Με ανοιχτούς λογαριασμούς μπαίνει το βαμβάκι στη νέα χρονιά

Ανεβασμένες κατά σχεδόν 60% σε σχέση με τον Απρίλιο οι χρηματιστηριακές τιμές

Μία από τις πλέον περίεργες και σίγουρα την πιο δύσκολη χρονιά των τελευταίων ετών αποχαιρέτησε πριν από λίγες ώρες το βαμβάκι, αφήνοντας πικρή γεύση στους παραγωγούς, κάτι που θεωρείται σίγουρο ότι θα αποτυπωθεί και στις προθέσεις σποράς την επόμενη καλλιεργητική περίοδο.

Μένοντας αρχικά στην ευρύτερη εικόνα της παγκόσμιας αγοράς και στην πορεία των χρηματιστηριακών τιμών, θα μπορούσε να πει κανείς ότι «αποφύγαμε τα χειρότερα»: Μια σεζόν που σημαδεύτηκε από την πανδημία του κορωνοϊού, τα lockdown και την κατακόρυφη πτώση της ζήτησης, κλείνει με το Χρηματιστήριο πάνω από τα 75 σεντς/λίμπρα και τις πωλήσεις των ελληνικών εκκοκκιστηρίων να έχουν βρει τον βηματισμό τους, έστω κι αν οι φορτώσεις υπολείπονται ελαφρώς σε σχέση π.χ. με τα περυσινά επίπεδα.

Την ίδια στιγμή, όμως, οι τιμές του σύσπορου, που για τη συντριπτική πλειονότητα των παραγωγών δεν ξεπέρασαν τα 42 λεπτά/κιλό (για παράδοση στο εργοστάσιο), σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να χαρακτηριστούν ικανοποιητικές, ιδίως όταν μιλάμε για μια δυναμική και κοστοβόρα καλλιέργεια, όπως το βαμβάκι. Η κουβέντα που έχει ανοίξει για μια έκτακτη ενίσχυση στο πλαίσιο των «κορωνοπληρωμών», μετά και το σχετικό αίτημα της Διεπαγγελματικής, αφήνει ελπίδες για αναπλήρωση μέρους έστω του χαμένου εισοδήματος των αγροτών, δεν μπορεί όμως να αλλάξει τη γενική εικόνα.

Το «χτύπημα» της πανδημίας

Ο νέος κορωνοϊός έφερε βίαια πτώση της ζήτησης, ανατρέποντας τα δεδομένα με τα οποία ξεκίνησε η περσινή χρονιά. Η παγκόσμια κατανάλωση το 2020 υποχώρησε στις 102 εκατ. μπάλες, νούμερο που υπολείπεται 24 εκατ. μπάλες των αρχικών εκτιμήσεων. Η πρόσφατη εκκίνηση των εμβολιασμών και οι ελπίδες για επιστροφή σε κάποιου είδους κανονικότητα συνοδεύτηκαν από βελτίωση των προσδοκιών, η εκπλήρωση των οποίων βέβαια εξαρτάται από αρκετές μεταβλητές.

Στις τελευταίες προβλέψεις του, το αμερικανικό υπουργείο Γεωργίας (USDA) κάνει λόγο για μια φετινή κατανάλωση της τάξης των 114 εκατ. μπαλών, νούμερο που κατά πολλούς είναι αρκετά αισιόδοξο. Οι ρυθμοί ανάκαμψης των οικονομιών -βασικός ρυθμιστής της ζήτησης- βρίσκονται, όπως είναι λογικό, σε άμεση συνάρτηση με τον έλεγχο και τον περιορισμό πιθανών νέων εστιών και «ξεσπασμάτων» της πανδημίας.

Την ίδια στιγμή, η παγκόσμια παραγωγή για το 2020 τοποθετείται στις 116 εκατ. μπάλες (6 εκατ. μπάλες λιγότερες από το 2019), κυρίως λόγω των μειώσεων σε ΗΠΑ, Βραζιλία και Πακιστάν. Τα αποθέματα εκτιμάται ότι θα φτάσουν τις 101,4 εκατ. μπάλες στο τέλος της τρέχουσας σεζόν, νούμερο που δεν μπορεί να χαρακτηριστεί μικρό, ωστόσο ούτε μπορούν να αγνοηθούν οι αυξημένοι ρυθμοί με τους οποίους αγοράζει η Κίνα (στο πλαίσιο και της «Συμφωνίας Πρώτης Φάσης» με τις ΗΠΑ).

Αυτό είναι και ένα από τα στοιχεία που έχουν υποστηρίξει τις χρηματιστηριακές τιμές, οι οποίες πρόσφατα ξεπέρασαν (για τα συμβόλαια Μαρτίου) ακόμα και τα 77 σεντς/λίμπρα. Αξίζει εδώ να σημειωθεί ότι, από τις αρχές Απριλίου, οι τιμές στο Χρηματιστήριο έχουν σημειώσει αύξηση που αγγίζει το 60%.