιώτιδας, υποστηρίζει ότι έχει αυξηθεί η παραγωγή λόγω νέων επενδύσεων στις ιχθυοκαλλιέργειες, με αποτέλεσμα την πτώση της τιμής. Παράλληλα, ο ίδιος ισχυρίζεται ότι οι τιμές των ιχθυοτροφών έχουν ανέβει σημαντικά, καθώς «από τα 1.500 ευρώ που έδινα στον τόνο, τώρα αγοράζω με 2.000. Για να μπορέσω να αντεπεξέλθω στην αγορά, προσπαθώ να μειώσω τον πληθυσμό των ψαριών στους κλωβούς και, παράλληλα, να επεκτείνω τον χρόνο πάχυνσης, ώστε να έχω μεγαλύτερα ψάρια.

Στα 400 γραμμάρια μεσοσταθμικά πωλείται η τσιπούρα και εμείς στοχεύουμε να την αυξήσουμε πάνω από 700 γραμμάρια. Η τιμή της στη χονδρική αυτή την περίοδο είναι περίπου στα 4 ευρώ για βάρος 400 γραμμαρίων. Με αυτές τις τιμές, οι μικρές μονάδες δεν μπορούν να αντεπεξέλθουν και για τον λόγο αυτόν στρέφονται στην ορθή διαχείριση, ώστε να έχουν ποιοτική υπεροχή έναντι των μεγάλων».

Σχετικά με τα είδη ψαριών που παρουσιάζουν ζήτηση από την αγορά, υποστηρίζει ότι μεγαλύτερη κίνηση έχει η τσιπούρα και δεύτερο έρχεται το φαγκρί. Για φτάσει ένα ψάρι στο επιθυμητό βάρος, έτσι όπως ο ίδιος θέλει, υπολογίζει ότι χρειάζονται 1,5-2 χρόνια, κάτι το οποίο αυξάνει και το κόστος παραγωγής.

Παρουσιάζοντας τα γενικότερα προβλήματα του κλάδου, ο κ. Τζαβές υπογραμμίζει ότι απαιτούνται νομοθετικές ρυθμίσεις, λέγοντας ότι «οι υφιστάμενες επιχειρήσεις και ιδιαίτερα των μικρών μονάδων θα πρέπει να καλύπτονται από τις χερσαίες εγκαταστάσεις, διότι είναι αλληλένδετες με τους ιχθυοκλωβούς, ώστε να γίνεται καλύτερα η διαχείριση της παραγωγής».

Αλιευτικός τουρισμός

Μια νέα δραστηριότητα σε διάφορες νησιωτικές και παράκτιες τουριστικές περιοχές αποκτά ιδιαίτερο ενδιαφέρον από τους αλιείς. Ο Δημήτρης Ζανές, ψαράς από την Άνδρο, έχει επενδύσει τα τελευταία χρόνια στον αλιευτικό τουρισμό και βλέπει σημαντικό όφελος στο εισόδημά του. «Στον κλάδο αυτόν, δραστηριοποιούμαστε πάνω από 180 επαγγελματίες αλιείς. Τα τελευταία χρόνια, καταφέραμε να προσελκύσουμε ξένους επισκέπτες στις βάρκες μας, ώστε, από κοινού, να συμμετέχουν στο ψάρεμα. Από τα αλιεύματα αυτά καλύπτουμε και τις διατροφικές τους ανάγκες, χρησιμοποιώντας παραδοσιακές συνταγές του τόπου μας. Σχεδόν το σύνολο των επισκεπτών φεύγουν ευχαριστημένοι, μεταφέροντας παράλληλα σε τρίτους αυτή την εμπειρία που απέκτησαν πάνω σε μια βάρκα. Στο πρόγραμμά μας συμπεριλαμβάνουμε και επισκέψεις σε διάφορα μέρη του τόπου που δεν είναι προσπελάσιμα και γίνονται μόνο μέσω της θαλάσσιας οδού».

Ο κ. Ζανές επιμένει ότι πρόκειται για ένα συμπληρωματικό εισόδημα, όμως είναι σημαντικό για τους ανθρώπους που ασχολούνται με αυτήν τη δραστηριότητα. «Δίνουμε επιπλέον πληροφόρηση στους επισκέπτες για τον τρόπο ψαρέματος, την κατασκευή των σκαφών μας, την ιστορία του τόπου μας και τη γαστρονομία, διότι οι πρώτες ύλες που χρησιμοποιούμε προέρχονται από εμάς και τους παραγωγούς που συνεργαζόμαστε».

Ο ίδιος υποστηρίζει ότι πάνω σε μια βάρκα φιλοξενούνται από 5 έως 12 άτομα, ώστε να είναι διαχειρίσιμα και να μην υπάρχει κίνδυνος ατυχήματος. «Το 90% των επισκεπτών προέρχεται από βόρειες χώρες, δείχνοντας ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη φιλοξενία», καταλήγει ο κ. Ζανές.